Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Με συναρπάζει το γεγονός ότι τα πράγματα που έμαθα σε μια μικρή πόλη, σε ένα ταπεινό σπίτι, ήταν εκείνα τα πράγματα που, πιστεύω, κέρδισαν τις εκλογές.
Μάργκαρετ Θάτσερ
Κάθε φορά, λίγο πριν τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, εκείνοι που μετά την δεκαετία του ’50 και του ’60 εγκατέλειψαν τα χωριά τους αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στα μεγάλα αστικά κέντρα, όμως η ψυχή τους και η σκέψη τους έμεινε πίσω στις ρίζες τους, ετοιμάζονται για το ταξίδι προς την πατρίδα. Είναι αυτοί που δεν σκέφτηκαν ποτέ να διαγραφούν από τα δημοτολόγια, για να έχουν την χαρά να επισκέπτονται τα πάτρια εδάφη και να ψηφίζουν.
Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι, οι ετεροδημότες, κάθε τέτοια εποχή αιφνιδιάζονται από τα τηλεφωνήματα αυτών που για δικούς τους λόγους έχουν μείνει στα χωριά, ή ακόμη… από τα παιδιά τους, που δεν τα εχουν δει ποτέ τους. Όλοι αυτοί, διεκδικούν κάποια μικρά ή μεγαλύτερα αξιώματα, του προέδρου μιας κοινότητας, του συμβούλου ή και του Δημάρχου μιας κοντινής πόλης, στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγονται οι κοινότητες και τα χωριά.
“Ποιον να ψηφίσουμε;”
“Ποιον να ψηφίσουμε;”, αναρωτιούνται τότε οι ετεροδημότες που αυτήν την Κυριακή θα εκδράμουν στα χωριά τους, εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία για μια ακόμη απόδραση και να συναντήσουν παλιούς τους φίλους, συγχωριανούς τους, συμμαθητές τους και ”να θυμηθούνε τα παλιά”. Η απάντηση έρχεται αβίαστα. Να ψηφίσουμε τον καλύτερο! Και ποιος είναι ο καλύτερος, αφού τους νεότερους που μας παίρνουν τηλέφωνο, δεν τους έχουμε δει ποτέ μας; Σε αυτήν την ερώτηση, απάντηση φαίνεται να μην υπάρχει όσον αφορά στις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές.
Στις βουλευτικές εκλογές, η αλήθεια είναι πως δεν αναρωτιέται κανείς ποιος είναι ο καταλληλότερος, αφού οι περισσότεροι ψηφίζουμε με βάση εδραιωμένες πολιτικές απόψεις που τις εκφράζει μια συγκεκριμένη πολιτική παράταξη, ένα πολιτικό κόμμα. Το ένα απ’ αυτά ειναι πάντα η Νέα Δημοκρατία, η οποία στις πρόσφατες εκλογές έδειξε ότι εκφράζει με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο την διάθεση της πλειοψηφίας για σταθερότητα, θέτοντας τέλος και στην δημαγωγία που ελπίζουμε να είναι και το οριστικό της, αν ο πρωθυπουργός αυξήσει, όπως υποσχέθηκε, το όριο εισόδου στην Βουλή.
Αντιπολίτευση… γιοκ
Αυτή την στιγμή, δυστυχώς δεν υπάρχει αξιόπιστη αντιπολίτευση, ένα εναλλακτικό κόμμα όπου να καταφεύγουν οι εκάστοτε ‘δυσαρεστημένοι’ αντί να κατανέμονται σε κομματίδια τυχοδιωκτών που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η πολιτική τους επιβίωση. Η Δημοκρατία χρειάζεται μεγάλα κόμματα για να λειτουργεί χωρίς αναταράξεις, είχε πει ο Εθνάρχης. Δυο μεγάλα κόμματα, στο πρότυπο των ΗΠΑ, είναι αρκετά να στεγάσουν και να απορροφήσουν όλες τις πολιτικές τάσεις.
