Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αποφασισμένος να συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, αλλά και της σύγκρουσης με το «βαθύ κράτος», όπως ο ίδιος έχει δηλώσει
Πιστός στο δόγμα των «καθαρών μηνυμάτων» απέναντι στους πολίτες, ο πρωθυπουργός επέλεξε και σε αυτήν την προεκλογική περίοδο που οδηγεί στις κάλπες της Κυριακής να θέσει εξ αρχής ξεκάθαρα το διακύβευμα της κάλπης.
Του Γιάννη Ντσούνου
Και έτσι από την αρχή της προεκλογικής περιόδου έκανε λόγο για μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ, που θα προχωρήσει στην υλοποίηση του προγράμματός της με σταθερότητα και χωρίς παλινωδίες. Και λίγες ημέρες μετά, στη συζήτηση (πάλι δια στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη) εισήχθη ο όρος «ισχυρή αυτοδυναμία». Η φράση αυτή του πρωθυπουργού δημιούργησε αρκετές συζητήσεις και απορίες και μάλιστα κάποιοι έφτασαν στο σημείο να υποστηρίξουν ότι ο πρωθυπουργός ούτε λίγο, ούτε πολύ εκβιάζει τον ελληνικό λαό ότι, αν δεν έχει τον αριθμό των βουλευτών που εκείνος επιθυμεί, θα οδηγήσει την χώρα σε τρίτες εκλογές.
Ευτυχώς τα σενάρια και οι απόψεις αυτές ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα έχουν, αλλά ούτε απηχούν τις σκέψεις και τις προθέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο ίδιος μάλιστα, όταν κατάλαβε ότι η συζήτηση αυτή δημιουργεί διαφορετικές εντυπώσεις και μηνύματα προς τους πολίτες, έσπευσε να αποσαφηνίσει τι εννοούσε. Τι σημαίνει, λοιπόν, ο όρος «ισχυρή πλειοψηφία»;
Συνοχή και σταθερότητα
Όλοι γνωρίζουν ότι διαφορετικά κινείται εντός του κοινοβουλίου μια κυβέρνηση που έχει 151 βουλευτές από μια κυβέρνηση, που απαριθμεί περισσότερα από 155 ή από 160 μέλη. Η σταθερότητα μιας κυβέρνησης με αυτόν τον αριθμό των βουλευτών είναι περισσότερο διασφαλισμένη από ό,τι μιας κυβέρνησης, που εξαρτά την ύπαρξή της στην ψήφο εντός του κοινοβουλίου ενός ή δύο βουλευτών. Και η συνέχεια είναι εξίσου απλή: είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως αναφέρεται και στο προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ, είναι αποφασισμένος να συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, αλλά και της σύγκρουσης με το «βαθύ κράτος», όπως ο ίδιος έχει δηλώσει.
Αυτή η πορεία τόσο εντός, όσο και εκτός Βουλής απαιτεί μια κυβέρνηση με συνοχή και σταθερότητα αφενός, αλλά και με αριθμητική υπεροχή αφετέρου. Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι τόσο οι μεταρρυθμίσεις, όσο και η σύγκρουση με το «βαθύ κράτος» θα προκαλέσουν εξ αρχής αντιδράσεις τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, τότε είναι απολύτως κατανοητό ότι δεν θα μπορέσουν να επιτευχθούν με μία εύθραυστή κοινοβουλευτικά κυβέρνηση.
Η «άδεια κάλπη»
Στη ΝΔ γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι κίνδυνοι για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η αποχή, ο εφησυχασμός των ψηφοφόρων, αλλά και η είσοδος στη Βουλή μικρότερων κομμάτων, που επηρεάζουν αμέσως το ποσοστό της αυτοδυναμίας. Ωστόσο ώρες πριν τις εκλογές, τα στελέχη της Πειραιώς εκτιμούν ότι η αποχή δεν είναι στα ποσοστά που καταγράφονταν δημοσκοπικά μετά τις εκλογές του Μαΐου, ενώ ο εφησυχασμός που ενδεχομένως να οδηγούσε κάποιους ψηφοφόρους να μην πάνε στην κάλπη έχει «καλυφθεί» μέσω των δηλώσεων των γαλάζιων στελεχών, αλλά και του πρωθυπουργού περί «άδειας κάλπης», που πρέπει να ξαναγεμίσει, αλλά και περί σταθερότητας στην χώρα που δεν πρέπει να μπει σε μια περιπέτεια ακυβερνησίας.
Τα μικρότερα κόμματα
Αναφορικά με την είσοδο στην βουλή μικρότερων κομμάτων, εδώ τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα και οι απόψεις διίστανται. Από τη μία υπάρχει η άποψη ότι τα κόμματα αυτά χάνουν καθημερινά δύναμη λόγω έλλειψης σοβαρών προγραμματικών θέσεων και από την άλλη υπάρχει η άποψη ότι τα κόμματα αυτά θα κατορθώσουν να μπουν στην Βουλή, αφού αποτελούν τους βασικούς «υποδοχείς» της λεγόμενης ψήφου διαμαρτυρίας των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα στελέχη της Πειραιώς θεωρούν ότι η διακυβέρνηση της χώρας θα γίνει από μια ισχυρή και αυτοδύναμη ΝΔ, ωστόσο αυτό μένει να αποτυπωθεί και από το αποτέλεσμα της κάλπης, που θα ξέρουμε σύντομα.