Η Αννα Διαμαντοπούλου έγραψε στο Βήμα της Κυριακής για τις πολιτικές συνέπειες της κρίσης εμπιστοσύνης στο πολιτικο σύστημα
Αρθρο στο Βήμα της Κυριακής για το πώς πρέπει να διαχειριστεί το πολιτικό σύστημα τις συνέπειες του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη, την κρίση εμπιστοσύνης που προκαλεί και το πώς θα αντιδράσουν οι ψηφοφόροι, έγραψε η Αννα Διαμαντοπούλου. Καταλήγοντας, προσπαθεί να προβλέψει το πώς θα αντιδράσουν οι ψηφοφόροι. Ένα ενδεχόμενο, σημειώνει, είναι οι πολίτες να στραφούν σε μικρά κόμματα και στην αποχή, γεγονός που θα προκαλέσει και πολιτική κρίση. Ένα δεύτερο ενδεχόμενο είναι όμως, προσθέτει, να τεθεί το ερώτημα του ποιος ή ποιοι θα είναι σε θέση να οδηγήσουν τη χώρα στον 21ο αιώνα και να πείσουν ότι θα γυρίσουν σελίδα στην αναξιοκρατία, στο ρουσφέτι και την κομματοκρατία. Ποιος ή ποιοι μπορούν να αλλάξουν τη χώρα, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος.
Τι έγραψε η Αννα Διαμαντοπούλου
Όταν πριν από 11 χρόνια αποφάσισα να μην συμμετέχω πλέον στην κομματική ζωή της χώρας, είχα πλήρη συναίσθηση τριών πραγμάτων: της διαχρονικής πολιτικής ευθύνης για την οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2010, του μεγάλου αγώνα του ΠΑΣΟΚ για να κρατηθεί η χώρα όρθια, και τη σημαντική έλλειψη εμπιστοσύνης της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα. Το στοίχημα μετά την κρίση, ήταν να αποκτήσουμε μία νέα κουλτούρα, αντιλαμβανόμενοι την συλλογική και την ατομική ευθύνη. Αυτό προϋπόθετε την ύπαρξη πολιτικής ομολογίας και συμφωνίας στις αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση, τόσο από τα κόμματα που κυβέρνησαν, όσο και από την Αριστερά και τα συνδικάτα. Αυτό δεν έγινε ποτέ.
Έτσι, σε κάθε κρίση που προκύπτει, η οργή ξεχειλίζει μπροστά σε ερωτήματα που μένουν αναπάντητα και σε συμπεριφορές που επαναλαμβάνονται.
Είναι λοιπόν σαφές ότι προχωρώ σε ορισμένες επισημάνσεις με πλήρη αίσθηση της ευθύνης μου, μετά από 25 χρόνια στην ενεργό πολιτική. Η τραγωδία του σιδηροδρομικού δυστυχήματος, αφήνει ένα βαθύ αποτύπωμα, κυρίως στους νέους, που αισθάνονται ότι ζουν σε μία χώρα που δεν μπορεί να τους προστατέψει. Η ορθή διαχείριση της κρίσης παίζει τον ρόλο της, αλλά δεν αρκεί πλέον. Γενικές δικαιολογίες, δεσμεύσεις ή καταγγελίες δεν αρκούν, τα τρία βασικά κόμματα είναι δοκιμασμένα και κανείς δεν μπορεί να παριστάνει τον “αθώο”.
Χρειάζεται από όλα τα κόμματα αλλά πρωτευόντως από την κυβέρνηση, που έχει την ευθύνη της τελευταίας τετραετίας:
α) Πολιτική παραδοχή των πεπραγμένων, των λαθών, αλλά και των επιτευγμάτων, ανάληψη ευθυνών με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο.
β) Ομόθυμη στήριξη της δικαστικής διερεύνησης, ώστε “το όλα στο φως” να οδηγήσει τάχιστα σε καταμερισμό ευθυνών και τιμωρία σε όλα τα επίπεδα.
γ) Προγραμματικό λόγο. Το “ποτέ ξανά” σημαίνει ότι, ενόψει και της προεκλογικής περιόδου, θα πρέπει να υπάρξουν προγραμματικές δεσμεύσεις και να συζητηθούν δημόσια με δημιουργική αντιπαράθεση, με τη συμμετοχή και ειδικών, ώστε να κατανοήσουν οι πολίτες το εφικτό των δεσμεύσεων .
Τέλος, υπάρχει μεγάλη ευθύνη στους πολιτικούς ηγέτες για το πώς διαχειρίζονται την δικαιολογημένη λαϊκή οργή και το συλλογικό πένθος. Αλίμονο στον πολιτικό που δεν την κατανοεί, και τρισαλίμονο για τη χώρα αν έχει ηγέτες, οι οποίοι υποδαυλίζουν την μετατροπή της οργής σε καταστροφική δύναμη. Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών μετά την τραγωδία. Ένα ενδεχόμενο είναι η στροφή της ψήφου προς μικρά κόμματα ή την αποχή, λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, κάτι που οδηγεί σε αδιέξοδο διακυβέρνησης. Το άλλο ενδεχόμενο είναι να τεθεί το δίλημμα του ΠΟΙΟΣ, επιτέλους, μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα στον 21ο αιώνα, με μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, από την Παιδεία και την Δικαιοσύνη μέχρι την Υγεία και τις Μεταφορές και να προλάβει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
ΠΟΙΟΣ μπορεί να γυρίσει σελίδα στον εγκληματικό εφησυχασμό, στην αναξιοκρατία, στο ρουσφέτι, στην κομματοκρατία.
ΠΟΙΟΣ, δηλαδή, μπορεί να πείσει ότι αυτός και η ομάδα του είναι έτοιμοι να αγωνιστούν για να αλλάξουν την χώρα, αδιαφορώντας για το δικό τους πολιτικό αύριο.