Η θλίψη, σε όλο της το φάσμα
Γράφει η Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Όταν υποφέρεις, να κοιτάς τον πόνο καταπρόσωπο. Θα σε παρηγορήσει ο ίδιος, και θα σου μάθει και κάτι.
Αλέξανδρος Δουμάς
Καταξιωμένος, πολύ αγαπητός, με μια αξιοζήλευτη πολύτεκνη οικογένεια. Με την αξιοπρεπή σύζυγό του μεγάλωναν τα παιδιά τους, χωρίς να αποβλέπουν στα κρατικά επιδόματα των πολυτέκνων. Ένας θεσμός που εδώ και δεκαετίες απαξιώθηκε, είτε γιατί οι ενεργοί πολίτες δεν παντρεύονται, είτε γιατί όσοι παντρεύονται δεν φέρνουν στον κόσμο πάνω από δυο παιδιά, με τις γνωστές επιπτώσεις στο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Και κάτω από αυτό το πρίσμα ισχύει το δόγμα πως τα πολλά παιδιά φέρνουν την ευτυχία στην οικογένεια, αρκεί βέβαια αυτή η οικογένεια να διαδραματίζει τον ρόλο της μέσα στην νομιμότητα κι όχι στο περιθώριο της κοινωνίας.
Μπορεί βέβαια εκείνος να καταξιώθηκε στον χώρο του, όμως οι μεγάλες τιμές θα μπορούσαν να αποδοθούν σε εκείνη που ζούσε στην σκιά του: Στην σύζυγό του, στην μάνα, την μαμά των παιδιών του… Μπορεί, κι αυτό ως έναν μεγάλο βαθμό είναι αλήθεια, και οι δύο σύζυγοι να συμβάλλουν ισότιμα στα βάρη της οικογένειας, ο καθένας από διαφορετικό τομέα, ίσως κάποιες φορές ο άνδρας να συνεισφέρει και πολύ περισσότερα. Όμως οι συναισθηματικοί δεσμοί των παιδιών με την μάνα τους είναι, πέρα από κάθε αμφισβήτηση πολύ πιο ισχυροί απ’ ότι με τον πατέρα, για φυσικούς λόγους. Ένα διαζύγιο έχει λιγότερες επιπτώσεις στα παιδιά όταν αυτά βρίσκονται κοντά στην μάνα τους, παρά το αντίθετο. Αν και τα παιδιά θέλουν και τους δύο γονείς τους στον ίδιο χώρο και αυστηρά… αγαπημένους. Μια συνθήκη που οι ρυθμοί της σύγχρονης ζωής δεν ευνοούν για να υπάρχει.
Τι γίνεται όμως όταν τα παιδιά δεν θα έχουν τη δυνατότητα να βρίσκονται κοντά στην μάνα τους αλλά μόνο στον πατέρα τους; Όταν τελείως αναπάντεχα εκείνη φύγει από την ζωή, αφήνοντάς τα πίσω της στην πιο κρίσιμη ηλικία της εφηβείας; Και κυρίως, πώς θα διαχειριστεί ο ίδιος ο πατέρας τους αυτήν την απώλεια;
Στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν κάποιοι μένουν μόνοι τους ως συνέπεια ενός δραματικού γεγονότος όπως ο άνθρωπος της ιστορίας μας και αφού συμβιβαστούν με την απώλεια, εκείνο που σκέφτονται είναι να αφήσουν την θλίψη πίσω τους και να κάνουν μια νέα αρχή στην ζωή τους. Πιστεύοντας πως εύκολα θα μπορέσουν να πείσουν και τα παιδιά τους για το δικαίωμά τους ή έστω την ανάγκη τους για ένα νέο ξεκίνημα της ζωής των ίδιων αλλά και των παιδιών που ορφάνεψαν. Τέτοιες όμως συζητήσεις, υπαρξιακού και ψυχολογικού επιπέδου δεν μπορούν να γίνουν με παιδιά που έχουν χάσει την ‘μαμά’ τους όσο ώριμα κι’ αν είναι κι όση κατανόηση κι αν δείχνουν στο κενό που άφησε εκείνη και για τον ίδιο, τον πατέρα τους. Δεν μπορούν να διανοηθούν ξαφνικά δίπλα στον πατέρα τους μια άλλη γυναίκα σαν υποκατάστατο της δικής τους μάνας. Και ίσως δύσκολα να “συγχωρήσουν” ένα καινούριο ανυποψίαστο πρόσωπο που έρχεται στην ζωή, να αποκαλεί μπαμπά τον δικό τους μπαμπά. Και ακόμα περισσότερο, δύσκολα θα το αποδεχτούν ως το καινούργιο τους ‘αδερφάκι’ όπως θα προσπαθήσει να το επιβάλλει ο μέχρι τώρα αποκλειστικά ‘δικός τους μπαμπάς’.
Έτσι, πολύ σωστά τα παιδιά, χωρίς να μπορούν να ορθώσουν αντίλογο στα εύλογα για την κοινή λογική επιχειρήματα του γονιού να ξεκινήσει μια νέα ζωή, από ένστικτο αρνήθηκαν να τα υιοθετήσουν και να τα κατανοήσουν. Πήραν των ομματιών τους και “σκορπίστηκαν”. Γιατί καμία γυναίκα δεν έρχεται να δώσει διέξοδο στην μοναξιά του άνδρα που έμεινε χωρίς σύντροφο. Έρχεται να εκπληρώσει την δική της επιθυμία, να γίνει η ίδια μαμά έχοντας στο πλάι της έναν νόμιμο σύζυγο που αγαπά και την αγαπά.
Η δημιουργία ωστόσο μιας τέτοιας οικογένειας με παιδιά από διαφορετικούς γονείς είναι μια παρωδία οικογένειας που έχει πολλές πιθανότητες να καταλήξει σε ένα διαζύγιο με δραματικές συνέπειες, για μια ακόμη πιο οδυνηρή μοναξιά του άνδρα που ήδη θα έχει αποξενωθεί από τα δικά του παιδιά και θα λειτουργεί πλέον ως μια διελκυστίνδα ανάμεσα στα παιδιά απ’ τον πρώτο και τον δεύτερο γάμο του.
Η θλίψη από την απώλεια του συντρόφου όταν υπάρχουν παιδιά, είναι και αυτή ένα συναίσθημα όπως και πολλά άλλα, που πρέπει να το βιώσει κανείς σε όλο το εύρος για να λυτρωθεί κάποια στιγμή απ’ την οδυνηρή εξουσία που θα ασκούν αυτά τα συναισθήματα στην υπόλοιπη ζωή του. Η θλίψη, όταν την βιώσουμε σε όλο της το φάσμα, λειτουργεί ως λύτρωση απέναντι στην απειλή μιας χρόνιας κατάθλιψης. Γιατί όταν την βιώσουμε στην ακραία της ένταση, κάποια στιγμή εκτονώνεται και απελευθερώνει από μέσα μας δημιουργικές δυνάμεις που αγνοούσαμε. Γινόμαστε ξαφνικά ποιητές, λογοτέχνες, στιχουργοί τραγουδιστές, εξωτερικεύσουμε τα συναισθήματά μας μεταλλάσσοντάς τα σε κάποιο είδος τέχνης. Κυρίως, λυτρωμένοι απ’ την απειλή της κατάθλιψης συνειδητοποιούμε το πεπερασμένο της ύπαρξής μας και γινόμαστε καλύτεροι στις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας… αλλά και με τον εαυτό μας.