Πούτιν Χάγη: Ο επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου διενεργεί ήδη έρευνα για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, η Αναλένα Μπέρμποκ, αναμένεται να συζητήσει για το πώς θα μπορούσε να λογοδοτήσει για τον πόλεμο στην Ουκρανία ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν σήμερα στη Χάγη. Η πολιτικός των Πρασίνων θα βρίσκεται αργότερα το πρωί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), για συνομιλίες αρχικά με τον πρόεδρο του Πιοτρ Χοφμάνσκι και κατόπιν με τον επικεφαλής εισαγγελέα του Καρίμ Χαν. Η κυρία Μπέρμποκ αναμένεται εξάλλου να εκφωνήσει ομιλία στην Ακαδημία Διεθνούς Δικαίου της Χάγης. Η επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας σπούδασε —μεταξύ άλλων— διεθνές δίκαιο, όμως δεν ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στο πεδίο αυτό.
Το απόγευμα η Γερμανίδα ΥΠΕΞ θα έχει συνομιλίες με τον ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε και τον ομόλογό της Βόπκε Χούξτρα. Ο επικεφαλής εισαγγελέας του ΔΠΔ Χαν διενεργεί ήδη έρευνα για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Στη δικαιοδοσία του διεθνούς δικαστηρίου εμπίπτουν τα εγκλήματα πολέμου, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και η γενοκτονία. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την επίθεση χώρας σε άλλη, το δικαστήριο δεν μπορεί να ενεργήσει, μεταξύ άλλων διότι η Ρωσική Ομοσπονδία δεν είναι κράτος-συμβαλλόμενο μέρος. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι κάλεσε να ιδρυθεί ειδικό διεθνές δικαστήριο στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο
42 κράτη έχουν υπογράψει αλλά δεν έχουν επικυρώσει το Καταστατικό
Έως τον Μάρτιο του 2022, 123 χώρες είναι μέλη του Δικαστηρίου και άλλα 42 κράτη έχουν υπογράψει αλλά δεν έχουν επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης. Η Κίνα και η Ινδία δεν έχουν υπογράψει το Καταστατικό ενώ η Ρωσία παρόλο που το υπέγραψε δεν το έχει επικυρώσει, ενώ πρόσφατα ανακοίνωσε ότι αποσύρει ακόμη και την υπογραφή της. Μεταξύ των κρατών που έχουν υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης συνολικά 35 χώρες δεν το έχουν επικυρώσει, ενώ τρεις από αυτές, το Ισραήλ, το Σουδάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες, κατόπιν απέσυραν την υπογραφή τους και δεν συμμετέχουν. Όσον αφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, η κυβέρνηση Κλίντον υπέγραψε το Καταστατικό της Ρώμης το 2000 αλλά η κυβέρνηση Μπους απέσυρε την υπογραφή ούτως ώστε να μην μπορούν να διωχθούν ποινικά τα στρατεύματα τους.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του μόνο σε περιπτώσεις όπου ο κατηγορούμενος είναι υπήκοος κράτους μέλους, το κρινόμενο έγκλημα έλαβε χώρα σε έδαφος κράτους μέλους ή σε περίπτωση που η υπόθεση παραπέμπεται στο δικαστήριο από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Το δικαστήριο συμπληρώνει τα υπάρχοντα εθνικά δικαστικά συστήματα, ασκώντας τη δικαιοδοσία του μόνον όταν τα εθνικά δικαστήρια είναι απρόθυμα ή ανίκανα να ερευνήσουν ή να διώξουν τα προαναφερόμενα εγκλήματα. Η κύρια ευθύνη για την έρευνα και την τιμωρία των εγκλημάτων παραμένει στο κάθε μεμονωμένο κράτος.[11] Το ΔΠΔ απασχολεί πάνω από 900 άτομα από περίπου 100 χώρες και διεξάγει διαδικασίες στα αγγλικά και στα γαλλικά.
