Βία ανηλίκων αντιμετώπιση: “Εθνική υπόθεση η λύση του προβλήματος”

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Βία ανηλίκων αντιμετώπιση: “Εθνική υπόθεση η λύση του προβλήματος”

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Βία ανηλίκων αντιμετώπιση: μιλώντας στο ΑΠΕ-MΠE

29.10.2023 | 09:24

«Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων είναι εθνική υπόθεση και δεν πρόκειται να μείνουμε παρατηρητές επιτρέποντας την εξάπλωση αυτού του φαινομένου», τόνισε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Σοφία Ζαχαράκη, μιλώντας στο ΑΠΕ-MΠE, για το φλέγον, όπως διαμορφώνεται, ζήτημα της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Όπως επισήμανε, η ενδοσχολική βία και παραβατικότητα των ανηλίκων, που μπορεί να οδηγήσουν στην εγκληματικότητα, βρίσκονται εξαρχής στην ατζέντα της κυβέρνησης, ενώ σημείωσε ότι «η µετα-COVID περίοδος, έβγαλε στην επιφάνεια πρωτόγνωρες συμπεριφορά ιδίως σε ό,τι αφορά τους εφήβους». Επίσης, η κα Ζαχαράκη αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και ειδικά του υπουργείου που προΐσταται, για την αντιμετώπιση της παιδικής παραβατικότητας – εγκληματικότητας και εκτίμησε ότι η συνεργασία όλων μπορεί να φέρει απτά αποτελέσματα.

Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης, της υπουργού Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Σοφίας Ζαχαράκη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, είναι το εξής:

Η εγκληματικότητα των ανηλίκων, ένα φαινόμενο με παγκόσμιες διαστάσεις, διογκώνεται συνεχώς και στη χώρα μας. Ποιες είναι οι πρωτοβουλίες του υπουργείου και της κυβέρνησης γενικότερα, για την αντιμετώπιση του προβλήματος;

Πρέπει να ορίσουμε με σαφήνεια τις έννοιες εγκληματικότητα, παραβατικότητα και ενδοσχολική βία μεταξύ ανηλίκων είτε αυτή διαπράττεται μεταξύ τους, είτε από τους ανήλικους προς τους ενήλικες Η εγκληματικότητα μεταξύ των ανηλίκων, αποτελεί ανησυχητικό παγκόσμιο φαινόμενο. Στη χώρα μας τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως, στην παραβατικότητα των ανηλίκων εντός και εκτός σχολείου με κέντρο την (οπαδική και την ενδοσχολική βία). Συναντάμε όμως πολλά σοκαριστικά περιστατικά σε χώρες του δυτικού κόσμου. Αυτό που πρέπει να τονιστεί δεν είναι τόσο η γεωγραφική έκταση της εγκληματικότητας των ανηλίκων, όσο το ότι έχει πολλές διαστάσεις με ιδιαίτερα αυξημένη ένταση.

Για εμάς ως Πολιτεία δεν υπάρχει εφησυχασμός, η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων είναι εθνική υπόθεση και δεν πρόκειται να μείνουμε παρατηρητές, επιτρέποντας την εξάπλωση αυτού του φαινομένου. Άλλωστε, τα συγκεκριμένα περιστατικά ενδοσχολικής βίας και παραβατικότητας που μπορεί να οδηγήσουν στην εγκληματικότητα βρίσκονται εξαρχής στην ατζέντα της κυβέρνησης, τόσο εντός των σχολείων, όπου απαιτείται διακριτός σχεδιασμός, όσο και έξω από αυτά, όπου το ζήτημα καθίσταται πιο περίπλοκο. Και ο ίδιος ο πρωθυπουργός ασχολείται προσωπικά με την πλήρη αποτύπωση, την αντιμετώπιση αλλά κυρίως τις μεθόδους πρόληψης του φαινομένου.

Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί την προηγούμενη τετραετία με τριπλό στόχο: καταγραφή του φαινομένου, στήριξη της Σχολικής Κοινότητας, διαμόρφωση πλαισίου αποτελεσματικών πρακτικών για την αντιμετώπιση του. Σε νομοθετικό επίπεδο, αλλά και στο κομμάτι της εκπαίδευσης, όταν και ως υφυπουργός με την τότε υπουργό Νίκη Κεραμέως είχαμε πραγματοποιήσει την πρώτη εισαγωγή ψυχολόγων σε Γενικό Σχολείο και είχαμε διπλασιάσει τον αριθμό των ψυχολόγων-κοινωνικών λειτουργών σε 3.200.

Νομοθετήθηκε νέο πλαίσιο για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού ενώ έχει ενισχυθεί η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στα ζητήματα αυτά με το πρόγραμμα «φιλία», συγχρόνως μέσω της ένταξης των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων στο σχολικό πρόγραμμα και βοηθούν στην πρόληψη, μέσω των θεματικών του αλληλοσεβασμού και της διαφορετικότητας, της κατάρριψης στερεοτύπων και προώθησης της ισότητας, του σεβασμού των κανόνων και της θετικής συμπεριφοράς, και της αλληλεγγύης, των δημοκρατικών αξιών και της ενεργούς πολιτειότητας. Πολύ σημαντικές είναι και οι πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί για τη φιλική προς τα παιδιά δικαιοσύνη.

Με την υποστήριξη της Προεδρίας της Κυβέρνησης προχωράμε όμως, άμεσα σε μια διυπουργική πρωτοβουλία, με τη μορφή Επιτροπής, την οποία θα συντονίζει το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής & οικογένειας. Πέρα από τα συναρμόδια υπουργεία, όπως το Παιδείας, Αθλητισμού και Θρησκευμάτων, το Ψηφιακής Διακυβέρνησης, το Δικαιοσύνης, το Προστασίας του Πολίτη, το Μετανάστευσης και Ασύλου και το Εσωτερικών, πολύ βασικό ρόλο στο έργο της Επιτροπής θα διαδραματίσουν η επιστημονική κοινότητα, οι πολύ αξιόλογες οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών με τις καίριες παρεμβάσεις τους, καθώς και οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης με τις κοινωνικές τους υπηρεσίες.

Το φαινόμενο αυτό χρήζει άμεσης παρέμβασης και δεν πρόκειται να το αντιμετωπίσουμε γραφειοκρατικά. Και βέβαια είναι σημαντικό να προσθέσουμε ότι δεν χωράνε κομματικά στεγανά. Θα απασχολήσουμε και τις αντίστοιχες Επιτροπές στη Βουλή και με χαρά είμαστε διατεθειμένοι να πραγματοποιήσουμε και μια Ολομέλεια για το ζήτημα αυτό. Η σύνθεση απόψεων μεταξύ των κομμάτων θα είναι ωφέλιμη.

Στόχος μας είναι η πρόληψη από τέτοιου είδους περιστατικά, η καταγραφή όλων των ήδη ληφθέντων μέτρων και η εκπόνηση νέων για την αντιμετώπιση του φαινομένου, αλλά και η επανένταξη στην κοινωνία των παιδιών µε παραβατική συμπεριφορά. Στόχος είναι μια κοινωνία που να αγκαλιάζει το παιδί, να νοιώθει ότι υπάρχει προστασία και οι γονείς να γνωρίζουν ό,τι μπορεί να υπάρξει συμβουλευτική και καθοδήγηση από ειδικούς.

Το πρόβλημα της παιδικής παραβατικότητας, σύμφωνα με μελέτες και ειδικούς, ξεκινά από την οικογένεια. Τα περιστατικά παιδικής παραβατικότητας – εγκληματικότητας έχουν αυξηθεί κατακόρυφα έπειτα από τα περιοριστικά μέτρα για την Covid19. Συμμερίζεστε την άποψη αυτή; Θα υπάρξει κάποια θεσμική παρέμβαση;

Δεν είναι σωστό να αδιαφορούμε απέναντι στην πραγματικότητα, που είναι η αύξηση των περιστατικών παιδικής παραβατικότητας. Υπάρχουν άλλωστε και επίσημα στοιχεία από την Ελληνική Αστυνομία, που καταδεικνύουν την ανησυχητική έκταση του φαινομένου. Μόνο τον μήνα Σεπτέμβριο, συνελήφθησαν συνολικά 1.353 ανήλικοι για διάφορα αδικήματα, ενώ συνολικά σχηματίστηκαν 1.201 δικογραφίες για ισάριθμες υποθέσεις.

