Φως στα αίτια της συντριβής του ελικοπτέρου στη Σάμο στις 13 Ιουλίου, στη διάρκεια κατάσβεσης φωτιάς, ρίχνει ο Μολδαβός χειριστής. Στην κατάθεσή του ο πιλότος μιλά για δυνατή ριπή αέρα που έριξε το ελικόπτερο στη θάλασσα. Ο 49χρονος πιλότος από τη Μολδαβία Ντίμτρι Μοραρένκο περιγράφει στην κατάθεσή του τις στιγμές της πτώσης του μισθωμένου ελικοπτέρου Mi8 στη Σάμο, στις 13 του περασμένου μήνα.
Μιλώντας στα στελέχη του Λιμενικού Σώματος του νησιού, ο χειριστής – αναφέρει ο eleftherostypos.gr – κάνει λόγο για δυνατή ριπή αέρα που τους πέταξε στο νερό, ενώ συμμετείχαν σε επιχείρηση κατάσβεσης με τον συγκυβερνήτη, που δεν ήξερε κολύμπι, τον μηχανικό και τον Έλληνα συντονιστή, Θεόδωρο Βλάχο, απόστρατο της Αεροπορίας Στρατού.
Δυσλειτουργία στο καλάθι του νερού
Στη συνέχεια ο Ντίμτρι Μοραρένκο περιέγραψε τι συνέβη στην τελευταία πτήση τους: «Με κάλεσε ο Θοδωρής (σ.σ.: Βλάχος) και είπε ότι πρέπει να βγούμε για αποστολή, η ώρα ήταν λίγο μετά τις 14.00. Φύγαμε και οι έξι γρήγορα για το αεροδρόμιο. Το πρωτόκολλό μας λέει ότι σε 20′ λεπτά πρέπει να βρισκόμαστε στον αέρα. Ο Θοδωρής ήταν υπεύθυνος για να μιλήσει με τον πύργο ελέγχου και μας έδινε οδηγίες πότε να απογειωθούμε και τις συντεταγμένες τις οποίες έπρεπε να πάμε για τη φωτιά.
Φτάσαμε περίπου σε 20′ λεπτά, κάναμε 5-6 ρίψεις νερού από τη θάλασσα και μετά παρατηρήσαμε δυσλειτουργία στο καλάθι του νερού. Είπα στον Θοδωρή και ζήτησε άδεια να επιστρέψουμε στο αεροδρόμιο. Επιστρέψαμε στη φωτιά, κάναμε λήψη νερού και ρίψεις με το καινούργιο καλάθι για περίπου 1 ώρα. Ο αέρας δυνάμωσε και τα κύματα είχαν μεγαλώσει». Ο καιρός, όπως λέει, χειροτέρευε, αλλά ο ίδιος θεώρησε ότι θα μπορούσαν να κάνουν ακόμα μία τελευταία ρίψη. Όμως, αφού πήραν νερό και επιχείρησαν να σηκωθούν, ο αέρας χτύπησε το ελικόπτερο και το καλάθι έγειρε προς την ουρά.
Τελευταία λήψη νερού
«Σκέφτηκα ότι πρέπει να ακυρώσουμε την αποστολή ή να αλλάξουμε περιοχή λήψης νερού με καλύτερες καιρικές συνθήκες. Πήγαμε να κάνουμε μία τελευταία λήψη, κατά την προσπάθεια να σηκωθεί το ελικόπτερο, ο άνεμος το χτύπησε με αποτέλεσμα το ελικόπτερο να χάσει την ισορροπία του. Το ελικόπτερο άρχισε να περιστρέφεται. Έκανα όλες τις απαραίτητες κινήσεις που προβλέπονται για να το επαναφέρω σε ισορροπία. Μείωσα την ταχύτητα, άλλαξα την πορεία και μείωσα την ισχύ.
Δεν είχαμε πολύ χρόνο. Ο μηχανικός μού είπε ότι το καλάθι είχε πάει προς την ουρά. Του είπα να το απελευθερώσει, πάτησα εγώ το κουμπί απεμπλοκής του καλαθιού, αλλά δεν λειτούργησε. Μία δυνατή ριπή του αέρα χτύπησε από πίσω την ουρά και μας πέταξε στη θάλασσα, σε κλάσματα δευτερολέπτου βρεθήκαμε στο νερό».
«Αναποδογύρισε»
Στη συνέχεια το ελικόπτερο κόπηκε στα τρία και οι επιβαίνοντες βγήκαν στο νερό χωρίς σωσίβια. Αυτό ήταν μοιραίο για τον συγκυβερνήτη που δεν μπορούσε να κολυμπήσει, αλλά ούτε ο Θεόδωρος Βλάχος κατάφερε να βγει στην ακτή. Ο πιλότος περιγράφει τις εφιαλτικές στιγμές που ακολούθησαν, με τον ίδιο να μην καταφέρνει, όπως λέει, να βοηθήσει τους συνεπιβάτες του στη μοιραία πτήση:
«Οι έλικες και η ουρά αποκολλήθηκαν άμεσα της ατράκτου. Όλοι ήμασταν δεμένοι. Λύσαμε τις ζώνες μας, ο μηχανικός που βρισκόταν πίσω πρόλαβε και βγήκε αμέσως έξω πρώτος. Στη συνέχεια το ελικόπτερο αναποδογύρισε. Εμάς μας είχε πάει όλους στο πίσω μέρος και η καμπίνα ήταν πλημμυρισμένη πάνω από τη μέση. Βρήκα την έξοδο κινδύνου η οποία ήταν η μισή μέσα στο νερό. Την άνοιξα, βγήκε έξω πρώτα ο Θοδωρής και μετά ο συγκυβερνήτης μου. Άκουσα τον Θοδωρή να φωνάζει βοήθεια στα ελληνικά. Τελευταίος βγήκα εγώ.
