Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
«Αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσται πάντα και μηδέν μηδέποτε επί το αυτό μένειν»
Ηράκλειτος
Όσοι απο εμάς έχουν χάσει αγαπημένο τους πρόσωπο, στην ηλικία των δύο πιλότων της Πολεμικής μας Αεροπορίας, γνωρίζουν πως εκείνες τις δραματικές τελευταίες ωρες που ο άνθρωπός τους έχει ‘φύγει’ ειναι ακόμη μαζί τους, κοντά τους. Νιώθουν την παρουσία του και έχουν μια επικοινωνία μαζί του… Εκείνοι, εμείς, απ’o αυτόν τον κόσμο στον οποίο μέχρι χθες ζούσαμε μαζί, εκείνος απο εναν αλλο, άγνωστο σε εμάς.. ακόμη.
Ειναι αυτές οι ωρες μια μυσταγωγία, ενα μυστήριο το οποίο πρέπει να τελείται μέσα σε έναν αυστηρά στενό οικογενειακό κύκλο που να περιορίζεται στους γονείς και τα πολύ κοντινά τους πρόσωπα… Ολοι οι άλλοι που με καλή πάντα διάθεση προσέρχονται για να εκφράσουν τα συλλυπητήριά τους δεν είναι παρά απλοί θεατές ενός δράματος την ωρα που συντελείται, ή μια ακόμη είδηση για ενα τηλεοπτικό κοινό εθισμένο να καταναλώνει δράματα άλλων σε ζωντανή μετάδοση.
Κάμερες…
Πολλοί βρίσκουν την δύναμη σε τέτοιες δύσκολες στιγμές να προφυλάξουν αυτήν την αυστηρά οικογενειακή ιεροτελεστία απ’ την εκτροπή της σε μια ανθρώπινη ‘μάζωξη’ κι’ ευκαιρία για αναθέρμανση κοινωνικών σχέσεων. Τα συλλυπητήρια, όσο… θερμά κι αν είναι, δεν απαλύνουν ποτέ τον πόνο. Οι θεατές του δράματος θα αποχωρήσουν και οι πρωταγωνιστές ολομόναχοι θα προσπαθήσουν να συγκεντρώσουν όσα ψυχικά κομμάτια τους έχουν απομείνει, να ανασυνθέσουν μ’ αυτά την ζωή τους και να ζήσουν απο κει και πέρα μ’ ενα τραύμα που δεν πρόκειται να επουλωθεί οπως οι γονείς του Στάθη, του Μάριου, της Ελένης.
Πολλοί ρεπόρτερ, στο όνομα της εργασίας, αγνοούν τα όρια ανάμεσα στην υποχρέωσή τους για την προβολή της είδησης και την προσβολή της αξιοπρέπειας των τραγικών προσώπων της στιγμής. Τι περιμένει κάποιος να του πει μια μάνα την ωρα που αποχωρίζεται το παιδί της, προτάσσοντάς της το μικρόφωνο με την ίδια ευκολία που το κάνει σ’ έναν κακοποιό; Γιατί πρέπει να καταγράψει με την κάμερα σκηνές αρχαίας τραγωδίας απο πραγματικό γεγονός;
Για την Ελλάδα…
Σίγουρα, αφού δάκρυσε ο Πρωθυπουργός και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δάκρυσε ολη η Ελλάδα. Και δακρύσαμε γιατί έφυγαν από την ζωή δυο νέοι άνθρωποι που η πατρίδα τους έχει ανάγκη να δώσουν ζωή στην κοινωνία με την ζωή τους κι οχι να δώσουν την ζωή τους για μια πατρίδα τελικά χωρίς τα παιδιά της. Οσο κι αν κάποτε για τους προγόνους μας οι στίχοι του Παλαμά πως ‘αν πεθάνουμε για την Ελλάδα θεία ειν’ η δάφνη…μια φορά κανείς πεθαίνει’ εξύψωναν το πατριωτικό συναίσθημα, σήμερα καμμιά ‘Τούρκα μάνα η μάνα Γκρέκα’ δεν θα νιώσει λιγότερο πόνο και μεγαλύτερη υπερηφάνεια αν το παιδί της θυσιαστεί για την πατρίδα.
Και είναι αποτυχία ολων των κυβερνήσεων, ενω καθαρίσαμε οριστικά με τους πάλαι ποτέ εχθρούς μας απο Βορρά να μην μπορούμε να λύσουμε την μοναδική, οπως μας λένε, διαφορά μας με την Τουρκία που είναι η υφαλοκρηπίδα. Τελικά πότε θα καταλάβουν, αυτοί που πρέπει, πως σήμερα περισσότερο απο άλλες φορές οι διαφορές λύνονται με διαπραγματεύσεις και στον χώρο της διπλωματίας κι’ οχι με θυσίες νέων ανθρώπων;
Άδικα…
Λέμε πολλές φορές, ιδίως οταν πρόκειται για νέα παιδιά, για νέους ανθρώπους πως κάποιος χάθηκε άδικα. Δεν υπάρχει δίκαιος θάνατος! Κανένας νέος δεν θα θυσίαζε την ζωή του σήμερα για να του στήσουν μια προτομή σε μια πλατεία επαρχιακής πόλης ή για να του αφιερώσει η Ιστορία λίγες γραμμές σε κάποια σελίδα της. Η Ζωή είναι ενα Δώρο του Θεού. Δώρο της Φύσης. του Υπάρχειν του ‘αεί γιγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε τω αυτό μένειν’ κατά τον Ηράκλειτο… Αν ομως η απώλεια αυτού του δώρου της Ζωης που συντελείται με τον θάνατο συνιστά μια τραγωδία για τον άνθρωπο, ετσι για να εξυπηρετηθεί το ‘αεί γίγνεσθαι’ του Ηράκλειτου, τότε γιατί να υπάρχει αυτή η ζωή, αφού χάνεται με τρόπο δραματικό;
Ακόμα κι αν τελικά την βιώνουμε πάντα με τον φόβο της απώλειας, της δικής μας η αγαπημένων μας προσώπων… ‘Γιατί τελικά΄ οπως έλεγε ο σύγχρονος Γερμανός φιλόσοφος, Μαρτιν Χάιντεγκερ, “να υπάρχουν τα όντα και όχι το τίποτε;», ανοίγοντας τον δικό του δρόμο της εισαγωγής στην δική του φιλοσοφία. Μια ακόμη φιλοσοφία που δεν δίνει απαντήσεις σε υπαρξιακά ερωτήματα, ανοίγει όμως δρόμους για σκέψη.
Ανηφόρα
Δρόμους σκέψης ανηφορικούς, που οδηγούν την ανθρώπινη συνείδηση σε δυσπρόσιτες κορυφές. Κορυφές από οπου θα βλέπουμε αυτήν την πραγματικότητα που ζούμε και που πολλές φορές μας τρομάζει, μας φοβίζει, μας πληγώνει.. στην σωστή της διάσταση: Ως ενα απειροελάχιστο κλάσμα χρόνου μέσα στο αεί γίγνεσθαι της Ζωής που με ή χωρίς εμάς θα διαιωνίζεται στους δικούς της ρυθμούς. Ειναι ενας δρόμος σκέψης που τον χάσαμε αναζητώντας το νόημα της Ζωης στον εικονικό κόσμο της τεχνολογίας. Η εποχή μας χρειάζεται λιγότερους επιστήμονες, αναλυτές, επικριτές και περισσότερους φιλόσοφους ποιητές, στοχαστές… Αυτών η έλλειψη ειναι δραματικά αισθητή.