Συλλήψεις στις φυλακές
«Φάμπρικα» εμπορίας ναρκωτικών και κυρίως κινητών τηλεφώνων, τα οποία πωλούνταν 500 και 600 ευρώ σε κρατούμενους στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων του Αυλώνα, με την συμμετοχή σωφρονιστικού υπαλλήλου, αποδομείται από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ.
Του Πέτρου Καρσιώτη
Οι «αδιάφθοροι» προχώρησαν σε πέντε συλλήψεις εμπλεκομένων σε επιχείρηση στις φυλακές, μεταξύ των οποίων εγκλείστου, ο οποίος κατείχε τη θέση του μάγειρα και, ως εκ τούτου, είχε σχετικά μεγάλη ελευθερία κίνησης στον χώρο του σωφρονιστικού καταστήματος. Εν γνώσει του σωφρονιστικού υπαλλήλου, που τον ενημέρωνε για τις ώρες και τις ημέρες των Υπηρεσιών στις φυλακές για να αποφασίζει πότε θα ήταν πιο πρόσφορη η εισαγωγή των απαγορευμένων ειδών, λάμβανε, σύμφωνα με την Αστυνομία, «παραγγελίες» από κρατούμενους-«πελάτες». Μέσω δεύτερου κρατουμένου προχωρούσε τις πωλήσεις.
«Ο 46χρονος κρατούμενος αρχιμάγειρας», αναφέρεται «διακινούσε το «εμπόρευμα» σε τιμές πολλαπλάσιες σε σχέση με την «αγορά», εκμεταλλευόμενος την θέση του στις φυλακές και τις επαφές του με τους σωφρονιστικούς υπάλληλους». Στους συλληφθέντες είναι και μία γυναίκα, καθώς και συγγενής του μάγειρα, οι οποίοι είχαν αναλάβει να πραγματοποιούν επισκεπτήρια και να μεταφέρουν μέσα στη φυλακή όσα ζητούσε ο μάγειρας κρυμμένα στα ρούχα τους. Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε πριν από τέσσερις μήνες, όταν οι «αδιάφθοροι» έλαβαν καταγγελία ότι, μεταξύ άλλων, ο 48χρονος σωφρονιστικός υπάλληλος, ο οποίος κατονομαζόταν, εισήγαγε στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα ναρκωτικά. Κάθε φορά γι αυτή του την πράξη, αναφερόταν, ότι λάμβανε 1.500 ευρώ.
Η 43χρονη και ο 24χρονος
Οι δυο άλλοι συλληφθέντες μια 43χρονη και ένας 24χρονος συγγενής του «αρχιμάγειρα» έγκλειστου, ήταν, σύμφωνα με τους «αδιάφθορους», «βασικοί υποστηρικτές του εν λόγω δικτύου εκ των οποίων η συλληφθείσα, κατείχε τον ρόλο του βασικού εισαγωγέα μέσω των επισκεπτηρίων στο Σωφρονιστικό Κατάστημα και ο άνδρας συλληφθείς, ήταν επιφορτισμένος, με την εύρεση και προμήθεια των ναρκωτικών ουσιών».
Πώς περιγράφει η ΕΛ.ΑΣ βασικά σημεία της υπόθεσης:
«Προηγήθηκε καταγγελία, σχετικά με άτομο, που εισάγει ναρκωτικά σε κατάστημα κράτησης, κατόπιν «παραγγελιών» από έγκλειστους, έναντι χρηματικής αμοιβής. Στο πλαίσιο της έρευνας, προέκυψε η ύπαρξη δικτύου εισαγωγής και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, συσκευών κινητής τηλεφωνίας, καθώς και πακέτων τηλεφωνικών συνδέσεων, με απώτερο σκοπό την πώληση τους σε κρατούμενους, έναντι χρηματικής αμοιβής. Ειδικότερα, ως προς τον τρόπο δράσης, προέκυψε ότι 46χρονος έγκλειστος, εκμεταλλευόταν τη θέση, όπου απασχολούνταν, εντός του Καταστήματος Κράτησης, ενώ παράλληλα διατηρούσε κομβικό ρόλο στη λήψη των αποφάσεων, αναθέτοντας την αναζήτηση ή παραλαβή της εκάστοτε παραγγελίας στο δίκτυο που είχε αναπτύξει.
Γνώριζε “μυστικά” της φυλακής
Μάλιστα, κατείχε κινητό τηλέφωνο εν γνώσει του συλληφθέντα σωφρονιστικού υπαλλήλου, μέσω του οποίου γνώριζε τις υπηρεσίες (ημέρες, πρόσωπα, σημεία) στο Κατάστημα Κράτησης και ειδικότερα στην πύλη που αποτελεί το σημείο ελέγχου των επισκεπτών. Επίσης είχε άμεση πληροφόρηση για ενδεχόμενες έρευνες στο Κατάστημα, στους χώρους του οποίου κινούταν ελεύθερα, ακόμα και σε ώρες που οι υπόλοιποι κρατούμενοι βρίσκονταν σε περιορισμό».
Και συνεχίζουν οι «αδιάφθοροι»:
«Βασικοί υποστηρικτές του εν λόγω δικτύου ήταν οι δύο ιδιώτες (43χρονη και 24χρονος) συλληφθέντες, καθώς η πρώτη, κατείχε τον ρόλο του βασικού εισαγωγέα μέσω επισκεπτηρίων στο Σωφρονιστικό Κατάστημα και ο δεύτερος ήταν επιφορτισμένος, με την εύρεση και προμήθεια των ναρκωτικών ουσιών». Από τις έρευνες, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν: 17,7 γραμμάρια κάνναβης, πλήθος κινητών τηλεφώνων, 2- smartwatch, 4 πλαστά υπηρεσιακά δελτία ταυτότητας σωφρονιστικού υπαλλήλου, πλήθος αναβολικών σκευασμάτων, 8 ασύρματοι, 3 σπρέι πιπεριού, 895 ευρώ, αποδεικτικά μεταφοράς χρημάτων συνολικού ύψους 28.466 ευρώ και 1- όχημα».