H κυβέρνηση του Καναδά απαίτησε από το Facebook να πληρώνει τα μέσα ενημέρωσης - Η Meta προτίμησε το black out - Ποια τα αποτελέσματα
Ως ιδιοκτήτρια και βασική συντάκτρια των Ku’ku’kwes News, η Maureen Googoo ξεκινά τη μέρα δημοσιεύοντας τα τελευταία ρεπορτάζ της για τις αυτόχθονες κοινότητες του Καναδά. Το να τσεκάρει τον αριθμό των ανθρώπων που συνέρρεαν για να διαβάσουν αυτές τις ιστορίες ήταν κάποτε απόλαυση. Σήμερα, όπως λέει στον Economist, της προκαλεί φόβο. Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι ο ιστότοπός της είχε περίπου 12.000 μηνιαίες επισκέψεις. Τώρα έχουν μειωθεί στο 1/4. Δεν ήταν αυτό που οραματίστηκε η κυβέρνηση του Καναδά όταν ψήφισε τον νόμο για τις Ηλεκτρονικές Ειδήσεις τον περασμένο Ιούνιο.
Ο νόμος υποσχόταν «δικαιοσύνη στην καναδική αγορά ψηφιακών ειδήσεων». Η ιδέα, εμπνευσμένη από έναν παρόμοιο νόμο στην Αυστραλία, ήταν να αναγκαστούν η Google και η Meta, οι βασιλιάδες της αναζήτησης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, να πληρώνουν τους ειδησεογραφικούς ομίλους, όταν τα άρθρα τους εμφανίζονται στα αποτελέσματα αναζήτησης και στις ροές κοινωνικής δικτύωσης. Οι εκδότες και οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς παραπονιούνται εδώ και καιρό ότι οι εταιρείες τεχνολογίας έχουν καταβροχθίσει τη διαφημιστική αγορά τους. Ο νόμος είχε σκοπό να φέρει πίσω μερικά από αυτά τα χρήματα.
Τον Νοέμβριο η Google συμφώνησε να πληρώνει 100 εκατομμύρια δολάρια Καναδά (74 εκατομμύρια δολάρια) ετησίως σε ένα κρατικό ταμείο για τα καναδικά μέσα ενημέρωσης. Όμως η Μeta αρνήθηκε. Οι ειδήσεις αποτελούν λιγότερο από το 3% της ροής του Facebook παγκοσμίως, εξήγησε η εταιρεία, και κατά συνέπεια έχουν μικρή αξία για αυτήν. Οι εκδότες επωφελούνται όταν μοιράζονται τα άρθρα τους, πρόσθεσε, γι’ αυτό οι περισσότεροι δημοσιεύουν οι ίδιοι το δικό τους περιεχόμενο.
Το black out δεν έβλαψε τη Meta
Αντί να πληρώσει λοιπόν, η Meta είπε ότι θα μπλοκάρει τους συνδέσμους ειδήσεων από τις εφαρμογές της στον Καναδά. Από τον Αύγουστο, οι χρήστες του Facebook και του Instagram στη χώρα δεν έχουν τη δυνατότητα να δουν ή να μοιραστούν συνδέσμους από οποιονδήποτε ειδησεογραφικό ιστότοπο, από το Ku’ku’kwes News έως τον Economist. Εννέα μήνες αργότερα, ο αριθμός των ατόμων που χρησιμοποιούν το Facebook και το Instagram στον Καναδά δεν έχει μειωθεί. Τα downloads των εφαρμογών τους συνεχίζονται με ισχυρούς ρυθμούς. Η έλλειψη ειδήσεων δεν φαίνεται να βλάπτει ούτε την τσέπη της Meta, παρά το διαφημιστικό μποϊκοτάζ υπό την κυβέρνηση του Καναδά. Η εταιρεία δεν δίνει ξεχωριστά στοιχεία για τα αποτελέσματά της στην καναδική αγορά, αλλά τα έσοδά της από διαφημίσεις της συνολικά στη Βόρεια Αμερική (ΗΠΑ και Καναδάς) κατά 19% τους εννέα μήνες από την έναρξη της διακοπής ειδήσεων, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.
Για τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, ο αντίκτυπος ήταν μεγαλύτερος. Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο McGill και το Πανεπιστήμιο του Τορόντο διαπίστωσε ότι, έξι μήνες μετά το black out, οι σελίδες Facebook των καναδικών εθνικών ειδησεογραφικών πρακτορείων είχαν χάσει το 64% της «απήχησής» τους, ενώ αυτά των τοπικών καταστημάτων είχαν χάσει 85%. Σχεδόν οι μισοί από τους τοπικούς τίτλους είχαν σταματήσει να δημοσιεύουν οτιδήποτε στο Facebook.