“Δεν μπορούσα να τον πλησιάσω”
Ήθελα να βοηθήσω τον Θοδωρή, αλλά είχε τόσο κύμα που τον είχε ήδη απομακρύνει αρκετά. Δεν μπορούσα να τον πλησιάσω. Πήγα στον συγκυβερνήτη μου, τον Serghei, μου είπε ότι δεν ξέρει κολύμπι, είδα ότι έπινε νερό, προσπάθησα να τον κρατήσω στην επιφάνεια. Είδα τότε ένα πλαστικό κουτί να επιπλέει, του είπα να περιμένει να πάω να το φέρω, να κρατηθεί μέχρι να έρθει κάποιος να μας σώσει. Ξεκίνησα να κολυμπάω προς το κουτί, αλλά, τα κύματα το τραβούσαν μακριά μου και δεν μπορούσα να το φτάσω.
Ξαναγύρισα προς τον Serghei, ήταν ήδη με το πρόσωπο μέσα στη θάλασσα. Προσπάθησα να τον επαναφέρω αλλά δεν τα κατάφερα. Είπα στον μηχανικό να κολυμπήσουμε μαζί προς τα έξω. Τα κύματα ήταν μεγάλα, σε κάποια στιγμή τον έχασα. Άρχισα να χάνω τις δυνάμεις μου, τα κύματα ήταν κόντρα προς την ακτή. Τα άφησα να με παρασύρουν προσπαθώντας να παίρνω ανάσες. Μετά από ώρα με πήγαν σε κάποια βράχια. Κατάφερα να σκαρφαλώσω. Είδα τρία σκάφη και ελικόπτερα να ψάχνουν την περιοχή. Εκανα νοήματα αλλά δεν με έβλεπαν.
«Ο Θοδωρής ήθελε να βοηθήσουμε τον κόσμο»
Προσπάθησα να ανέβω το βουνό δύο φορές, αλλά έφτανα σε αδιέξοδο. Κάποια στιγμή είδα δυο μικρά σκάφη του στρατού να πλησιάζουν. Κατέβηκα στα βράχια, με είδαν, με πήραν και με μετέφεραν στην ακτή. Στη συνέχεια ασθενοφόρο με μετέφερε στο νοσοκομείο». Σύμφωνα με την κατάθεση υπήρχαν σωσίβια στο ελικόπτερο αλλά κανένας από τους επιβαίνοντες δεν πρόλαβε να το φορέσει. «Δεν είχαμε χρόνο, το μπροστινό μέρος του ελικοπτέρου βυθίστηκε πολύ γρήγορα.
Έπρεπε να βγούμε άμεσα, μη μας πάρει μαζί του στον βυθό», είπε ο Μολδαβός πιλότος, προσθέτοντας ότι ο Έλληνας συντονιστής ανησυχούσε για την εξέλιξη της φωτιάς που είχε πάρει διαστάσεις. «Οι καιρικές συνθήκες είχαν γίνει πολύ άσχημες, είχα στο μυαλό μου να ακυρώναμε, ο Θοδωρής ήθελε να βοηθήσουμε τον κόσμο, η πυρκαγιά ήταν πολύ μεγάλη. Πριν απ’ το δυστύχημα είπα στον συγκυβερνήτη αυτή είναι η τελευταία μας ρίψη και γυρίζουμε πίσω ή αλλάζουμε περιοχή λήψης νερού».
Τραγικός επίλογος
Όπως είπε ο πιλότος, βάσει πρωτοκόλλου μιλούσαν με τον πύργο ελέγχου κάθε 30 λεπτά και ενημέρωναν αν είναι όλα καλά, ενώ για το αν θα πρέπει να ακυρωθεί μια πτήση, το συζητά με το πλήρωμα, αλλά η τελική απόφαση είναι δική του. Κατά τη διάρκεια των ερευνών για τον εντοπισμό των άλλων τριών μελών, ο δεύτερος που εντοπίστηκε ήταν ο Έλληνας, ο οποίος δεν κατάφερε να επιζήσει, ενώ νεκρός βρέθηκε και ο Ρουμάνος συγκυβερνήτης του μοιραίου ελικοπτέρου.
Αρκετές ώρες αργότερα από την πτώση, εντοπίστηκε ζωντανός το τέταρτο μέλος, ο Μολδαβός πιλότος, ο οποίος βρέθηκε στην περιοχή Πλάκα, καθώς τα θαλάσσια ρεύματα τον έβγαλαν στη στεριά. Δύο από τους επιβαίνοντες που εντοπίστηκαν στη θαλάσσια περιοχή, μεταφέρθηκαν στην ξηρά χωρίς τις αισθήσεις τους. Έγινε επιτόπια προσπάθεια ανάνηψής τους με ΚΑΡΠΑ, προσπάθεια που συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια της διακομιδής τους στο νοσοκομείο, η οποία, όμως, δεν έφερε αποτελέσματα και όταν έφτασαν στο νοσοκομείο οι γιατροί βεβαίωσαν τον θάνατό τους.