Η μέχρις στιγμής πορεία της ελληνικής οικονομίας και τα επόμενα βήματα ήταν το θέμα συζήτησης του πάνελ Engines for Growth: Is the Production Model of Greece Changing? στο 9o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Τον διάλογο συντόνισε ο Γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας. Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, ανέφερε ότι η Ελλάδα εξήλθε από μία πολύ μεγάλη κρίση, χειρότερη και από αυτή των ΗΠΑ, και είναι στο χέρι μας να μείνουμε εκεί αφού έχουμε ξεφύγει από τις παθογένειες το παρελθόντος και έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις. Τόνισε, δε, ότι ο τουρισμός και ο εφοπλισμός πάνε καλά, η βιομηχανία άντεξε και γίνονται επενδύσεις. Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι η χώρα κινείται προς μία σωστή κατεύθυνση. Για τα επόμενα βήματα σχολίασε ότι υπάρχει κεφάλαιο και projects για την επόμενη τριετία, αλλά το θέμα είναι αν θα γίνει το άλμα.
Χαρακτήρισε την υφιστάμενη κατάσταση ως το μετέωρο βήμα του πελαργού, και τόνισε ότι τα επόμενα βήματα θέλουν τόλμη, αλλά υπάρχει κούραση και εφησυχασμός. Όσον αφορά το πως κοιτούν οι επενδυτές τη χώρα μας ανέφερε ότι αυτή έχει καλό όνομα, υπάρχει ένα pipeline επενδύσεων και διαθέσιμο κεφάλαιο από ξένους και Έλληνες επενδυτές. Ωστόσο, επισήμανε την ανάγκη για περισσότερες μεγάλες εταιρείες, αλλά υπάρχουν σοβαρά εμπόδια, όπως το αυστηρό φορολογικό σύστημα, ο περιορισμός επιδοτήσεων, και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι οικογενειακές. Κλείνοντας πρόσθεσε, ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα δεξιοτήτων και έλλειψη προσωπικού σε ποσότητα και ποιότητα.
Η υπερχρέωση
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, ανέφερε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν η υπερχρέωσή της από το 2005 με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία επίπλαστη εικόνα και να επέλθει η κατάρρευση. Για τα επόμενα βήματα σχολίασε ότι λείπει η τόλμη και χρειάζονται τομές στην επιχειρηματικότητα. Τα σημεία που χρήζουν βελτίωσης είναι το σύνθετο φορολογικό σύστημα, η στάση της δικαιοσύνης ως προς την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας, το χαμηλό επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης στον ιδιωτικό τομέα και η έλλειψη κουλτούρας στην καινοτομία Όσον αφορά τις εξαγορές δήλωσε ότι πρόκειται για ώριμες εταιρείες που τις εκμεταλλεύεται κάποιος που έχει δεσπόζουσα θέση, αλλά χρειάζονται κεφαλαιακές δαπάνες.
Για το άλμα της Ελλάδας τόνισε ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δημιουργεί την κατάλληλη συγκυρία μαζί με την πολιτική ηρεμία, το τεράστιο Δ ως χώρα και το Ταμείο Ανάκαμψης. Για το παραγωγικό μοντέλο τόνισε ότι δεν είναι αυτοσκοπός και πρέπει να πάμε στη λογική των εργαλείων.
Για το τι χρειάζεται αναφέρθηκε στα εξής:
Μια νέα καινοτόμα επιχειρηματική κουλτούρα. Το τραπεζικό σύστημα δε μπορεί να στηρίξει πράγματα που πάνε μπροστά καθώς κοιτούσαν προς τα πίσω. Η πολιτική πρέπει να είναι αρωγός και χρειάζονται περισσότερα κίνητρα και να στηρίζει τη μετάβαση.
Πλεονεκτήματα
Για τα πλεονεκτήματα όσον αφορά το έμψυχο δυναμικό επισήμανε ότι υπάρχουν ταλαντούχοι Έλληνες εντός και εκτός της χώρας, τα πανεπιστήμια δίνουν αξία στους φοιτητές και γενικότερα το επίπεδο παραμένει καλό. O partner και συνιδρυτής της BigPi Ventures, Μάρκος Βερέμης μίλησε για την εμπειρία του στον τεχνολογικό κλάδο και ανέφερε ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η χώρα μας είχε μία μεταπρατική οικονομία με καύσιμο έναν φθηνό δανεισμό που πληρώσαμε αργότερα πολύ ακριβά. Όσον αφορά την τεχνολογία οι ελληνικές εταιρείες πωλούν κυρίως στις ΗΠΑ. Η κεφαλαιοποίηση τους ανέρχεται στα 10 δις. Και αποτελούν το 1,5% αλλά χρειάζεται να γίνουν μεγάλα βήματα για να φτάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 8%). Για την μέχρι εδώ πορεία ανέφερε ότι έχουν γίνει πολύ καλά βήματα αλλά πλέον χρειάζεται κεφάλαιο και ταλέντο.
Για τις επενδύσεις ανέφερε ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα υποεπένδυσης, καθώς τα κεφάλαια οδεύουν προς «έτοιμες» επενδύσεις όπως για παράδειγμα η γη. Το κύριο κανάλι εύρεσης επενδυτών για τις τεχνολογικές εταιρίες σύμφωνα με τον κ. Βερέμη είναι το εξωτερικό αλλά και εκεί υπάρχει διστακτικότητα και αν το κάνουν προτιμούν μη εμπορεύσιμα. Για να πεισθούν η μόνη λύση είναι τα πετυχημένα case studies και υπάρχει προς το παρόν ένα venture capital λειτουργεί ως ένα μικρό μαξιλάρι ύψους 300 εκατ. Ευρώ.