Δεκαπενταύγουστος στην Παναγία τη Γλυκοφιλούσα στην Πέτρα, σ’ ένα από το πιο παραδοσιακά, γραφικά και ευλαβικά προσκυνήματα της Λέσβου. Πλήθος πιστών συμμετείχαν στις θρησκευτικές εκδηλώσεις και τη λιτανεία της εικόνας της Παναγίας Γλυκοφιλούσας την παραμονή, την οποία συνόδευαν στην αγορά και σοκάκια της Πέτρας, καβαλάρηδες πάνω στ’ άλογά τους ενώ οργανοπαίκτες έπαιζαν παραδοσιακή μουσική. Οπως αναφέρει η ΕΡΤ οι εκδηλώσεις συνεχίστηκαν στον παραλιακό δρόμο με χορούς από το χορευτικό τμήμα του Πολιτιστικού Συλλόγου Πέτρας, ενώ ο Ιππικός Όμιλος Πέτρας βράβευσε τα καλύτερα άλογα.
Η ιστορική εκκλησία είναι χτισμένη στην κορυφή ενός ηφαιστειακού βράχου, ύψους 40 μέτρων, που βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού, στον οποίο και οφείλει το χωριό το όνομά του. Τα 114 σκαλιά λαξευμένα στον Ιερό βράχο ανεβαίνουν χιλιάδες πιστοί για να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Ο Ναός της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας βρίσκεται σε θέση οχυρή και απόρθητη, που κατά τους χρόνους της ηγεμονίας των Γατελούζων στη Λέσβο ήταν μικρό φρούριο. Η πρώτη εκκλησία πιθανότατα χτίστηκε το 1609 ως το Καθολικό γυναικείας Μονής. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γυναικείο Μοναστήρι, πράγμα που μαρτυρούν και τα κελιά που είναι κτισμένα γύρω από το ναό. Στο ναό φυλάσσεται η εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας.
Η Παναγία Γλυκοφιλούσα και τα θαύματα
Για τη Θαυματουργή Εικόνα επικρατούν πολλοί θρύλοι. Μεταξύ αυτών και η παρακάτω αφήγηση στο βιβλίο του Ιερέως Πλάτωνος Ζαφείρογλου, «Η Παναγία της Πέτρας»: «Στα παλιά χρόνια καράβι Γαλαξειδιώτικο ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Πέτρας ανάμεσα στο μικρό Νησί και τη στεριά. Ένα Σαββατόβραδο ο καπετάνιος κατέβηκε στην καμαρούλα του να προσκυνήσει το Εικόνισμα της Παναγίας και να ανάψει το καντήλι της, ξαφνιάστηκε όμως όταν είδε άδεια τη θέση του Εικονίσματος. Κανείς από τους ναύτες του δεν ήταν σε θέση να τον πληροφορήσει τι απέγινε το Εικόνισμα.
Ανεβαίνοντας όμως στην κουβέρτα παρατήρησε ένα υπέργειο φως να περιφέρεται σαν αστέρι λαμπερό στην κορυφή του βράχου της Πέτρας. Βγαίνει ο καπετάνιος στη στεριά, σκαρφαλώνει στο βράχο, βρίσκει εκεί το εικόνισμα, το παίρνει και το ξαναφέρνει στο καράβι. Το ίδιο όμως συνέβη και τις επόμενες δύο βραδιές. Κατάλαβε τότε πως η Παναγία ήθελε να μείνει παντοτινά στο βράχο της Πέτρας. Συνεννοήθηκε με τους προεστούς του χωριού, έκτισαν εκεί ένα μικρό Εκκλησάκι και τοποθέτησαν μέσα το θαυματουργό εικόνισμα της Μεγαλόχαρης».
Μη φοβάσθε παλικάρια, η χάρη Της μας βοηθάει»
«Όταν ήθελαν να χτίσουν την Εκκλησία, ένα περιστέρι κρατώντας μεταξωτή κλωστή χάραξε τα θεμέλια του Ιερού Ναού και του αυλόγυρου, ξετυλίγοντας τη μεταξωτή κλωστή. Με φόβο και τρόμο οι τεχνίτες έκτιζαν τον αυλότοιχο στην άκρη του απότομου βράχου πατώντας σε κρεμασμένες σκαλωσιές και η δουλειά δεν προχωρούσε γρήγορα. Η Μεγαλόχαρη, όμως έκανε και εδώ το θαύμα της, για να τους δώσει θάρρος. Το πρώτο Σαββατόβραδο ο επιστάτης κρατώντας στο ένα χέρι το καραφάκι με το ρακί και στο άλλο το δίσκο με τα ποτήρια γύριζε τις σκαλωσιές κερνώντας τους τεχνίτες. Για μια στιγμή όμως παραπάτησε και γκρεμίστηκε. Τρομαγμένοι όλοι, τεχνίτες και εργάτες κοίταξαν κάτω περιμένοντας να τον δουν ξαπλωμένο και νεκρό. Συγκλονίστηκαν, όταν τον είδαν όρθιο με το καραφάκι το δίσκο στα χέρια του να τους φωνάζει «Μη φοβάσθε παλικάρια, η χάρη Της μας βοηθάει» και αμέσως ανέβηκε ξανά στο βράχο και συνέχισε το κέρασμά του».