Με τη βούλα του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι το Δημόσιο πρέπει να αποζημιώσει τη Μυρτώ Παπαδομιχελάκη για τον βιασμό και την άγρια επίθεση που δέχθηκε από Πακιστανό στην Πάρο το 2012, με συνέπεια να βρίσκεται έκτοτε καθηλωμένη σε κρεβάτι με αναπηρία 100%.
Το ύψος της αποζημίωσης θα καθοριστεί από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Η μητέρα της Μυρτούς έχει ζητήσει ως αποζημίωση για ηθική βλάβη το ποσό των 200.000 ευρώ και μηνιαίως την καταβολή 2.900 ευρώ για τα έξοδα νοσηλείας της. Οι Σύμβουλοι Επικρατείας αναίρεσαν σχετική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, το οποίο είχε απορρίψει το αίτημα της μητέρας της για αποζημίωση από το Δημόσιο λόγω παραλείψεων της Αστυνομίας αναφορικά με την παράνομη είσοδο στη χώρα του αλλοδαπού δράστη.
Το σκεπτικό του ΣτΕ
Έκριναν ότι υπάρχει «αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης παραλείψεως των αστυνομικών οργάνων να άρουν την παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε από την παράνομη είσοδο και παραμονή επί μακρόν στη χώρα υπηκόου τρίτης χώρας και του επιζήμιου αποτελέσματος (της προσβολής υγείας ή σώματος) τρίτου» και ότι «δεν αίρεται ο αιτιώδης σύνδεσμος εκ του ότι παρεμβάλλεται η εγκληματική ενέργεια του αλλοδαπού».
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ έκρινε ότι «η είσοδος στη χώρα αλλοδαπών/υπηκόων τρίτης χώρας και η περαιτέρω διαμονή τους, η οποία μπορεί να είναι και μακρά, δεν είναι ελεύθερη ούτε ανεξέλεγκτη, αλλά διέπεται από κανονιστικό καθεστώς (του ν. 3386/2005) που επιβάλλει σ’ αυτούς την υποχρέωση εφοδιασμού τους με διαβατήριο/ταξιδιωτικό έγγραφο, θεώρηση εισόδου και άδεια διαμονής για συγκεκριμένο σκοπό (για εργασία, ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, σπουδές ή άλλο νόμιμο σκοπό) και καθιδρύει δεσμία αρμοδιότητα των αστυνομικών οργάνων για την έκδοση πράξεως απελάσεως σε περίπτωση, μεταξύ άλλων, που ο αλλοδαπός έχει παραβιάσει τις σχετικές διατάξεις, μετά δε την έναρξη ισχύος του ν. 3907/2011 πράξεως επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες».
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι «οι ρυθμίσεις του ν. 3386/2005 αποσκοπούν όχι μόνον στην προστασία του γενικού (Δημόσιου) συμφέροντος (της διασφαλίσεως της δημόσιας τάξεως, ασφάλειας, κοινωνικής ειρήνης, δημόσιας υγείας), αλλά και στην προστασία του συμφέροντος των ιδιωτών με την αποτροπή της προσβολής των συνταγματικώς προστατευόμενων έννομων αγαθών (της ζωής, της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας, της τιμής, της υπολήψεως, της προσωπικής ελευθερίας, της γενετήσιας ελευθερίας, της περιουσίας, της ιδιοκτησίας τους) από τη συμπεριφορά των παρανόμως εισελθόντων, διαμενόντων και εργαζόμενων στη χώρα αλλοδαπών».
Επίσης, συνεχίζει το ΣτΕ, «αποσκοπούν και στην προστασία του συμφέροντος των προσώπων αυτών», τα οποία, όπως επισημαίνεται στην οικεία αιτιολογική έκθεση, «παραμένουν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής ορισμένες μάλιστα φορές σε συνθήκες κατώτερες του ελαχίστου που υπαγορεύει η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, με αποτέλεσμα να εξωθούνται μοιραία σε ποικίλες μορφές παραβατικότητας, τροφοδοτώντας έτσι ακούσια, κατά καιρούς, τάσεις επιφυλακτικότητας εκ μέρους του ημεδαπού πληθυσμού».
