Το ερώτημα που ορθώνεται είναι πάντα επίκαιρο
Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Είπα στον ψυχίατρό μου ότι σκέφτομαι να αυτοκτονήσω. Μου απάντησε ότι στο εξής θα έπρεπε να τον πληρώνω προκαταβολικά
Rodney Dangerfield, Αμερικανός κωμικός
Όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά, πριν εφτά δεκαετίες περίπου, έδωσαν τον δικό τους όρκο: να πορευτούν χέρι- χέρι όχι μόνο σε αυτήν την ζωή αλλά και στην… άλλη. Έναν όρκο που μπορεί να υποδήλωνε και περιφρόνηση του πεπρωμένου τους, της μοίρας, του δικαιώματος εν τέλει της ίδιας της ζωής να έχει εκείνη προκαθορίσει τον χρόνο και τον τρόπο της ‘αναχώρησής’ του καθενός τους. Αγνόησαν αυτό το δικαίωμα, γιατί ήθελαν με κάθε τρόπο να κρατήσουν τον όρκο τους και να βιώσουν ‘κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου’ αυτήν την μετάβαση της ανθρώπινης ύπαρξης στην άλλη διάσταση. Κι αυτήν την εμπειρία δεν ήθελαν να την εμπιστευτούν στο πεπρωμένο τους, να την αφήσουν στην τύχη. Ήθελαν οι ίδιοι να ορίσουν τον χρόνο και τον τρόπο της ‘αναχώρησής’.
Πριν λίγες μέρες, ο πρώην πρωθυπουργός της Ολλανδίας Ντρίς φαν Αχτ και η σύζυγός του Εζενί ‘έφυγαν’ από τη ζωή με την ‘μέθοδο’ της ευθανασίας και κηδεύτηκαν σε στενό οικογενειακό κύκλο… “Πέθανε χέρι-χέρι με την πολυαγαπημένη του σύζυγο”, αναφέρει η σχετική ανακοίνωση, ‘έχοντας στο πλευρό του την Ενζενί, που για περισσότερο από επτά δεκαετίες “ήταν πάντα το κορίτσι του”.
Επίλογος
Θα μπορούσε να είναι μια ακόμη συγκινητική ιστορία αγάπης από αυτές που η παγκόσμια λογοτεχνία άφησε ως παρακαταθήκη στην προηγούμενη αλλά και στην σημερινή γενιά για να γνωρίζουν πως οι μεγάλες αγάπες δεν έχουν όρια και περιορισμούς… Θα μπορούσε η ιστορία αυτή να καταγραφεί ως ένα ακόμη αριστούργημα της τέχνης, αν ο επίλογος της ζωής των δύο πρωταγωνιστών δεν ηταν παγερά μελετημένος και σκηνοθετημένος με ιατρικούς όρους. Έτσι, ακυρώθηκε η ομορφιά των όρκων δυο ερωτευμένων να συνεχίσουν ‘χέρι- χέρι’ την πορεία τους προς την αιωνιότητα.
Ίσως αν άφηναν την μοίρα, το πεπρωμένο να αποφασίσει γι’ αυτούς, τότε η ίδια η ζωή που φάνηκε γενναιόδωρη μαζί τους, να επεφύλασσε γι’ αυτούς μια πιο αξιοπρεπή ‘έξοδο’ προς την αιωνιότητα. Το ερώτημα όμως που ορθώνεται είναι πάντα επίκαιρο: Έχει δικαίωμα ο άνθρωπος να δώσει τέλος σε μια ζωή, κυρίως στην δική του ζωή, που του δόθηκε ως το μεγαλύτερο δώρο του Δημιουργού, που πρέπει να το χαρεί, να το εκτιμήσει και να αφήσει στην ίδια την φύση να επιλέξει πότε αυτό το δώρο θα το παραδώσει στην επόμενη γενιά;
Η ευθανασία, ως μια ‘μέθοδος’ ως επιλογή για την ‘αναχώρηση’ από αυτήν την ζωή επινοήθηκε και νομιμοποιήθηκε σε κάποια κράτη με την αιτιολογία πως δεν έχει πλέον κάποιο νόημα η παράτασή της, όταν το σώμα βρίσκεται σε τέτοιο σημείο φθοράς που στατιστικά τουλάχιστον δεν μπορεί να επανακάμψει. Ωστόσο παρ’ όλες τις αιτιάσεις δεν παύει και αυτή η ‘μέθοδος’ της ευθανασίας να είναι ενα είδος αυτοκτονίας. Και οι προσφεύγοντες σε αυτήν την μέθοδο να θεωρούνται αυτόχειρες.
