Πρόωρη συνταξιοδότηση με μείωση: Η μείωση των 115 ευρώ τον μήνα επιβάλλεται στο ποσό της εθνικής σύνταξης και όχι της ανταποδοτικής
Τη δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης, αλλά με μείωση έως 115 ευρώ τον μήνα έχουν χιλιάδες ασφαλισμένοι. Πρόκειται για μια δυνατότητα που παρέχει ο νόμος σε ασφαλισμένους που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και έρχεται σε μια περίοδο, όπου υπάρχει αυξημένη κινητικότητα όσον αφορά στην έξοδο από τον εργασιακό βίο όπως δείχνουν και τα στοιχεία από τις αιτήσεις που κατατίθενται τα τελευταία χρόνια.
Η μείωση των 115 ευρώ τον μήνα επιβάλλεται στο ποσό της εθνικής σύνταξης και όχι της ανταποδοτικής, δηλαδή των εισφορών που κατέβαλε ο κάθε ασφαλισμένος. Αυτό σημαίνει ότι η μείωση επιβάλλεται στα 345 ευρώ (εθνική σύνταξη για 15ετή ασφάλιση) ή στα 384 ευρώ (για τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης). Εξαιρείται έτσι το ανταποδοτικό κομμάτι, που ακόμη και στις περιπτώσεις με λίγα χρόνια ασφάλισης σε μέσα επίπεδα καλύπτει περί το 50% των συνολικών αποδοχών.
Συνεπώς το ανώτατο όριο μείωσης σύνταξης σε περίπτωση εξόδου με μειωμένη είναι 115,2 ευρώ, δηλαδή 30%. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί η μείωση να ξεπεράσει το ποσό αυτό. Αυτό το γεγονός καθιστά αρκετά ελκυστική την επιλογή της μειωμένης καθώς η μείωση είναι μικρή, ενώ υπάρχει η δυνατότητα εξόδου πολύ νωρίτερα από τα 62 που είναι το γενικό όριο χορήγησης μειωμένης σύνταξη ή με 40 συνολικά έτη ασφάλισης για την πλήρη.
Ειδικότερα, τα «μυστικά» για έξοδο με μειωμένη σύνταξη είναι τα εξής:
Ο νόμος 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου) προβλέπει στις περιπτώσεις των μειωμένων συντάξεων, η μείωση να επιβάλλεται μόνο στο ποσό της εθνικής σύνταξης (π.χ. 384 ευρώ – 30% = 268,8 ευρώ) και όχι στην ανταποδοτική, η οποία καταβάλλεται πλήρης σε κάθε περίπτωση και μάλιστα με τα νέα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση.
Με βάση τα ισχύοντα το πέναλτι πρόωρης συνταξιοδότησης με μειωμένες αποδοχές κυμαίνεται στο 6% για κάθε χρόνο πρόωρης εξόδου άρα έως 30% εάν κάποιος συνταξιοδοτηθεί το 62ο έτος της ηλικίας (αντί του 67ου), αλλά αυτή η μείωση περιορίζεται μόνο στο ποσό της εθνικής σύνταξης των 345 ευρώ για 15ετή περίοδο ασφάλισης έως 384 για 20ετή ασφάλιση (δηλαδή η περικοπή ξεκινά από 21 ευρώ ανά έτος). Κατ’ αυτόν τον τρόπο η μείωση «περιορίζεται» στα 115 ευρώ τον μήνα.
Στις μειωμένες συντάξεις λόγω γήρατος, το ποσό της εθνικής σύνταξης μειώνεται κατά ένα διακοσιοστό (1/200) για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου έτους ηλικίας για πλήρη σύνταξη γήρατος. Για παράδειγμα, εάν ζητήσετε στα 62 σας έτη τη σύνταξη που θα παίρνατε πλήρη στα 67, θα λάβετε το ποσό της εθνικής σύνταξης (που θα χορηγούνταν στην περίπτωσή σας) μειωμένο κατά 30% (60 μήνες/200). Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης δεν μειώνεται.
Μειωμένη σύνταξη λαμβάνουν:
Οσοι έχουν κλείσει το 62ο έτος και έχουν 4.500 ένσημα (3.600 πραγματικά και τουλάχιστον 900 πλασματικά). Ταυτόχρονα την τελευταία 5ετία (57ο – 61ο) έχουν τουλάχιστο 100 ένσημα κάθε χρόνο (750 ένσημα για ασφαλισμένους μετά την 31/12/1992 καθώς και οι ασφαλισμένοι των ΔΕΚΟ, τραπεζών κ.ά.). Πρόκειται για μείωση ύψους 115 ευρώ τον μήνα.
Οσοι έχουν βαρέα και ανθυγιεινά (ΒΑΕ) και βγαίνουν στο 60ό (αντί το 62ο) έτος. Ως προϋπόθεση τίθεται η συμπλήρωση 7.500 ΒΑΕ ενσήμων, εκ των οποίων τα 1.000 τα τελευταία 17 χρόνια. Εδώ η μείωση είναι 46 ευρώ τον μήνα.
Οι μητέρες που είχαν ανήλικο την περίοδο 2010-12 και τουλάχιστον 5.500 ένσημα. Με ανήλικο και 5.500 το 2010 λάμβαναν μειωμένη στο 50ό έτος και πλέον το έτος που προκύπτει (ορίστηκε) κατά τη συμπλήρωση του 50ού έτους με βάση τις αυξήσεις των ηλικιακών ορίων που αποφασίστηκαν το 2015 (3ο Μνημόνιο).
Μειωμένη σύνταξη λαμβάνουν και οι ανάπηροι, όπου το πέναλτι είναι το πιο αυστηρό και φτάνει ακόμη και τα 182 ευρώ. Οσοι έχουν ποσοστό αναπηρίας κάτω από 67% λαμβάνουν το 50% της εθνικής σύνταξης (345 ευρώ για 15ετία και 384 ευρώ για 20ετή ασφάλιση). Οι ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας από 67% έως και 79,99% λαμβάνουν το 75% της εθνικής σύνταξης. Ολόκληρη την εθνική σύνταξη λαμβάνουν όσοι έχουν αναπηρία άνω του 80%.
Σε περίπτωση πρόωρης και μειωμένης συνταξιοδότησης με 15ετία, το πέναλτι είναι 103,5 ευρώ την πενταετία. Σε αυτή την περίπτωση, ακόμη και εάν εργαστεί κάποιος μέχρι το 67ο έτος, απλώς θα βελτιώσει ελάχιστα το κλάσμα της ανταποδοτικής σύνταξης, ενώ θα χάσει συντάξεις 60 μηνών και θα πληρώσει εισφορές αντίστοιχου διαστήματος κ.λπ.
Μια μειωμένη σύνταξη γήρατος δεν μπορεί ποτέ να μετατραπεί σε πλήρη.