Γιάννης Γκούμας: «Έκοψα την μπάλα από τη στεναχώρια μου»

ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Γιάννης Γκούμας: «Έκοψα την μπάλα από τη στεναχώρια μου»

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Τα κλάμα στην Παιανία, η Ριζούπολη και οι ανέκδοτες ιστορίες

05.09.2022 | 12:31

Μία ζωή στον Παναθηναϊκό. Από μικρό παιδί μέχρι τα 34 του. Μόνο με την πράσινη φανέλα, μόνο με το τριφύλλι στο μέρος της καρδιάς. Χαρές και λύπες, εύκολες και δύσκολες στιγμές, αποθέωση και… κυνηγητά, αναγνώριση αλλά και ένα «διαζύγιο» το 2009 που τον πίκρανε πολύ και τον οδήγησε στο τέλος μίας σημαντικής καριέρας. Ο Γιάννης Γκούμας, παραχώρησε συνέντευξη στο «Gazzetta» και μίλησε για όλους και για όλα, σε μία συνέντευξη ψυχής. Χωρίς φόβο. Μόνο με πάθος. Χωρίς «μαλλιά» στη γλώσσα, εξιστορώντας σημαντικές στιγμές στα χρόνια που υπηρέτησε το «πράσινο στρατόπεδο» και ξετυλίγοντας το κουβάρι της ποδοσφαιρικής του ζωής.

Από τον Αμπελώνα της Λάρισας μέχρι την κατάκτηση του Euro και από τα δεκάδες γκολ ως σέντερ φορ στην ακαδημία του Παναθηναϊκού μέχρι την καθιέρωσή του στο κέντρο της άμυνας και την «εκρηκτική» σχέση με τον Χενκ Τεν Κάτε που τον έφερε στη πόρτα της εξόδου.

Ο Γκούμας που πλέον είναι προπονητής, μιλά για την φιλοσοφία του, τα όνειρά του στην άκρη των πάγκων και διηγείται μοναδικές ιστορίες από την πορεία του στο ελληνικό και ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

«Πήγαινα κάθε μέρα από το σπίτι μου στο Αλκαζάρ για να κάνω στίβο. Με κέρδισε το ποδόσφαιρο»

Τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια; Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με το ποδόσφαιρο;

«Κατάγομαι απ’ ένα χωριό της Λάρισας, που λέγεται Αμπελώνας. Ξεκίνησα με στίβο και όχι ποδόσφαιρο, γιατί ήμουν πάντα αθλητικός τύπος. Ο γυμναστής του σχολείου διέκρινε ότι είχα αθλητικά προσόντα και με έστειλε στην ομάδα στίβου της Λάρισας. Έπαιρνα το λεωφορείο από το χωριό μου και πήγαινα στο Αλκαζάρ που είναι 10 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου. Ήμουν ένα παιδί 13-14 ετών που πήγαινε στίβο στο στάδιο Αλκαζάρ. Ήμουν πολύ αθλητικός και πολύ καλός».

Τα 0-100 σε πόσο χρόνο τα έκανες;

«Δεν ήμουν 100άρης. Έκανα τρίαθλο. Τότε ήταν το μήκος, αντί για σφαίρα είχαμε μπαλάκι και 400 μέτρα. Στην πορεία όμως, πήγαινα και έπαιζα ποδόσφαιρο στην ομάδα του χωριού μου, στον Αμπελωνιακό που έπαιζε τότε στη Δ’ Εθνική. Πήγαινα και έβλεπα κάποια ματς και είχα μπει σ’ αυτό το τρυπάκι. Προσπαθούσα να συνδυάσω το ποδόσφαιρο με το στίβο. Κάποια στιγμή όμως έπρεπε να επιλέξω. Το ποδόσφαιρο ήταν η αγάπη μου, από μικρός είχα μια μπάλα στο σπίτι και τη χτυπούσα στον τοίχο, έκανα πασούλες με τον τοίχο. Θυμάμαι ότι σαν παιδιά κάναμε πρωταθληματάκια, φτιάχναμε ομάδες οι γειτονιές και παίζαμε μεταξύ μας. Έτσι, με κέρδισε το ποδόσφαιρο. Ξεκίνησα να παίζω στην ομάδα του χωριού όπως σας είπα και 16-17 ετών ήμουν ο αρχηγός. Προσπαθούσα σαν παιδί ακόμη να ανταπεξέλθω απέναντι σε μεγαλύτερους και σε πιο δυνατούς. Άρχισα από εκείνη την περίοδο να διακρίνομαι».