Μάλιστα, υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι,
«Όσο τα αστυνομικά όργανα παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους και δεν εκδίδουν κατ’ ενάσκηση της δεσμίας αρμοδιότητάς τους πράξη απελάσεως ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες, δημιουργείται η βεβαιότητα σε όποιον αλλοδαπό εισήλθε λάθρα, διαμένει παρανόμως στη χώρα και επιθυμεί να συμπεριφερθεί παρανόμως και να προσβάλει κάποιο έννομο αγαθό ότι ποτέ δεν θα τιμωρηθεί, αφού η ταυτότητά του δεν είναι γνωστή στις ελληνικές αρχές ούτε έχουν ληφθεί τα δακτυλικά αποτυπώματά του.
Ενόψει των επιδιωκόμενων ως άνω προστατευτικών σκοπών των ρυθμίσεων του ν. 3386/2005, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, σε περίπτωση παρανόμως εισελθόντος στη Χώρα αλλοδαπού που επί μακρόν διαμένει και εργάζεται παρανόμως σε περιορισμένο κατ’ έκταση τόπο (λ.χ. νησί), η παράλειψη των αστυνομικών οργάνων να άρουν την παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε από την παράνομη είσοδο και παραμονή του επί μακρόν στη Χώρα, μη εκδίδοντας, ενώ έχουν υποχρέωση και μπορούν, πράξη απελάσεως κατά παράβαση του άρ. 76 παρ. 1 περ. β΄ ν. 3386/2005 ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής κατά παράβαση άρ. 21 παρ. 1 εδ. τρίτο ν. 3907/2011, μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικώς και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ως πρόσφορη αιτία του παραχθέντος επιζήμιου αποτελέσματος (εγκλήματος).
Συνεπώς, υπάρχει γενικώς και αφηρημένως αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης αυτής παραλείψεως των οργάνων του Δημοσίου και της ζημίας (λ.χ. βλάβης του σώματος ή της υγείας ή θανατώσεως) τρίτου προσώπου, η οποία προκαλείται όταν ο παρανόμως εισελθών και διαμένων στην Ελλάδα υπήκοος τρίτης χώρας προσβάλει απολύτως προστατευόμενο έννομο αγαθό».
Επίσης, σημειώνει το ΣτΕ,
«Μη νόμιμη η κρίση διοικ. εφετείου για τη μη συνδρομή αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των παραλείψεων των αστυνομικών οργάνων και του βαρύτατου τραυματισμού της εκπροσωπούμενης από την οριστική δικαστική συμπαραστάτριά της (μητέρας της) αναιρεσείουσας, ηλικίας τότε 15 ετών, συνεπεία εγκλημάτων (βιασμός, απόπειρα ανθρωποκτονίας) που διαπράχθηκαν εις βάρος της από υπήκοο τρίτης χώρας. Δεν αίρεται ο αιτιώδης σύνδεσμος εκ του ότι μεταξύ της παρανομίας των οργάνων του Δημοσίου και του βαρύτατου τραυματισμού παρεμβάλλεται η εγκληματική ενέργεια του αλλοδαπού, ο οποίος εισήλθε λάθρα στη χώρα, διέμενε και εργαζόταν επί μακρόν παρανόμως σε ελληνικό νησί και χωρίς να έχει εντοπισθεί, παρότι τούτο ήταν εφικτό, διότι ο τραυματισμός αυτός δεν θα είχε προκληθεί αν τα αρμόδια όργανα του Δημοσίου είχαν τηρήσει τη συμπεριφορά που επιβαλλόταν από τις παραβιασθείσες διατάξεις των ν. 3386/2005 και 3907/2011 οι οποίες έχουν τεθεί και για χάρη της προστασίας, μεταξύ άλλων, της ζωής, της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας, της τιμής και της γενετήσιας ελευθερίας όλων των προσώπων που βρίσκονται στη χώρα».
Το χρονικό της επίθεσης που συγκλόνισε το πανελλήνιο
Στις 23 Ιουλίου του 2012, μία ανήλικη κοπέλα, ονόματι Μυρτώ Παπαδομιχελάκη, βρέθηκε ημίγυμνη, χτυπημένη και σε κώμα, σε μία από τις πιο δημοφιλείς παραλίες της Πάρου. Το κεφάλι της είχε υποστεί σφοδρό χτύπημα με πέτρα. Οι αρχές διέταξαν να διακομιστεί το συντομότερο δυνατό σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας, ώστε να της παρέχουν άμεση φροντίδα, ενώ παράλληλα ξεκίνησαν οι προσπάθειες για τον εντοπισμό του δράστη.