Μέχρι σήμερα το δικαστήριο έχει ερευνήσει τέσσερις υποθέσεις
Μέχρι σήμερα το δικαστήριο έχει ερευνήσει τέσσερις υποθέσεις, της Βόρειας Ουγκάντας, του Κονγκό, της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και του Νταρφούρ. Το δικαστήριο έχει απαγγείλει κατηγορίες σε δεκατέσσερα άτομα, επτά από τα οποία παραμένουν ελεύθερα, δύο έχουν πεθάνει και πέντε βρίσκονται υπό κράτηση. Η πρώτη δίκη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, του αρχηγού της κονγκολέζικης πολιτοφυλακής Τόμας Λουμπάνγκα (Thomas Lubanga), ξεκίνησε στις 26 Ιανουαρίου 2009. Η τελευταία καταδίκη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αφορούσε τον Ζαν Πιερ Μπέμπα, οποίος όχι μόνο καταδικάστηκε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, αλλά επίσης, με δεύτερη δίκη, για παράνομες προσπάθειες επηρεασμού δεκατεσσάρων μαρτύρων.
Στην ελληνική νομική επιστήμη είναι σχετικά μικρή η βιβλιογραφία για το διεθνές ποινικό δίκαιο και συνακόλουθα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Το πιο ολοκληρωμένο σύγγραμμα γύρω από το θέμα αυτό εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2017 από τη Νομική Βιβλιοθήκη και αναλύει τις προϋποθέσεις άσκησης της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, τη φύση των διεθνών εγκλημάτων στις διάφορες κατηγορίες τους (εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία, έγκλημα της επίθεσης), τα Σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τις ασυλίες και την αρχή της συμπληρωματικότητας.
Σχέση με τον ΟΗΕ
Σε αντίθεση με το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το ΔΠΔ είναι νομικά ανεξάρτητο από τα Ηνωμένα Έθνη. Ωστόσο, το Καταστατικό της Ρώμης παρέχει ορισμένες εξουσίες στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο περιορίζει τη λειτουργική του ανεξαρτησία. Το άρθρο 13 επιτρέπει στο Συμβούλιο Ασφαλείας να παραπέμπει στο Δικαστήριο υποθέσεις που διαφορετικά δεν θα ενέπιπταν στη δικαιοδοσία του (όπως έκανε στην περίπτωση του Νταρφούρ και της Λιβύης, τις υποθέσεις των οποίων το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε διαφορετικά να διώξει, καθώς ούτε το Σουδάν ούτε η Λιβύη είναι κράτη μέλη).
Το άρθρο 16 επιτρέπει στο Συμβούλιο Ασφαλείας να απαιτήσει από το Δικαστήριο να αναβάλει τη διερεύνηση μιας υπόθεσης για περίοδο 12 μηνών. Μια τέτοια αναβολή μπορεί να ανανεωθεί επ’ αόριστον από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αυτό το είδος ρύθμισης παρέχει στο ΔΠΔ ορισμένα από τα πλεονεκτήματα που προέρχονται από τα όργανα των Ηνωμένων Εθνών, όπως η χρήση των εξουσιών επιβολής του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά δημιουργεί επίσης κινδύνους εμπλοκής του Συμβουλίου Ασφαλείας λόγω των πολιτικών αντιπαραθέσεων των μελών του.
Το Δικαστήριο συνεργάζεται με τον ΟΗΕ σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών και της υλικοτεχνικής υποστήριξης. Το Δικαστήριο υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στον ΟΗΕ για τις δραστηριότητές του, και ορισμένες συνεδριάσεις της Συνέλευσης των Κρατών Μελών πραγματοποιούνται στις εγκαταστάσεις του ΟΗΕ. Η σχέση μεταξύ του Δικαστηρίου και του ΟΗΕ διέπεται από τη «Συμφωνία Σχέσεων μεταξύ του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και των Ηνωμένων Εθνών».