«Οι ορθόδοξοι Ουκρανοί κάνουν σήμερα ένα βήμα προς την απελευθέρωσή τους από τους δαίμονες της Μόσχας», τόνισε
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι υπέγραψε σήμερα Σάββατο 24 Αυγούστου τον νόμο με τον οποίο απαγορεύεται η Ορθόδοξη Εκκλησία της χώρας που συνδέεται με το Πατριαρχείο της Μόσχας. Ο νόμος αυτός, ο οποίος ψηφίστηκε την Τρίτη από το ουκρανικό κοινοβούλιο και έχει προκαλέσει την αντίδραση της Ρωσίας, υπεγράφη από τον Ζελένσκι σήμερα, Ημέρα της Ανεξαρτησίας της Ουκρανίας από τη Σοβιετική Ένωση και δυόμισι χρόνια μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στη χώρα. Στη ομιλία του ο Ουκρανός πρόεδρος εκτίμησε ότι η απόφαση αυτή θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της χώρας του. «Οι ορθόδοξοι Ουκρανοί κάνουν σήμερα ένα βήμα προς την απελευθέρωσή τους από τους δαίμονες της Μόσχας», τόνισε.
Η Ουκρανία επιδιώκει να αποδεσμευθεί από τη ρωσική πνευματική επιρροή από το 2014. Η διαδικασία αυτή επιταχύνθηκε με τη δημιουργία το 2018 μιας ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ανεξάρτητης από τη Μόσχα και στη συνέχεια ακόμα περισσότερο με την έναρξη τον Φεβρουάριο του 2022 της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η οποία υποστηρίχθηκε ανοικτά από το Πατριαρχείο της Μόσχας. Η ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία είχε ανακοινώσει τον Μάιο 2022 ότι διακόπτει κάθε σχέση με το Πατριαρχείο της Μόσχας. Όμως η ουκρανική κυβέρνηση εκτιμά ότι η εν λόγω Εκκλησία παραμένει εκ των πραγμάτων εξαρτημένη από τη Ρωσία και ποινικές έρευνες διεξάγονται σε βάρος αξιωματούχων της.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που είχε πραγματοποιηθεί το 2023 από το Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνιολογίας του Κιέβου, το 66% των Ουκρανών υποστηρίζει την απαγόρευση της Εκκλησίας που συνδέεται με τη Μόσχα. Εξάλλου το 54% των Ουκρανών ταυτίζεται με την ανεξάρτητη Εκκλησία και μόνο το 4% με αυτή που υπόκειται στο ρωσικό Πατριαρχείο, σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε το 2022 από τον ίδιο οργανισμό. Την προηγούμενη χρονιά τα ποσοστά αυτά ήταν 42% και 18% αντιστοίχως. Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης, η Εκκλησία που συνδέεται με τη Ρωσία εξακολουθεί να ελέγχει περίπου 9.000 ενορίες στην Ουκρανία, έναντι 8.000 έως 9.000 ενοριών που ελέγχει η ανεξάρτητη αντίπαλός της.