Την ανάγκη βέλτιστης διαχείρισης των συννοσηροτήτων σε άτομα με μακροχρόνια λοίμωξη κορονοϊού, για την ταχύτερη μείωση της διάρκειας των συμπτωμάτων τους, υποδηλώνουν τα ευρήματα μελέτης που δημοσιεύθηκε στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA Network Open με θέμα τα μακροχρόνια συμπτώματα μετά από οξεία λοίμωξη με κορονοϊό και τους παράγοντες που σχετίζονται με την επίλυσή τους. Τα δεδομένα της μελέτης συνοψίζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ροδάνθη Ελένη Συρίγου, Γιάννης Ντάνασης, και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ). Συνολικά έλαβαν μέρος 3.972 συμμετέχοντες με μέση ηλικία τα 50,9 έτη, οι οποίοι είχαν νοσήσει με SARS-CoV-2. Από αυτούς, οι 2.647 ανέφεραν τουλάχιστον 1 σύμπτωμα κατά την οξεία φάση. Η διάμεση παρακολούθηση τους ήταν 243 ημέρες.
Μεταξύ των 2.647 θετικών ασθενών με συμπτώματα κατά την οξεία φάση, 861 άτομα ανέφεραν τουλάχιστον 1 επίμονο σύμπτωμα διάρκειας 2 ή περισσότερων μηνών μετά την οξεία φάση. Τα πιο συχνά επίμονα συμπτώματα ήταν δύσπνοια , η αρθραλγία , η ανοσμία ή αγευσία , η κόπωση/καταβολή, οι διαταραχές προσοχής ή συγκέντρωσης, η απώλεια μνήμης και οι διαταραχές ύπνου . Το εκτιμώμενο ποσοστό των συμμετεχόντων με συμπτώματα κατά την οξεία φάση που είχαν τουλάχιστον 1 επίμονο σύμπτωμα ήταν 18,4% στους 6 μήνες, 10,1% στους 12 μήνες και 7,8% στους 18 μήνες. Ασθενείς με μεγαλύτερη ηλικία, πάνω από 60 ετών, γυναικείο φύλο , ιστορικό κακοήθειας, υψηλό δείκτη μάζας σώματος και μεγάλο αριθμό συμπτωμάτων κατά την οξεία φάση συσχετίστηκαν με βραδύτερη υποχώρηση των συμπτωμάτων.