Πλησιάζει η ώρα για ειρήνη μέσω διαπραγμάτευσης στην Ουκρανία προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος ενός ακόμα καταστροφικού παγκόσμιου πολέμου, αλλά τα όνειρα για διάλυση της Ρωσίας μπορεί να εξαπολύσουν πυρηνικό χάος, δήλωσε ο βετεράνος Αμερικανός διπλωμάτης Χένρι Κίσινγκερ. Ο Κίσινγκερ, υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ υπό τους προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ, έχει συναντήσει πολλές φορές τον Βλαντίμιρ Πούτιν από τότε που εκείνος ανήλθε στην προεδρία το 2000. «Πλησιάζει ο χρόνος για να οικοδομήσουμε πάνω στις στρατηγικές αλλαγές που έχουν ήδη επιτευχθεί και να τις ενσωματώσουμε σε μια νέα δομή προς την επίτευξη ειρήνης μέσω διαπραγμάτευσης», έγραψε ο 99χρονος διπλωμάτης στο περιοδικό The Spectator, σε άρθρο με τίτλο «Πώς να αποφευχθεί ένας ακόμα παγκόσμιος πόλεμος». Ο Κίσιντζερ δήλωσε ότι τον Μάιο είχε προτείνει κατάπαυση πυρός, βάσει της οποίας η Ρωσία θα υποχωρούσε στις γραμμές του μετώπου πριν την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου αλλά η Κριμαία θα αποτελούσε αντικείμενο «διαπραγμάτευσης».
Με την ιστορία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τους παραλληλισμούς με το σήμερα αρχίζει το άρθρο του στο βρετανικό περιοδικό ο βετεράνος διπλωμάτης. Ο πόλεμος εκείνος, όπως γράφει, ήταν μια «πολιτιστική αυτοκτονία που κατέστρεψε την ισχύ της Ευρώπης». Οι τότε ηγέτες της ηπείρου υπνοβατώντας μπήκαν σε μια διαμάχη στην οποία δεν θα είχαν μπει ποτέ αν είχαν προβλέψει το τέλος της. Το 1916, δύο χρόνια από την έναρξη του πολέμου που εξελίχθηκε σε σφαγή με εκατομμύρια νεκρούς, στη Δύση η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία άρχισαν να διερευνούν την προοπτική ειρήνευσης· το ίδιο έπραξαν στην Ανατολή η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και η Ρωσία. Ωστόσο, γράφει ο Κίσνγκερ, θα ήταν δύσκολο ο όποιος συμβιβασμός να δικαιολογήσει τις τεράστιες θυσίες και οι ηγέτες δεν ήθελαν να δείξουν αδύναμοι, οπότε δίσταζαν να μπουν σε μια επίσημη ειρηνευτική διαδικασία.
Ο βετεράνος διπλωμάτης λέει ότι είναι υπέρ μιας συμμαχικής στρατιωτικής προσπάθειας
Ζήτησαν την παρέμβαση των ΗΠΑ που πρότεινε μια ειρήνη πάνω σε ένα διαφορετικό status quo ante, κάτι εφικτό. Η καθυστέρηση του προέδρου Γουίλσον, που γενικά ήθελε να παρέμβει, λόγω των προεδρικών εκλογών το 1916 παρέτεινε τον πόλεμο αλλά πολλαπλασίασε τις θυσίες (άλλα δύο εκατομμύρια απώλειες στον απολογισμό). Και το αποτέλεσμα: η κατάρρευση της Γερμανικής και της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η εξαφάνιση της Αυστροουγγρικής, η τρομερή αιμορραγία της Γαλλίας και η τεράστια θυσία της Βρετανίας, αλλά η Συνθήκη των Βερσαλιών που υποτίθεται θα έφερνε την ειρήνη, αλλά «γέννησε τον επόμενο παγκόσμιο πόλεμο.
