Tα άτομα με αυξημένο γενετικό κίνδυνο εμφάνισης Αλτσχάιμερ μπορεί να χάσουν πρώτα την όσφρησή τους. Αυτό έδειξε νέα έρευνα. Η απώλεια της όσφρησης σε ανθρώπους με αυξημένο γενετικό κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ, μπορεί να είναι πρώιμο σημάδι μελλοντικών προβλημάτων μνήμης, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο διαδικτυακό τεύχος του ιατρικού περιοδικού της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας «Neurology». Η μελέτη περιλάμβανε δοκιμή στην όσφρηση πάνω από 865 ατόμων. Μελετήθηκε τόσο η ικανότητά τους να ανιχνεύουν μια οσμή, όσο και η ικανότητά τους να προσδιορίζουν την οσμή που μύριζαν.
Οι δοκιμές έγιναν σε διαστήματα πέντε ετών. Η σκέψη και οι δεξιότητες μνήμης των ανθρώπων δοκιμάστηκαν επίσης δύο φορές, με διαφορά πέντε ετών. Τα δείγματα DNA έδωσαν στους ερευνητές πληροφορίες σχετικά με το ποιος φέρει το γονίδιο APOE e4 που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για Αλτσχάιμερ. Όμως, οι δεξιότητες σκέψης και μνήμης ήταν παρόμοιες μεταξύ των δύο ομάδων στην αρχή της μελέτης. Τα άτομα που έφεραν την παραλλαγή του γονιδίου είχαν 37% λιγότερες πιθανότητες να έχουν καλή ανίχνευση οσμών σε σχέση με τα άτομα χωρίς το γονίδιο. Οι φορείς του γονιδίου άρχισαν να αντιμετωπίζουν μειωμένη ανίχνευση οσμής σε ηλικία 65 έως 69 ετών.
“Ο έλεγχος της όσφρησης είναι καλό δείγμα για πρόβλεψη μελλοντικού προβλήματος”
Σε αυτή την ηλικία μπορούσαν να ανιχνεύσουν κατά μέσο όρο περίπου 3,2 από τις οσμές σε σύγκριση με περίπου 3,9 μυρωδιές για τα άτομα που δεν έφεραν το γονίδιο. Ωστόσο, τα άτομα που είχαν την παραλλαγή του γονιδίου δεν έδειξαν διαφορά στην ικανότητά τους να αναγνωρίζουν ποια μυρωδιά μυρίζουν μέχρι την ηλικία των 75 έως 79 ετών. Μόλις άρχισαν να χάνουν την ικανότητά τους να αναγνωρίζουν οσμές, η ικανότητα μειώθηκε πολύ πιο γρήγορα σε όσους είχαν το γονίδιο σε σύγκριση με όσους δεν το έφεραν. Οι ερευνητές υπολόγισαν επίσης άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, όπως η ηλικία, το φύλο και το μορφωτικό επίπεδο.
«Ο έλεγχος της ικανότητας ενός ατόμου να ανιχνεύει οσμές μπορεί να είναι ένας χρήσιμος τρόπος για την πρόβλεψη μελλοντικών προβλημάτων στη γνωστική λειτουργία», δηλώνει ο συγγραφέας της μελέτης, Μάθιου Γκούντσμιθ, από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου. «Αν και χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθούν αυτά τα ευρήματα και να καθοριστεί ποιο επίπεδο απώλειας όσφρησης θα μπορούσε να προβλέψει τον μελλοντικό κίνδυνο, αυτά τα αποτελέσματα μπορεί να είναι πολλά υποσχόμενα, ειδικά σε μελέτες που στοχεύουν στον εντοπισμό ατόμων που κινδυνεύουν να εμφανίσουν άνοια νωρίς», προσθέτει.