«Υπαρξιακό χαρακτήρα» έχει, για τον υπουργό Επικρατείας Άκη Σκέρτσο, «η απρόσκοπτη υλοποίηση του σχεδίου “Ελλάδα 2.0” και η προστασία του από τη στείρα προεκλογική αντιπαράθεση, αλλά και την επιβράδυνση που χαρακτηρίζει παραδοσιακά το κυβερνητικό έργο πριν από τις εκλογές». Και τούτο, γιατί όπως επιχειρηματολογεί σε άρθρο του στο «Βήμα της Κυριακής», το εν λόγω σχέδιο προφυλάσσει τη χώρα από τους κλυδωνισμούς που υφίσταται σήμερα η διεθνής οικονομία λόγω του ρωσικού πολέμου και της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης, ενώ συμβάλει στη διατηρήσιμη μεγέθυνση του εθνικού μας εισοδήματος.
Αναλυτικά, «την περασμένη Παρασκευή, 30/9, η κυβέρνηση ολοκλήρωσε νωρίτερα του αναμενόμενου και τα 28 μεταρρυθμιστικά και επενδυτικά ορόσημα που συνδέονται με την εκταμίευση επιπλέον 3,56 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εντός του 2022. Συνολικά η Ελλάδα θα έχει εισπράξει 11,1 δισ. ευρώ από τον ευρωπαϊκό κουμπαρά του ΤΑΑ και θα έχει εκταμιεύσει κοντά στα 2 δισ. ευρώ στην πραγματική οικονομία έως το τέλος Δεκεμβρίου», είναι τα στοιχεία που παραθέτει στην αρχή του άρθρου του ο υπουργός Επικρατείας.
Και συνεχίζει: «Η χώρα μας είναι μόλις το 4ο μέλος της ΕΕ που κατέθεσε αίτημα για τη δεύτερη δόση. Και η πρώτη σε όλη την Ένωση που ολοκλήρωσε επιτυχώς τα ορόσημα για το σκέλος των δανείων της τρίτης δόσης. Σε κάτι λιγότερο από ενάμιση χρόνο από τον Ιούλιο του 2021 που λάβαμε την έγκριση του σχεδίου μας, η Ελλάδα θα έχει εκταμιεύσει το ⅓ των πόρων που δικαιούται ως εθνικό μερίδιο από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το οποίο και αποτελεί το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν πακέτο στήριξης που έχει λάβει χώρα μέλος της ΕΕ (20% του ΑΕΠ έναντι κάτω του 15% στα αμέσως επόμενα κράτη)».
Θωρακίζουμε την ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις με πρόσθετους πόρους
Αναλύοντας, αμέσως μετά, τι σημαίνουν όλα αυτά, ο υπουργός Επικρατείας αναφέρει «ότι χάρη στο συνεκτικό και καλά αρθρωμένο εθνικό μας σχέδιο αλλά και την εμπροσθοβαρή και συνεπή τήρηση των δεσμεύσεών μας, η Ελλάδα από παραδοσιακός ουραγός στην απορρόφηση κοινοτικών πόρων, μετατρέπεται σταδιακά σε πρωταθλητή απορρόφησης. Θωρακίζουμε έτσι την ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις με πρόσθετους πόρους που είναι απολύτως κρίσιμοι για να στηρίξουμε τη ρευστότητα στην αγορά και να διατηρήσουμε το ιστορικά υψηλό επενδυτικό και αναπτυξιακό μομέντουμ».
Ενώ θυμίζει, παράλληλα, και σειρά οικονομικών-κοινωνικών παραμέτρων, όπως ότι στη χώρα μας «ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας “τρέχει” με διπλάσιες ταχύτητες αυτή τη στιγμή από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η ανεργία και το δημόσιο χρέος αποκλιμακώνονται επίσης με τον ταχύτερο ρυθμό στην ΕΕ. Οι ξένες άμεσες επενδύσεις καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ πίσω από το άλλο σε 20ετές υψηλό. Ο τουρισμός σημειώνει ρεκόρ εσόδων και τον Σεπτέμβριο. Και οι εξαγωγές μας πλέον έχουν ξεπεράσει ως μερίδιο του ΑΕΠ το 40% πάνω από όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου και πίσω μόνο από τη Γερμανία. Η Ελλάδα καταγράφεται από τον διεθνή οικονομικό τύπο (βλ. Financial Times 26.9.2022) ως μια από τις 7 δυναμικά και σε υγιείς βάσεις αναπτυσσόμενες οικονομίες του κόσμου. Φυσικά ο υψηλός εισαγόμενος πληθωρισμός που τείνει να λάβει δομικά χαρακτηριστικά και ροκανίζει τα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων αποτελεί πολύ σοβαρή πρόκληση».
Η Ελλάδα δεν αντέχει άλλη μια χαμένη δεκαετία
Κατά συνέπεια, «η απρόσκοπτη συνεπώς υλοποίηση του σχεδίου “Ελλάδα 2.0” και η προστασία του από την στείρα προεκλογική αντιπαράθεση αλλά και την επιβράδυνση που χαρακτηρίζει παραδοσιακά το κυβερνητικό έργο πριν από τις εκλογές αποκτά υπαρξιακό χαρακτήρα. Τόσο για τη χώρα και την προφύλαξη της από τους κλυδωνισμούς που υφίσταται σήμερα η διεθνής οικονομία λόγω του ρωσικού πολέμου και της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης, όσο φυσικά και για τη διατηρήσιμη μεγέθυνση του εθνικού μας εισοδήματος.
Προβάλει μια ευκαιρία με τη συνδρομή της αλματώδους ανάπτυξης και των μεγάλων δημόσιων επενδύσεων του ΤΑΑ, του ΕΣΠΑ και του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης, που μπορούν να αγγίξουν τα 80 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, να δημιουργήσουμε μια “ζώνη ασφαλείας” γύρω από την ελληνική οικονομία ώστε να περάσουμε με τις λιγότερες δυνατές αμυχές την διεθνή οικονομική επιβράδυνση. Έτσι θα μπορέσουμε να “ισοφαρίσουμε” τη χαμένη οικονομικά περίοδο του 2015-2019 όταν η Ελλάδα βυθίστηκε αρχικά σε ύφεση και μετά σε αναιμική ανάπτυξη, ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη αναπτυσσόταν δυναμικά».
Και, εν κατακλείδι, «ήδη το ενδιαφέρον που δείχνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις κάθε μεγέθους -μικρές, μεσαίες και μεγάλες- για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις ύψους άνω των 6,5 δισ. ευρώ με τα σχεδόν μηδενικού κόστους τραπεζικά δάνεια (0,9% επιτόκιο) που επιδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, μαρτυρά ότι πράγματι το νέο αυτό χρηματοδοτικό εργαλείο μπορεί να υποστηρίξει και να αναβαθμίσει την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας απέναντι στις μεγάλες κρίσεις. Αυτήν την ευκαιρία δεν πρέπει να την χαραμίσουμε. Η Ελλάδα δεν αντέχει άλλη μια χαμένη δεκαετία»