Μπορεί να μειωθεί η εγκληματικότητα στο επικίνδυνο μέρος του πλανήτη; Και πώς; Λειτουργεί το... Mano Dura;
Το ποσοστό των δολοφονιών το 2003 εκτινάχθηκε στους 148 ανά 100.000 κατοίκους και ήταν σχεδόν 50% υψηλότερο από εκείνο στο δεύτερο πιο επικίνδυνο μέρος του πλανήτη, το Μαντέλα Μπέι στη Νότια Αφρική. Η πόλη Ντουράν στο Εκουαδόρ, φτωχή και με 300.000 κατοίκους βρίσκεται απέναντι από τον ποταμό Γκουαγιακίλ, έναν από τους σημαντικότερους κόμβους εξαγωγής κοκαΐνης. Είναι το χειρότερο παράδειγμα μιας μάστιγας που έχει φέρει δυστυχία στη Λατινική Αμερική – μία περιοχή, που παρά το γεγονός ότι φιλοξενεί μόλις το 8% του παγκόσμιου πληθυσμού, ευθύνεται για το ένα τρίτο των δολοφονιών του πλανήτη. Πέρυσι τουλάχιστον 407 δολοφονήθηκαν στο Ντουράν, καθώς δεν πέρασε ούτε μία ημέρα που να μην καταγραφεί τουλάχιστον μία ανθρωποκτονία. Για να αντιμετωπίσουν τη βία, οι ηγέτες της Λατινικής Αμερικής καταφεύγουν συχνά στο mano dura, τη σιδερένια γροθιά. Επιβάλλουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, που μπορεί να διαρκέσουν επ’ αόριστον. Κατεβάζουν τον στρατό στους δρόμους, προχωρούν σε μαζικές συλλήψεις. Το Mano dura είναι ακριβώς η τακτική του προέδρου του Ελ Σαλβαδόρ, Ναγίμπ Μπουκέλε – του ανθρώπου που «τρέμουν οι γκάνγκστερς και λατρεύουν οι πολίτες».
Στα τέλη Φεβρουαρίου του 2023, περίπου 2.000 μέλη συμμοριών οδηγήθηκαν σε μία θεαματική επιχείρηση στη νέα τεράστια φυλακή – τη μεγαλύτερη της αμερικανικής ηπείρου σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ελ Σαλβαδόρ. Ο Μπουκέλε έχει οδηγήσει στη φυλακή σχεδόν 80.000 ανθρώπους – πάνω από το 1% του πληθυσμού της χώρας – τα τελευταία δύο χρόνια. Το ποσοστό το δολοφονιών έχει μειωθεί δραματικά. Πολιτικοί από όλη την περιοχή της Λατινικής Αμερικής τον επαινούν και προσπαθούν να αντιγράψουν αυτό που αποκαλούν «μοντέλο Μπουκέλε». Είναι λάθος, τονίζει σε ανάλυσή του ο Economist. Ναι τα μέλη των συμμοριών οδηγούνται στη φυλακή, αλλά οι καταγγελίες για συλλήψεις πολλών αθώων είναι επίσης γεγονός.
Γιατί η στρατηγική Μπουκέλε δεν είναι πρότυπο
Δεν τηρείται κάποια διαδικασία, δεν υπάρχουν αποφάσεις εισαγγελέων και δικαστηρίων. Το γεγονός ότι το mano dura υπονομεύει τα συστήματα δικαιοσύνης και οδηγεί στον αυταρχισμό είναι αρκετός λόγος για να μην θεωρείται πρότυπο. Εξίσου σημαντικός λόγος είναι ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση πως μπορεί να λειτουργήσει αλλού. Οι συμμορίες του Ελ Σαλβαδόρ αποτελούνταν από οπλισμένους εκβιαστές των οποίων το μοντέλο δράσης απαιτούσε να λειτουργούν ανοιχτά σε πυκνά αστικά περιβάλλοντα. Σκότωναν για μικρά ποσά. Ήταν φονικές, αλλά τα κέρδη τους ήταν πενιχρά. Δεν υπήρχε πραγματική οργάνωση ή κάποια ιδιαίτερη ισχύς.
Εγκληματικές οργανώσεις που παρέχουν δουλειές και προστασία
Αντίθετα, οι εγκληματικές ομάδες σε μέρη όπως το Μεξικό, η Βραζιλία και το Εκουαδόρ είναι πολύ πιο πλούσιες και καλύτερα οπλισμένες και συχνά μπορούν να αντλήσουν βοήθεια από ξένες εγκληματικές οργανώσεις. Δημιουργούν θέσεις εργασίας και μετρητά, και παρέχουν όλο και περισσότερο υπηρεσίες προστασίας (και όχι μόνο ) σε κοινότητες όπου το κράτος είναι ανίκανο να λειτουργήσει. Κερδίζουν έτσι τη στήριξη των ντόπιων. Τέτοιες ομάδες είναι απίθανο να νικηθούν μόνο μέσω της βίας. «Αντί για το mano dura, οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής θα πρέπει να δοκιμάσουν μια διαφορετική προσέγγιση. Πρέπει να αποδεχτούν ότι όσο υπάρχουν παράνομες αγορές, θα υπάρχουν και οι συμμορίες», σημειώνει ο Economist. «Η νομιμοποίηση της παραγωγής και της κατανάλωσης κοκαΐνης θα ήταν ο μοναδικός τρόπος για τον περιορισμό της βίας στην περιοχή, αλλά δεν πρόκειται να συμβεί», προσθέτει το βρετανικό περιοδικό.
Αντί να προσπαθούν να εξοντώσουν ολόκληρες συμμορίες ή να επικεντρωθούν στα αφεντικά, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποθαρρύνουν τα πιο βίαια μέλη από βάναυσες πράξεις, μια τακτική που ονομάζεται «εστιασμένη αποτροπή». Να δημιουργήσουν κίνητρα για να χυθεί λιγότερο αίμα. Τα στοιχεία από το Μεξικό δείχνουν ότι μπορεί να λειτουργήσει. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει επίσης να βασίζονται στην αστυνομία και το κράτος δικαίου, όχι στον στρατό και στις αδιάκριτες συλλήψεις. Θα πρέπει δε να έχουν κατά νου ότι ο μαζικός εγκλεισμός βοηθά τις συμμορίες να βρουν νεοσύλλεκτους, γιατί συχνά ελέγχουν τις φυλακές.