Σύμφωνα με την αναφορά της Αστυνομίας, οι αρχικοί ύποπτοι ήταν 12 άνδρες, Έλληνες και αλλοδαποί , οι οποίοι είτε δούλευαν πέριξ της παραλίας είτε εθεάθησαν στο σημείο που διαπράχθηκε το έγκλημα. Όσο η έρευνα προχωρούσε, τόσο μειωνόταν ο αριθμός των υπόπτων και συγκεκριμένα ύστερα από μαρτυρίες, οι αρχές επικεντρώθηκαν σε τέσσερις, καταλήγοντας ότι ο ύποπτος εργαζόταν πέριξ της σκηνής του εγκλήματος.
Ο δράστης καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη
Η μητέρα της κοπέλας κατέθεσε ότι είδε έναν άνδρα με άσπρο παντελόνι και πολύχρωμη μπλούζα να απομακρύνεται από το σημείο. Λίγες ημέρες αργότερα συνάδελφος του δράστη, ανέφερε ότι τη μέρα του περιστατικού, εκείνος φορούσε ρούχα που ταίριαζαν στην περιγραφή της μητέρας.
Ο δράστης, ένας Πακιστανός, είχε ήδη αποχωρήσει από το νησί συνελήφθη λίγες μέρες αργότερα στη Νέα Χαλκηδόνα, στην οποία συνελήφθησαν κι άλλοι δύο ύποπτοι. Η αστυνομία τον εντόπισε μέσω κινητού τηλεφώνου, καθώς επίσης και με τη βοήθεια άλλων μαρτύρων που συνεργάστηκαν με την αστυνομία.
Κατόπιν έγινε ξανά ταυτοποίηση του DNA, η οποία ταίριαξε με αυτό που εντοπίστηκε στα ρούχα και στο σώμα της νεαρής κοπέλας. Ο δράστης ομολόγησε το έγκλημά του και σύμφωνα με την αστυνομία, περιέγραψε με απόλυτη ηρεμία το έγκλημα και τις λεπτομέρειες αυτού. Σύμφωνα με τον ίδιο, προσπάθησε να κλέψει το κινητό τηλέφωνο της νεαρής κοπέλας, όμως εκείνη προέβαλε αντίσταση. Κατόπιν, τη χτύπησε με μία πέτρα στο κεφάλι, ώσπου αυτή έπεσε αναίσθητη στο έδαφος. Ενόσω η κοπέλα ήταν ανήμπορη πλέον να αμυνθεί εκείνος τη βίασε, συνεχίζοντας και τα χτυπήματα. Κατά την περίοδο της σύλληψης, ο δράστης είχε προγραμματίσει εκούσια επιστροφή στο Πακιστάν.
Ο δράστης καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τη ληστεία, 18 χρόνια για απόπειρα ανθρωποκτονίας, 18 χρόνια για βιασμό, και 3 μήνες για παράνομη εργασία.
Ο ίδιος στην απολογία του είχε ομολογήσει τα αποτρόπαια εγκλήματά του, λέγοντας τα εξής: «Περπατώντας πάνω στον δρόμο, είδα να κάθεται στον βράχο μια κοπέλα περίπου 17 χρονών. Με το δεξί μου χέρι τη γύρισα ανάσκελα, πήρα με τα δυο μου χέρια την πέτρα και της την έριξα πάνω από το αριστερό της μάτι… Όπως υπολόγισα η πέτρα πρέπει να ήταν περίπου 5 κιλά. Είδα να τρέχει αίμα, αλλά η κοπέλα ήταν ακόμη ζωντανή. Την πλησίασα για να της πάρω το κινητό. Αντιστάθηκε… Δεν ξέρω τι με έπιασε… Άρχισα να τη χτυπώ στα βράχια με δύναμη. Όταν σταμάτησε να αντιστέκεται, ασέλγησα πάνω της…».