Όμως σε αυτές τις εκλογές που καλούμαστε τώρα να ψηφίσουμε, δεν θα πρέπει τα κριτήρια να είναι οι πολιτικές μας πεποιθήσεις που, όπως και να ‘ναι, το μικρόβιο του φανατισμού προσβάλλει και τους πιο…μετριοπαθείς. Βρέθηκα πριν λίγο καιρό, σέ ένα χωριό της πατρίδας μου της Ευρυτανίας, εκεί που κάθε φορά πηγαίνουν και ψηφίζουν οι γονείς μου που, και αυτοί σε μικρή ηλικία το εγκατέλειψαν όπως και πολλοί άλλοι, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή στην Αθήνα. Όμως η σκέψη τους παρέμεινε εκεί, κοντά στα αγαπημένα τους πρόσωπα, που έχουν φύγει απ’ την ζωή και πρέπει κάποιος να τους ανάβει και το καντήλι εκεί που βρίσκονται τώρα.
Παγιδευμένοι
Οι μόνιμοι κάτοικοι αυτού του χωριού είναι καμιά δεκαπενταριά συνταξιούχοι και μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού νέοι άνθρωποι, ηλικίας όχι πάνω από εξήντα που ξεχάστηκαν, παρέμειναν, σχεδόν παγιδεύτηκαν εκεί από κάποια παιχνίδια της τύχης, όταν βρέθηκαν ξαφνικά ολομόναχοι μαζί με τους υπερήλικες γονείς των, χωρίς μέσα στοιχειώδους επιβίωσης. Και η εγκατάλειψη τους σε τέτοιες συνθήκες, ισοδυναμούσε με ασυγχώρητο αμάρτημα. Οι νέοι αυτοί δεν παντρεύτηκαν… ποια γυναίκα θα πήγαινε σε ένα χωριό να κάνει οικογένεια, χωρίς σχολείο και χωρίς τα απαραίτητα για την επιβίωσή της;
Έναν απ’ αυτούς τους ‘νέους’ συναντήσαμε στην πανέμορφη και πλακόστρωτη αυλή του χωριάτικου, καλοσυντηρημένου σπιτιού του με κληματαριά και τριανταφυλλιές γύρω γύρω, ο οποίος ζει μόνιμα εκεί ασχολείται με αγροτικά προϊόντα και κάποιες μικρές δραστηριότητες που του αποδίδουν όχι μόνο τα απαραίτητα να συντηρείται αυτός και η μητέρα του, αλλά αποκομίζει και κάποια χρήματα διαθέτοντάς τα σε ένα μικρό κύκλο γνωστών του.
“Ακρίτες”
Έχει κι έναν πολύ πιο νέο βοηθό, στον οποίο θα μεταβιβάσει τις δραστηριότητές του μετά την συνταξιοδότησή του, ενώ πηγαινοέρχεται τακτικά με το αγροτικό του στην κοντινή πρωτεύουσα για τα απαραίτητα, μια διαδρομή που δεν είναι περισσότερο απο 45 λεπτά, κι έτσι δεν νιώθει κάποιος την απομόνωση που κάποτε ανάγκασε τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Βέβαια, τα χωριά μας δεν θα επανακτήσουν την παλιά τους αίγλη και γραφικότητα. Ωστόσο κάποιοι συνταξιούχοι που συντήρησαν το πατρικό τους σπίτι, κάποιοι που δραστηριοποιούνται μεταξύ χωριού και κοντινών αστικών κέντρων, αρκετοί επισκέπτες, δίνουν έναν διαφορετικό τόνο στην ύπαιθρο, στο χωριό, προσδίδοντάς του μια σύγχρονη φυσιογνωμία.
Που επιμένει κι εξακολουθεί να στέκεται όρθιο, χάρη σε αυτούς τους ανθρώπους που για διαφορετικούς λόγους βρίσκονται εκεί, παραμένουν εκεί, αποτελούν την ψυχή του και να μπορούν οι επισκέπτες και οι νοσταλγοί από τα μεγάλα αστικά κέντρα να το βρίσκουν πάντα …ζωντανό. Και οι άνθρωποι που κρατούν ζωντανό τον τόπο τους, έχουν όλοι την ίδια πολιτική ιδεολογία: την αγάπη για τον τόπο τους, για τον τόπο μας. Κι αυτή η αγάπη είναι η μεγαλύτερη ικανότητα που διαθέτουν αυτοί οι γνωστοί και άγνωστοι που μας τηλεφωνούν από κάποιο χωριό της υπαίθρου και ζητούν την στήριξή μας. Μην ζητάμε τίποτε περισσότερο απ’ αυτούς, κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες. Μόνο και μόνο που στέκονται εκεί ως ακρίτες είναι αρκετό.. Αυτοί είναι οι καλύτεροι, αυτοί είναι οι κατάλληλοι κι αυτούς πρέπει να ψηφίσουμε.