Μόνο ανησυχία μπορούν να προκαλέσουν αυτά τα δεδομένα, τα οποία καταδεικνύουν ότι η βία μεταξύ των ανηλίκων είναι πλέον ένα καθημερινό φαινόμενο. Τα αίτια αυτής της μεγάλης έντασης μπορούν να αναζητηθούν στα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας, κάτι που συνομολογεί και η επιστημονική κοινότητα. Ειδικότερα η µετα-COVID περίοδος, έβγαλε στην επιφάνεια πρωτόγνωρες συμπεριφορά ιδίως σε ό,τι αφορά τους εφήβους. Κυρίαρχο ρόλο έπαιξε ο εγκλεισμός τους, διότι κλήθηκαν να αποξενωθούν από τον ιστό της γειτνίασης και της κοινότητας, που διαμορφώνει την κοινωνικοποίησή τους και ταυτόχρονα έπρεπε να μάθουν να λειτουργούν σε ένα ατομικό περιβάλλον.

Παράλληλα, είδαμε ότι η πανδημία επηρέασε και τον παραδοσιακό θεσμό της οικογένειας. Έκανε πιο έντονο το στοιχείο της αποξένωσης ανάμεσα στα μέλη της, το οποίο με τη σειρά του ενθάρρυνε τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και την έλλειψη του ελέγχου των γονέων απέναντι στα παιδιά τους. Η έλλειψη του ελέγχου, καθώς και του πολύτιμου στοιχείου της επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια ευνόησε την παραβατικότητα και την ανεξέλεγκτη δράση από μέρους των ανηλίκων. Συνεπώς, η δική μας στόχευση πρέπει να εστιάσει σε πρωτοβουλίες για την πρόληψη του φαινομένου.

Να υιοθετήσουμε καλές πρακτικές από το εξωτερικό, αλλά και να ενθαρρύνουμε την εφαρμογή δράσεων που θα ευνοήσουν την ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας από τη βάση της, την ευρύτερη κοινωνική ένταξη των ανηλίκων που έχουν προβεί ήδη σε κάποια εγκληματική συμπεριφορά ώστε να λειτουργήσει στο μέλλον υπέρ της προστασίας της κοινωνικής αρμονίας. Η ενίσχυση της οικογένειας προφανώς αγγίζει τη λήψη πολλών μέτρων με οικονομικό και κοινωνικό χαρακτήρα, μέτρα που θα ενδυναμώσουν την αίσθηση της ασφάλειας και της αισιοδοξίας στους πολίτες και θα αντικατοπτρίζεται στις υγιείς σχέσεις. Η οικογένεια είναι ο θεμέλιος λίθος της διαμόρφωσης της προσωπικότητας ενός ανθρώπου και συνδέεται βαθιά με την εξέλιξή του. Είναι προτεραιότητα να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα από τη ρίζα του για να φέρουμε αποτελέσματα.

Η αστυνομική καταστολή θα έπρεπε να είναι, λογικά, η τελευταία παρέμβαση της Πολιτείας για την παιδική εγκληματικότητα. Ποιες πιστεύετε ότι πρέπει να είναι οι πρωτοβουλίες της Πολιτείας πριν φτάσουμε στην επέμβαση της αστυνομίας;

Αρχικά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το σημαντικό και πολυδιάστατο έργο που επιτελούν τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας στον τομέα της αντιμετώπισης των παραβατικών φαινομένων των ανηλίκων. Δεν περιορίζονται μόνο στον τομέα της καταστολής του φαινομένου, που είναι μάστιγα για την εποχή μας, αλλά με την πολύτιμη συνεισφορά των ειδικών παιδοψυχολόγων, προχωράμε στην καλύτερη καταγραφή και ανάλυση των περιστατικών, προκειμένου να εφαρμόσουμε τις βέλτιστες δυνατές πρακτικές.

