Στις θετικές επιπτώσεις που θα επιφέρει στους ασθενείς η δημιουργία Εθνικού Δικτύου Μονάδων Αυξημένης Φροντίδας Εγκεφαλικών, αλλά και οι μεγάλες αλλαγές που έρχονται στη νοσηλεία αυτών των περιστατικών αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στο Πρακτορείο FM ο συντονιστής των ομάδων εργασίας του υπ. Υγείας για τα εγκεφαλικά, καθηγητής Νευρολογίας ΕΚΠΑ, και διευθυντής της Β’ Νευρολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Γιώργος Τσιβγούλης. «Οι Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας για την αντιμετώπιση Ασθενών με Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια θα ελαττώσουν τη θνητότητα των εγκεφαλικών στην Ελλάδα κατά 5%, την υπολειμματική αναπηρία κατά 17%, ενώ οι ασθενείς που νοσηλεύονται σε κέντρα αποκατάστασης, θα μειωθούν κατά 20%.
Σε απόλυτα νούμερα θα έχουμε 1.300 ασθενείς που δεν θα είναι ανάπηροι σε κάθε έτος, και άλλους 1.500 που δεν θα νοσηλεύονται σε κέντρα αποκατάστασης, λόγω του ότι στην οξεία φάση θα νοσηλευτούν σε αυτές τις εξειδικευμένες μονάδες», περιέγραψε ο κ. Τσιβγούλης. Μεγάλο πρόβλημα η έλλειψη εξειδικευμένου νοσηλευτικού προσωπικού για τις μονάδες εγκεφαλικών. Ο καθηγητής εξήγησε αναλυτικά πώς θα κατανεμηθούν οι 19 μονάδες του δικτύου στον ελλαδικό χάρτη, που σε πρώτη φάση θα καλύπτουν ένα 20% του πληθυσμού, επισημαίνοντας ότι σαφώς δεν αρκούν. Τόνισε, όμως, ότι όλα τα αντίστοιχα δίκτυα του εξωτερικού ξεκίνησαν με μικρό αριθμό μονάδων και στη συνέχεια επεκτάθηκαν. «Υπάρχει μεγάλη θέληση και επιθυμία από το υπουργείο να στηριχθούν αυτές οι μονάδες», είπε ο κ Τσιβγούλης.
Το μεγάλο πρόβλημα που παραμένει είναι η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού
«Το μεγάλο πρόβλημα που υπήρχε μέχρι τώρα και για αυτό δεν είχαμε μονάδες εγκεφαλικών στην Ελλάδα, είναι το νοσηλευτικό προσωπικό. Οι νοσηλεύτριες λείπουν από το ΕΣΥ. Και είναι αστείο να συζητάμε για μονάδες εγκεφαλικών, χωρίς εξειδικευμένες νοσηλεύτριες. Ωστόσο το υπουργείο καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να καλύψει τα κενά. Στη δική μου κλινική στο “Αττικόν”, ήδη με ενέργειες του υπουργείου, του διοικητή της Β ΥΠΕ και του διοικητή του νοσοκομείου, έχουν έρθει νοσηλευτές από Κέντρα Υγείας και εδώ και δύο εβδομάδες εκπαιδεύονται. Μέχρι 20 Δεκεμβρίου θα είμαστε έτοιμοι να λειτουργήσουμε. Εμείς και το “Παπαγεωργίου” στη Θεσσαλονίκη θα είμαστε οι πρώτες δύο μονάδες που θα λειτουργήσουν εντός του 2023. Θεωρώ ότι θα χρειαστεί ένα έτος για να είναι σε πλήρη λειτουργία η πλειονότητα των μονάδων», τόνισε ο ίδιος.
Όσον αφορά τη θρομβόλυση, τη θεραπεία που χορηγείται σε όλα τα ισχαιμικά εγκεφαλικά υπό προϋποθέσεις, ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Εγκεφαλικών, λέει ότι τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ραγδαία στη χώρα μας, παρουσιάζοντας από τις μεγαλύτερες σχετικές αυξήσεις, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο δεν συμβαίνει το ίδιο με τη θεραπεία της θρομβεκτομής που αφορά ένα 20% των ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων. «Αυτή τη στιγμή έχουν αναπτυχθεί 10 κέντρα θρομβεκτομής στη χώρα, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι λειτουργικά. Υπάρχουν και άλλα κέντρα που αναπτύσσονται και θα ενταχθούν σε αυτό το δίκτυο. Παρ όλα αυτά είμαστε πολύ πίσω σε σύγκριση με χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία. Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά. Πιστεύω ότι οι μονάδες εγκεφαλικών θα πλαισιώσουν τα κέντρα θρομβεκτομής και θα βοηθήσουν ακόμη περισσότερο στη φροντίδα των ασθενών μας».