Καταστροφικό το αποτέλεσμα για τους μικρούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους
Μεγάλοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί, με τις δικές τους εφαρμογές βρίσκονται σε καλή θέση για να αντιμετωπίσουν την απαγόρευση. Αλλά για ορισμένες ψηφιακές εκδόσεις, το black out της Meta ήταν «απολύτως καταστροφικό», λέει ο Paul Deegan, επικεφαλής της News Media Canada, η οποία εκπροσωπεί τους εκδότες. Ο Adam Reaburn, συντάκτης του Energetic City, ενός ιστότοπου που καλύπτει αυτό που λέει ότι κατά τα άλλα είναι μια «έρημος ειδήσεων» στην αγροτική Βρετανική Κολομβία, λέει ότι η απαγόρευση των ειδήσεων αρχικά μείωσε το αναγνωστικό κοινό του κατά 30-40%. «Δεν καταλαβαίνω γιατί η Google, το Instagram και το Facebook πρέπει να μας πληρώνουν όταν χρησιμοποιούμε τις πλατφόρμες τους για να μοιραζόμαστε τα άρθρα μας», έγραψε στην τελευταία του ανάρτηση στο Facebook τον Αύγουστο.
Όσο για τους αναγνώστες; Βρίσκουν τρόπους να παρακάμψουν την απαγόρευση. Καθώς δεν είναι δυνατή η κοινή χρήση συνδέσμων, ορισμένοι δημοσιεύουν στιγμιότυπα οθόνης από άρθρα.
«Να μάθουμε ξανά στους αναγνώστες μας πώς να βρίσκουν τις ειδήσεις»
Στο “Only in Canada”, μια ομάδα στο Facebook με μισό εκατομμύριο μέλη, αστεία και memes διανθίζονται με φωτογραφίες από τίτλους από αποκλεισμένους ιστότοπους ειδήσεων, από το BBC έως το CTV, ένα καναδικό τηλεοπτικό δίκτυο. Η κοινοποίηση screenshots ειδήσεων στο Facebook έχει υπερτριπλασιαστεί από τότε που η πλατφόρμα έκοψε την προβολή ειδησεογραφικών συνδέσμων, διαπίστωσε η έρευνα των πανεπιστημίων McGill και Τορόντου.
Τα ειδησεογραφικά sites, ακόμη και τα πιο μικρά, προσαρμόζονται σιγά – σιγά. Η Energetic City έχει εγγράψει 5.000 αναγνώστες σε ένα ενημερωτικό δελτίο ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, έχει δημιουργήσει μια εφαρμογή για κινητά και έχει αναρτήσει αφίσες σε όλη την πόλη με QR codes, που οδηγούν στον ιστότοπό της. «Βασικά πρέπει να μάθουμε ξανά στους αναγνώστες μας πώς να βρίσκουν τις ειδήσεις», λέει ο Reaburn. Το Ku’ku’kwes φλερτάρει με κοινό εκτός Καναδά. Οι ιθαγενείς κοινότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μπορούν ακόμα να μοιράζονται ειδήσεις στο Facebook, αποτελούν ένα αυξανόμενο μερίδιο αναγνωστών.
Ευνοημένη η παραπληροφόρηση
Κάποιοι ανησυχούν ότι οι αμφίβολες πηγές πληροφοριών θα καλύψουν το κενό που αφήνει τα mainstream μέσα. «Με την απαγόρευση των ειδήσεων, υπήρξε αύξηση της παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων», παραδέχεται ο Pascale St-Onge, υπουργός αρμόδιος για τον νόμο Ψηφιακών Ειδήσεων.
Το NewsGuard, ένας οργανισμός fact- checking, διαπίστωσε ότι οι «αναξιόπιστες» πηγές αντιπροσώπευαν το 6,9% στο καναδικό Facebook τις 90 ημέρες μετά το μπλακάουτ, σε σύγκριση με το 2,2% τις 90 ημέρες πριν. (Οι ερευνητές του McGill και του Τορόντο, αντίθετα, δεν βρήκαν αύξηση στην παραπληροφόρηση). Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, «το καθαρό πόσιμο νερό και τα λύματα περνούν από τον ίδιο σωλήνα», λέει ο Deegan. «Χωρίς ειδήσεις, το μόνο που περνάει είναι τα λύματα».