Η καταστολή ναι μεν συνδέεται με την αντιμετώπιση της παραβατικότητας, προγενέστερα όμως οφείλουμε να εμβαθύνουμε στις πρακτικές της προστασίας των ανηλίκων από παραβατικές συμπεριφορές, αλλά και στην ενσωμάτωση των παραβατών, ώστε να τους καταστήσουμε συμμάχους μας στην εθνική αυτή στρατηγική της αντιμετώπισης της βίας. Με οργανωμένο πλαίσιο, με συστηματική συνεργασία όλων των αρμοδίων υπουργείων, με την ενεργοποίηση της Κοινωνίας των Πολιτών και με την ενίσχυση του ανθρωπίνου δυναμικού, καθώς και των κεντρικών κοινωνικών υπηρεσιών ανά περιοχή. Εάν θέλουμε να πετύχουμε και να μη βρισκόμαστε αμιγώς στο στάδιο της καταστολής, οφείλουμε να μην πορευόμαστε με γνώμονα την επικαιρότητα, αλλά με μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ο οποίος θα μας οδηγήσει στο βρισκόμαστε ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις.

Πολλά περιστατικά σημειώνονται και μέσα στα σχολεία. Θα βοηθούσε η αύξηση μαθημάτων που θα είχαν σχέση με τις τέχνες, το περιβάλλον, τον αθλητισμό ή άλλες δραστηριότητες που θα βοηθούσαν στην άμβλυνση του προβλήματος; Υπάρχει κάποια συνεργασία με το αρμόδιο υπουργείο;

Είναι πολύ εύστοχη η διαπίστωσή σας, καθώς πράγματι, το σχολείο έχει κομβικό ρόλο , στην αποτροπή εκδήλωσης τέτοιων φαινομένων. Ως χώρος ουσιαστικής κοινωνικής ενσωμάτωσης , άμβλυνσης ανισοτήτων και καλλιέργεια ενσυναίσθησης , μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την ασπίδα όχι μόνο στην εξάπλωση του φαινομένου, αλλά και στη ριζική εξάλειψη του. Αρχικά πρέπει να αναφέρουμε ότι ένα σημαντικό ποσοστό των περιστατικών λαμβάνει χώρα με τη μορφή του σχολικού εκφοβισμού (bullying). Αυτό που πρέπει να μας προβληματίσει, πέρα από τη μεγέθυνση του ίδιου του φαινομένου, είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων σιωπά. Πολύ μικρό ποσοστό θυμάτων εκφοβισμού απευθύνονται σε ενήλικους, ενώ περίπου το 97% των παιδιών εκτιμάται ότι φοβούνται να αναφέρουν περιστατικά σχολικού διαδικτυακού εκφοβισμού στους εκπαιδευτικούς.

Οφείλουμε, με την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση του υπουργείου Παιδείας να δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στο πλαίσιο. Η κατάρτιση ενός ορθολογικού πλαισίου , ενός οδικού χάρτη αντιμετώπισης του προβλήματος στο επίπεδο του σχολείου βοηθά στην αποτελεσματικότερη διαχείριση του φαινομένου. Ο πρόσφατος νόμος «Ζούμε Αρμονικά Μαζί-Σπάμε τη Σιωπή» είναι ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση.

Με την επεξεργασία του πλαισίου αυτού, μπορούμε να ενεργοποιήσουμε ακόμα περισσότερες δυνάμεις, που θα λειτουργήσουν προληπτικά, όπως ο Σύμβουλος Σχολικής Ζωής, ένας εκπαιδευτικός δηλαδή που θα εμπιστεύονται ευκολότερα οι μαθητές για θέματα που δημιουργούν «σκηνικό» εκφοβισμού στη σχολική κοινότητα, ο οποίος θα συνεργάζεται στενά με τον διευθυντή του εκάστοτε σχολείου για την αντιμετώπιση των κρουσμάτων βίας, όπως και οι Ομάδες Δράσης σε επίπεδο διεύθυνσης εκπαίδευσης στις οποίες συμμετέχουν ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, ενώ σε κεντρικό επίπεδο συγκροτείται επιτροπή εμπειρογνωμόνων.

