Όλα είναι στο μυαλό: Η θλίψη και η απώλεια είναι επιζήμιες για την υγεία
H επιστήμη επιχειρεί να αποδείξει ότι η θετική σκέψη, η αισιόδοξη ματιά, μπορούν πραγματικά να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου και των ασθενειών και η φράση «είναι όλα στο μυαλό μας», δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Επιστήμονες λένε ότι ανακάλυψαν τους ισχυρούς φυσικούς δεσμούς μεταξύ του μυαλού και του σώματός μας που πραγματικά αλληλεπιδρούν. Και τα καλά νέα είναι ότι κατανοώντας πώς τα συναισθήματά μας ωθούν τον εγκέφαλό μας να επηρεάσει το σώμα μας, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι μπορούν να αναπτύξουν επαναστατικούς νέους τρόπους για τη θεραπεία σοβαρών παθήσεων όπως ο χρόνιος πόνος και ο καρκίνος, με τη βοήθεια και της θετικής σκέψης.
Η θλίψη και η απώλεια είναι επιζήμιες για την υγεία
Οι γιατροί γνωρίζουν εδώ και καιρό ότι μια τραυματική εμπειρία μπορεί να βλάψει την καρδιά μας. Στην πιο ακραία περίπτωση, σε μια κατάσταση που ονομάζεται σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς, τα στρεσογόνα γεγονότα προκαλούν ξαφνική εξασθένηση των καρδιακών μυών των ανθρώπων, η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία. Η θλίψη και η απώλεια μπορούν επίσης να προκαλέσουν βλάβες που είναι πιο ολέθριες, αν και λιγότερο άμεσα καταστροφικές, σύμφωνα με μια νέα μελέτη από ερευνητές στη Σουηδία, οι οποίοι μελέτησαν τα αρχεία υγείας περισσότερων των δύο εκατομμυρίων γονέων.
Έτσι διαπιστώθηκε ότι όσοι είχαν χάσει ένα παιδί είχαν υπερδιπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν κολπική μαρμαρυγή, όπου η καρδιά χτυπά ακανόνιστα και αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, ανέφερε το Journal of Epidemiology and Community Health τον Μάρτιο. Ο Δρ Ντανγκ Γουέι, επιδημιολόγος που ηγήθηκε της μελέτης στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα της Στοκχόλμης, δήλωσε στο Good Health: «Μια ραγισμένη καρδιά ραγίζει την καρδιά. Τα άτομα που έχασαν ένα στενό μέλος της οικογένειάς τους είχαν υψηλότερο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής, καρδιακής νόσου, καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής ανεπάρκειας σε σχέση με εκείνους που δεν είχαν χάσει».
Πώς συνδέονται τόσο στενά τα συναισθήματα με την καρδιά;
Στο Ισραήλ, η Χεντβά Χαϊκίν, ερευνήτρια ανοσολογίας στο Technion-Israel Institute of Technology στη Χάιφα, διερευνά τον ρόλο μιας περιοχής του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα θετικά συναισθήματα και τα κίνητρα, η οποία ονομάζεται κοιλιακή τμηματική περιοχή (μεσαίος εγκέφαλος). Λέει ότι η ενεργοποίηση του κέντρου θετικών συναισθημάτων του εγκεφάλου φαίνεται να πυροδοτεί αλλαγές στο ανοσοποιητικό σύστημα που βοηθούν στη μείωση του καταστροφικού ουλώδους ιστού. Τώρα η ίδια και οι συνάδελφοί της διερευνούν πώς συμβαίνει αυτό, προκειμένου να μπορέσουν οι γιατροί να αξιοποιήσουν αυτή τη θετική δύναμη του νου. Εν τω μεταξύ, άλλες μελέτες αποκαλύπτουν ζωτικά στοιχεία για το πώς ο μεσαίος εγκέφαλος παίζει κρίσιμο ρόλο σε άλλες σοβαρές διαταραχές, κυρίως στον χρόνιο πόνο.
Το 2020, μια μελέτη με επικεφαλής τον καθηγητή Τζέραλντ Ζαμπόνι- νευροβιολόγο στο Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι του Καναδά – έδειξε ότι η διέγερση του σημείου του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα θετικά συναισθήματα και τα κίνητρα ανακούφιζε την κατάσταση ποντικιών, που χρησιμοποιήθηκαν σε πείραμα, τα οποία ταλαιπωρούνταν από χρόνιο πόνο. Ο καθηγητής είπε ότι οι μελέτες του δείχνουν ότι αυτό το σημείο του εγκεφάλου στέλνει μήνυμα για την έκκριση της χημικής ουσίας ντοπαμίνη, που μειώνει την αίσθηση του πόνου. Τα θετικά κίνητρα, εκτιμά ότι επίσης διεγείρουν τον μεσαίο εγκέφαλο για την μετάδοση της ντοπαμίνης. Ισχυρίζεται λοιπόν ότι η ενθάρρυνση των ατόμων με χρόνιο πόνο να διεγείρουν τον μεσαίο εγκέφαλό τους, ενισχύοντας τα επίπεδα θετικότητας, μπορεί να ανακουφίσει από τα συμπτώματά του χρόνιου πόνου.
«Όλα στο μυαλό»
Η Χεντβά Χέικιν, σύμφωνα με την Daily Mail, σημείωσε ότι ενώ υπάρχουν πολλές ανεπίσημες ενδείξεις ότι οι άνθρωποι που σκέφτονται θετικά φαίνεται να επιβιώνουν καλύτερα από τις ασθένειες, η δυνατότητα να προσδιοριστεί μια οδός μέσω της οποίας εμφανίζεται ένα τέτοιο αποτέλεσμα – και να αποδειχθεί ότι λειτουργεί σε πειράματα σε πειραματόζωα – το καθιστά πολύ πιο πραγματικό. Τέτοια ευρήματα μελετών χαιρετίζονται από τον Καρμίν Παριάντε, καθηγητή βιολογικής ψυχιατρικής στο King’s College του Λονδίνου. «Όλες αυτές οι εξελίξεις είναι συναρπαστικές, διότι τώρα κατανοούμε τα μοριακά μονοπάτια που εμπλέκονται σε μικροσκοπικό επίπεδο», δήλωσε.
«Η ιδέα ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου και του ανοσοποιητικού συστήματος είναι κάτι που γνωρίζουμε εδώ και 50 χρόνια. Ωστόσο, όταν υπονοούμε ότι η σωματική υγεία οφείλεται σε πράγματα που συμβαίνουν στον εγκέφαλο, οι άνθρωποι ακούνε ότι δρα «στο μυαλό» – και υποθέτουν ότι αναφέρονται στο σωματικό τους πρόβλημα και εννοούν ότι είναι «όλα στο μυαλό». «Όσο περισσότερο μπορούμε να τονίσουμε ότι ο εγκέφαλος και το σώμα επικοινωνούν μέσω βιολογικών μηχανισμών, τότε μπορούμε να θεραπεύσουμε τους ασθενείς πιο αποτελεσματικά ασχολούμενοι με την ψυχολογία καθώς και με τη φυσιολογία τους».