Τι θέση;

«Στο κέντρο, 8άρι-10άρι έπαιζα και μάλιστα έβαζα και πολλά γκολ».

Θυμάσαι το πρώτο σου γκολ;

«Όχι..».

Σε επίπεδο Δ’ Εθνικής έβαλες πιο ωραία γκολ απ’ ό,τι πέτυχες αργότερα με τον Παναθηναϊκό;

«Όχι, με την ομάδα του Παναθηναϊκού έβαλα ωραία γκολ και σημαντικά και μάλιστα στην Ευρώπη».

«Μικρός ήμουν ΑΕΚ από… φόβο»

Τι ομάδα ήσουν μικρός;

«ΑΕΚ. Και θα σας πω γιατί ήμουν ΑΕΚ: Ένα μεγαλύτερο παιδί από τη γειτονιά, επειδή ήταν πολύ ΑΕΚΤζής, ο Δήμος, προσπαθούσε με το ζόρι να κάνει όλα τα παιδιά ΑΕΚτζήδες. Μας έτριβε το κεφάλι και μας ρωτούσε: “Τι ομάδα είσαι”; Από φόβο, λοιπόν, έλεγα ότι είμαι ΑΕΚ».

Έχεις κρατήσει επαφή μ’ αυτόν;

«Όταν πηγαίνω στο χωριό, του τα λέω… Αυτός είναι ακόμη φανατικός. Πήγαινε από τότε στην Original».

«Στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού είχα σκίσει τα δίχτυα ως σέντερ φορ»

Και πώς προέκυψε ο Παναθηναϊκός; Πώς κατέβηκες στην Αθήνα;

«Όταν ήμουν 16-17 ετών ο κύριος Πατσιαβούρας, που ήταν σκάουτ στο νομό Λάρισας με είδε, με παρακολούθησε σε πολλά ματς και με έφερε στην περίφημη Παιανία, για να δοκιμαστώ. Υπεύθυνοι τότε, το 1992, ήταν οι κ.κ. Ζάετς και Καρούλιας. Δοκιμάστηκα για 4-5 μέρες και με εισήγηση του κύριου Ζάετς με κράτησε ο Παναθηναϊκός».

Και εκεί χαφ σε έβαλαν;

«Στην ομάδα έπαιζα περισσότερο 10άρι, στην Ακαδημία ξεκίνησα ως σέντερ φορ και είχα σκίσει όλα τα δίχτυα. Είχαμε και καλή ομάδα όμως. Είχαμε Καραγκούνη που σου έβγαζε πάσες “πάρε-βάλε”, Μπασινά… ομαδάρα! Ήμουν καλός στο κεφάλι, είχα και καλό σουτ και σε συνδυασμό με το ότι είχα και τα παιδιά από πίσω που μου έβγαζαν συνέχεια καλές πάσες, είχα σκίσει τα δίχτυα».

Πώς ήταν για ένα παιδί 16-17 ετών να φεύγει από το χωριό του και να έρχεται στην Αθήνα για να παίξει για τον Παναθηναϊκό;

«Θέλω να σταθούμε σ’ αυτό. Ήμουν ένα παιδί 17 ετών, που έφυγε από το χωριό του, άβγαλτο. Έπρεπε να μένω σε ένα ξενοδοχείο με άλλα παιδιά. Παρένθεση ήμουν και πολύ καλός μαθητής, του 20. Η μάνα μου δεν με άφηνε να φύγω. Πίστευε ότι θα μπλέξω. Όμως, ο πατέρας μου επειδή ήταν ποδοσφαιρόφιλος και παράγοντας, κάποια στιγμή ήταν και παράγοντας στον Αμπελωνιακό, βοήθησε για να φύγω. Η μάνα μου δεν ήθελε με τίποτα να φύγω».

Τι θα γινόσουν δηλαδή;

«Γυμναστής, θα σπούδαζα. Η μάνα μου δεν άφηνε τον πατέρα μου με τίποτα. ‘Ελεγε: “Θα καταστραφεί το παιδί”».

Exit mobile version