Το 1964 ήταν μία χρονιά με ανάμεικτα συναισθήματα για τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο. Από τη μία έχασε τον πατέρα του και “ανέβηκε” αυτός στον θρόνο, από την άλλη, νυμφεύτηκε την πριγκίπισσα Δανίας Άννα-Μαρία, με την οποία έζησαν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Από το 1963, και μετά το τέλος της φερόμενης σχέσης του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, ως διάδοχος του θρόνου, αρραβωνιάστηκε τη μικρότερη κόρη του βασιλιά της Δανίας. Μαζί απέκτησαν πέντε παιδιά, την Αλεξία, τον Παύλο, τον Νικόλαο, τη Θεοδώρα και τον Φίλιππο, και εννιά εγγόνια.
Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Το ειδύλλιο με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και η αντίδραση της Φρειδερίκης
Ο τέως βασιλιάς στη βιογραφία του, είχε αναφερθεί στην πρόταση γάμου, αλλά και στον τρόπο που ζήτησε το χέρι της μέλλουσας συζύγου του από τον πατέρα της, βασιλιά της Δανίας, Φρειδερίκο: “Θέλω να παντρευτώ την πριγκίπισσα Άννα-Μαρία. Ζητώ το χέρι της κόρη σας” του είχε πει, με τον βασιλιά της Δανίας να τον κλειδώνει στην τουαλέτα του γραφείου του.
“Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ ένα βασιλιά”
Αργότερα, ο μελλοντικός πεθερός του, τού εξήγησε πως τον κλείδωσε προκειμένου να μιλήσει με τη σύζυγό του, η οποία τον προέτρεψε να τον ξεκλειδώσει και να φέρει σαμπάνια για να γιορτάσουν το ευτυχές γεγονός. Ο ίδιος πάντως είχε αναφέρει, πως την πρόταση γάμου δεν την είχε κάνει με τον παραδοσιακό τρόπο, αλλά είχε ξεκινήσει να μιλάει στη μέλλουσα σύζυγό του, για το πως θα είναι η ζωή τους στην Ελλάδα.
Μετά τους αρραβώνες του ζεύγους τον Ιανουάριο του 1963, η Άννα Μαρία είχε δηλώσει: “Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ ένα βασιλιά. Ήθελα απλά να είμαι μία γυναίκα ευτυχισμένη με το σύζυγό της. Ναι, αγαπώ εδώ και καιρό τον Κωνσταντίνο και εύχομαι ο χρόνος να μας επιτρέψει να ζήσουμε μερικά χρόνια όπως όλος ο κόσμος”. Οι δύο μελλόνυμφοι ανήκαν στην ίδια δυναστεία (Σλέσβιχ – Χολστάιν – Ζόντερμπουργκ – Γκλίσμπουργκ) και ήταν μακρινοί συγγενείς. Το ζευγάρι είχε γνωριστεί το 1959 στη Δανία και αμέσως αναπτύχθηκε μεταξύ τους ένα τρυφερό αίσθημα, που εξελίχθηκε σε έρωτα.
“Το γεγονός της δεκαετίας”
Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1964 λοιπόν, η Αθήνα “ντύθηκε” στα γιορτινά της, για να υποδεχθεί “το γεγονός της δεκαετίας”, όπως το χαρακτήριζαν τότε. Ο γάμος τους τελέστηκε με κάθε μεγαλοπρέπεια στην Μητρόπολη Αθηνών από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσόστομο Β’. Ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος επίσημος γάμος εν ενεργεία μονάρχη που έγινε στην Ελλάδα. Οι δρόμοι της Αθήνας, εκείνης της ημέρας, είχαν στολιστεί με σημαίες της Ελλάδας αλλά και της Δανίας, και ο κόσμος είχε ξεχυθεί στους δρόμους για να θαυμάσει το βασιλικό ζεύγος.
Από την οικία του Τατοΐου πρώτοι αναχώρησαν με ανοιχτή άμαξα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Β και η Βασιλομήτωρ Φρειδερίκη, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησε η άμαξα στην οποία επέβαιναν η Πριγκίπισσα Άννα-Μαρία και ο πατέρας της, βασιλιάς Φρειδερίκος Θ’ της Δανίας. Ο Κωνσταντίνος ήταν μόλις 24 ετών και είχε διαδεχθεί στον ελληνικό θρόνο τον πατέρα του Παύλο, που είχε πεθάνει στις 6 Μαρτίου 1964, ενώ η Άννα Μαρία μόλις είχε συμπληρώσει τα 18 της χρόνια και ήταν η τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου του 9ου και της βασίλισσας Ίνγκριντ.
Η γαμήλια τελετή ξεκίνησε στις 10:00 το πρωί στη Μητρόπολη των Αθηνών
Η γαμήλια τελετή ξεκίνησε στις 10:00 το πρωί στη Μητρόπολη των Αθηνών, που είχε διακοσμηθεί με 10.000 κόκκινες γλαδιόλες, ενώ παρέστησαν 1.200 προσκεκλημένοι, ανάμεσά τους 18 βασιλείς, 7 διάδοχοι θρόνων, 2 βασιλικοί σύζυγοι, 103 πρίγκιπες και πριγκίπισσες, καθώς και 20 δούκες και κόμητες. Από εκκλησιαστικής πλευράς, στη γαμήλια τελετή παρέστησαν 104 πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και αρχιερείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τα χρυσοΰφαντα άμφιά τους.
Η καθολική συμμετοχή των ηγετών της ορθοδοξίας προσέδωσε πανορθόδοξο χαρακτήρα στο γεγονός, επειδή ο Κωνσταντίνος ήταν ο μοναδικός εν ενεργεία ορθόδοξος βασιλιάς. Στις 11:10 π.μ. η τελετή έληξε και οι νεόνυμφοι υπό τους ήχους κανονιοβολισμών επιβιβάστηκαν σε άμαξα, που την έσερναν 6 γκριζόλευκα άλογα. Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου είχε κατακλύσει τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας για να παρακολουθήσουν τη βασιλική πομπή με τους νεόνυμφους.