Εμφανέστατα θα βοηθήσει και η ενίσχυση των μαθημάτων μέσα στα εργαστήρια δεξιοτήτων στα δημοτικά σχολεία, αλλά και των μαθημάτων επιλογής που υιοθετούν σπουδαία μηνύματα για τον αλληλοσεβασμό, τη βοήθεια και τη συμμετοχή, τρεις αξίες που καλλιεργούν τον ψυχισμό των παιδιών και διδάσκουν την αποδοχή και την ανιδιοτελή προσφορά. Και βέβαια η ενθάρρυνση δράσεων που προβάλλουν τον εθελοντισμό, μια πολύτιμη αξία, η οποία άπαξ και αφομοιωθεί από ένα παιδί τότε μπορεί να μειώσει τις συμπεριφορές βίας.

Ένα μεγάλο στοίχημα είναι όμως και να παροτρύνουμε τα θύματα να «σπάνε τη σιωπή τους». Και εκτιμώ ότι οι σημαντικές πρωτοβουλίες του υπουργού Κυριάκου Πιερρακάκη και της υφυπουργού Δόμνας Μιχαηλίδου θα αποτελέσουν μια πολύ ουσιαστική βάση. Τα σχολεία πρέπει να λειτουργούν ως κοιτίδα γνώσης και δημιουργίας καλών προσωπικοτήτων και όχι ως ορμητήρια παραβατικών συμπεριφορών κι αυτό είναι υπόθεση όλων μας.

Η παιδική εγκληματικότητα συνδέεται εντόνως και με την οπαδική βία. Η κατανόηση του αθλητικού πνεύματος και του ευ αγωνίζεσθαι θα βοηθούσε. Μήπως θα βοηθούσε και η εξάπλωση του ερασιτεχνικού αθλητισμού;

Είναι θλιβερό το γεγονός ότι ο αθλητισμός, που επικοινωνεί τόσα σπουδαία μηνύματα για την ευγενή άμιλλα και την αξία της συμμετοχής και της προσπάθειας, μολύνεται από τα φαινόμενα της οπαδικής βίας. Η κοινωνία μας έχει γίνει μάρτυρας πολλών τραγικών περιστατικών, δράστες των οποίων ήταν και ανήλικα άτομα, όπως συνέβη με την δολοφονία του Άλκη Καμπανού.

Τα τελευταία χρόνια λήφθηκαν αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Έγιναν ακόμα πιο αυστηρές οι ποινές για τους παραβάτες και έγινε πιο εύκολος ο έλεγχος. Παρότι υπήρξε βελτίωση, βλέπουμε ότι η βία είναι ακόμα εδώ. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη λήψη μιας σειράς μέτρων για τον περιορισμό του φαινομένου, που περιλαμβάνουν τον ουσιαστικό έλεγχο της νόμιμης ύπαρξης των λεσχών φιλάθλων, την ενίσχυση του ρόλου της Αστυνομίας, τον εκσυγχρονισμό των γηπέδων με συστήματα ασφαλείας, αλλά και τη συνεργασία του Κράτους με τους διεθνείς φορείς και τις ίδιες τις ομάδες. Στον σκοπό αυτό μπορεί να συμβάλει και ο ερασιτεχνικός αθλητισμός. Παροτρύνοντας τα παιδιά στην ενασχόληση με τον αθλητισμό, μπορούμε να πετύχουμε την υιοθέτηση μιας υγιούς κουλτούρας, στην οποία θα κυριαρχήσουν η αλληλεγγύη κι ο σεβασμός στον συνάνθρωπο, μειώνοντας τις βίαιες και τοξικές αντιλήψεις.

Δεν θέλουμε απλά να περιορίσουμε το φαινόμενο της βίας. Θέλουμε να το εξαλείψουμε. Ώστε τα αθλητικά γεγονότα να έχουν γεμάτες κερκίδες και οι οικογένειες να απολαμβάνουν το θέαμα, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητα κανενός.