Συναισθήματα
Όμως τι είδους συναισθήματα, πάντα ανομολόγητα, δημιουργούν οι αυτόχειρες όλων των ηλικιών που καταφεύγουν σε μια τέτοια ενέργεια, είτε από μια ερωτική απογοήτευση, είτε λόγω χρεών που αδυνατούν να εξοφλήσουν αλλά και για πολλούς άλλους λόγους, στον κοινωνικό τους περίγυρο κυρίως όμως στους δικούς τους ανθρώπους, γονείς, αδέρφια, συγγενείς;
“Κάνουμε λόγο για ένα θλιβερό φαινόμενο’ γράφει σε άρθρο της η κοινωνιολόγος Ιωάννα Μπαλάφα, “που στιγματίζει τους αυτόχειρες και τις οικογένειές τους, και τα πραγματικά ποσοστά του οποίου αποκρύπτονται από τα ΜΜΕ. Πρόκειται για ένα ζήτημα χωρίς σταθερούς παράγοντες αιτιών καθώς η καθημερινή προσωπική και κοινωνική ζωή κατακλύζεται από ποικίλα και αντιφατικά γεγονότα που μπορεί να το προκαλέσουν”. Η Ψυχιατρική, η Ψυχολογία, η Κοινωνιολογία και σε κάποιες περιπτώσεις η Ιατρική μπορούν να βοηθήσουν προληπτικά στην αποτροπή μιας τέτοιας ενέργειας.
Στίγμα
Ωστόσο, για να βοηθήσουμε στον περιορισμό αυτού του φαινομένου που έχει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που δημοσιοποιείται, θα πρέπει οι υποψήφιοι αυτόχειρες πριν ακόμα διανοηθούν να καταφύγουν σε μια τέτοια ενέργεια εις βάρος του εαυτού τους, να κατανοήσουν πως η πράξη τους αυτή στιγματίζει τους ίδιους και τα αγαπημένα τους πρόσωπα… πώς πρόκειται για μια ‘θλιβερή’ πράξη, μια πράξη αδιεξόδου και απελπισίας, μια πράξη που υποκρύπτει θυμό, εκδίκηση, μίσος και τέλος μια πρόθεση να δημιουργήσει ενοχές, πρώτα στο στενό οικογενειακό περιβάλλον και δευτερευόντως στο ευρύτερο. Ο αποθανών δεν δικαιώνεται όταν περιφρονεί το δώρο της ζωής και βάζει τέρμα σε αυτή, είτε με την μέθοδο της ευθανασίας είτε με όποιον άλλο τρόπο.
Ο αυτόχειρας φεύγει μόνος του, στιγματισμένος από αυτήν την ζωή και θα κουβαλάει ο ίδιος τις ενοχές του για την πίκρα που θα αφήσει πίσω του, μια που και αυτό είναι στις προθέσεις του. Κι’ αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να περάσει έγκαιρα στους νέους, με την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση μέσα απ’ την οικογένεια, τα σχολεία αλλά και σε μεγαλύτερους, με ειδικά σεμινάρια που θα έχουν ως κύριο άξονα όχι την απόδοση κάποιας δικαίωσης για τους αυτόχειρες αλλά αντίθετα την στοχοποίησή τους, αποθαρρύνοντάς τους έτσι οριστικά από κάθε τέτοια ατιμωτική σκέψη που κάποια στιγμή στο μέλλον θα μπορούσε να δηλητηριάσει την ζωή τους. Και θεωρώντας την αυτοχειρία ως ‘ένα θλιβερό φαινόμενο που στιγματίζει τους ίδιους τους αυτόχειρες αλλά και τις οικογένειές τους’ θα μπορούσαμε, προκειμένου να συμβάλλουμε στον περιορισμό του, να είμαστε πιο σκληροί απέναντι στους υποψήφιους αυτόχειρες.
Κυρίως όμως το μήνυμα αυτό θα πρέπει να περάσει, έστω και στο παραπέντε, σε όσους βρίσκονται ένα βήμα πριν από μια τέτοια πράξη. Πολλά δράματα θα είχαν αποφευχθεί αν ο κάθε υποψήφιος αυτόχειρας διέθετε με την βοήθεια ίσως κάποιου, τρία λεπτά να ξανασκεφτεί αυτό που πάει να κάνει…