Είμαστε στο ίδιο σημείο σήμερα με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ρωτά ο Κίσινγκερ. Ο βετεράνος διπλωμάτης λέει ότι είναι υπέρ μιας συμμαχικής στρατιωτικής προσπάθειας για να ανακοπεί η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία. Ωστόσο, συνεχίζει, έχουν επιτευχθεί στρατηγικές αλλαγές και πλέον είναι η ώρα «να χτίσουμε πάνω σε αυτές, ώστε να τις ενσωματώσουμε σε μια νέα δομή για να πετύχουμε την ειρήνη μέσω διαπραγματεύσεων».
Η ανάδυση μιας μεγάλης χώρας
Για τον Κίσινγκερ η Ουκρανία έχει γίνει μια μεγάλη χώρα στην Κεντρική Ευρώπη για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία, η οποία με τη βοήθεια των συμμάχων και εμπνεόμενη από τον πρόεδρο Ζελένσκι, σταμάτησε τις ρωσικές συμβατικές δυνάμεις που «κρέμονταν πάνω από την Ευρώπη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο». Η χώρα έχει «χτίσει» έναν από τους μεγαλύτερους και αποτελεσματικούς στρατούς στην Ευρώπη. Η ειρηνευτική συμφωνία, όπως και αν διατυπωθεί, πρέπει να συνδέσει την Ουκρανία με το ΝΑΤΟ· η εναλλακτική της ουδετερότητας για την Ουκρανία δεν έχει πλέον νόημα, ειδικά μετά την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας. Για αυτόν τον λόγο, συνεχίζει ο Κίσινγκερ, πρότεινε ανακωχή στα σύνορα πριν από την 24η Φεβρουαρίου. Για περιοχές όπως η Κριμαία η διαπραγμάτευση θα γινόταν σε δεύτερο χρόνο.
Αν πάλι οι διαπραγματεύσεις πάνω σε αυτό το όριο δεν είχαν αποτέλεσμα, θα έπρεπε να δούμε την αρχή του αυτοπροσδιορισμού με δημοψηφίσματα υπό την επίβλεψη της διεθνούς κοινότητας. Ο στόχος της ειρήνης, τονίζει, θα είναι διπλός: η επιβεβαίωση της ελευθερίας της Ουκρανίας και ο ορισμός μιας διεθνούς δομής για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, στην οποία θα εύρισκε και η Ρωσία τη θέση της.
«Όχι» στην αποδυνάμωση της Ρωσίας
Ωστόσο, ο Κίσινγκερ εκφράζεται κατά της αποδυνάμωσης της Ρωσίας, η οποία, όπως λέει, παρά τη ροπή της προς τη βία έχει αποφασιστικής σημασίας συμβολές στη διεθνή ισορροπία εδώ και πέντε αιώνες. Παρά τις αποτυχίες στα μέτωπα, η παγκόσμια πυρηνική της ισχύς είναι άθικτη, κάτι που της δίνει τη δυνατότητα να απειλεί με κλιμάκωση στην Ουκρανία. Αν απομειώνονταν αυτή η δυνατότητα, μια τεράστια χώρα θα ρίχνονταν στο χάος.
Ο Κίσινγκερ προχωρά ένα βήμα πιο πέρα, μιλώντας για την υψηλή τεχνολογία και την τεχνητή νοημοσύνη στο περιβάλλον των πολέμων. Αν οι μηχανές ενεργούν αυτόνομα εντοπίζοντας, αξιολογώντας και αντιμετωπίζοντας στόχους, θα είναι σε θέση να αρχίσουν ένα πόλεμο από μόνες τους. Όταν περάσει αυτό το όριο, ο κόσμος θα κινείται σε πραγματικά άγνωστα νερά, σε καταστάσεις που απειλούν ακόμη και τον πολιτισμό. Κατά τον ίδιο η κατανόηση αυτής της απειλής είναι ένα ζήτημα ανάλογης σημασίας με την κλιματική αλλαγή. Η ειρήνη και η διεθνής τάξη έχει ανάγκη την ασφάλεια και τη διαπραγμάτευση. Αν δεν μπορούμε να έχουμε και τα δύο, δεν θα πετύχουμε κανένα, τονίζει ο Κίσινγκερ.