Υπάρχει τρόπος να καταπολεμηθεί η βία, η τοξικότητα, τα αρνητικά πρότυπα, που διαχέονται μέσω του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων τα οποία μιμούνται οι ανήλικοι;

Δυστυχώς, είναι γεγονός ότι και το διαδίκτυο έχει συμβάλει στην έξαρση του φαινομένου, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της πανδημίας, που αποτελούσε το βασικότερο μέσο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανηλίκων και αποδεικνύει την πολυποικιλότητα του προβλήματος. Η υπέρμετρη χρήση του διαδικτύου, σε συνδυασμό με την περιορισμένη γνώση της χρήσης του από τους γονείς, αλλά και την έλλειψη ουσιαστικού ελέγχου προς τα παιδιά, καταλήγει σε μια ανεξέλεγκτη έκφραση μηνυμάτων μίσους, τα οποία πολλές φορές λαμβάνουν διαστάσεις λεκτικής βίας. Εκτός από τα αρνητικά πρότυπα, που διαχέονται μέσω του διαδικτύου έχουμε παρατηρήσει στις τάξεις των εφήβων μια τάση απενεχοποίησης των λέξεων και των παραβατικών συμπεριφορών μέσα από διάφορες μουσικές προτιμήσεις.

Το φαινόμενο μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο αν ενώσουμε δυνάμεις και στοχεύσουμε κυρίως στο να καλλιεργήσουμε στα παιδιά ισχυρές ηθικές αξίες, που θα το καταστήσουν ανθεκτικό απέναντι σε κάθε είδους μήνυμα που εκ των πραγμάτων οι γονείς δεν μπορούν να ελέγξουν, ιδιαίτερα μέσα σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που επιφέρουν οι νέες τεχνολογίες.

Πιστεύετε ότι πρόκειται για μία «μόδα» που θα περάσει στο άμεσο μέλλον ή ένα φαινόμενο που θα έχει διάρκεια και μπορεί να εξαπλωθεί περαιτέρω, με αρκετά δυσμενείς συνέπειες για τη χώρα;

Η εγκληματική συμπεριφορά των ανηλίκων, παρά την ανησυχητική έξαρση που έχει λάβει μετά την πανδημία, δεν παύει να αποτελεί ένα ιστορικό φαινόμενο. Οπωσδήποτε, ένα τόσο πολυπαραγοντικό ζήτημα δεν μπορεί να λυθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτείται συνέπεια στην εφαρμογή όσο το δυνατόν περισσότερων μέτρων και αρμονικός συντονισμός μεταξύ των κατά τόπων και καθ’ ύλην φορέων.

Έχοντας αναγάγει το ζήτημα αυτό σε εθνική υπόθεση o Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, έχω την πεποίθηση ότι η συνεργασία όλων μας μπορεί να φέρει απτά αποτελέσματα στον τομέα της πρόληψης του φαινομένου, της ενδυνάμωσης των παιδιών, της ευρύτερης κοινωνικής ένταξης όσων ανηλίκων είχαν εκδηλώσει παραβατική συμπεριφορά, αλλά και στην ενδυνάμωση, μετά από καιρό, του οικογενειακού πυρήνα, όπως και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των συμπολιτών μας προς τον κοινωνικό ρόλο του σχολείου. Για να το πετύχουμε όμως, πρέπει να απαγκιστρωθούμε από τη νοοτροπία των επικοινωνιακών πολιτικών και να εστιάσουμε στην ουσιαστική διασύνδεση των πρωτοβουλιών μας με την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου. Σε κάθε περίπτωση η Πολιτεία, η οικογένεια, το σχολείο πρέπει να εστιάσει και στην αντιμετώπιση των «θυτών» έτσι ώστε να υπάρχει η ένταξη τους, στην κανονικότητα όταν τα προβλήματα εντοπίζονται στο αρχικό στάδιο. Πρόληψη – Αντιμετώπιση – Ένταξη.

Exit mobile version