Κάπνισμα σε υπαίθριους χώρους: Η νέα πρωτοβουλία συνιστά στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις πολιτικές για το περιβάλλον χωρίς καπνό σε βασικούς υπαίθριους χώρους
Πρωτοβουλία αναλαμβάνει η Κομισιόν για απαγόρευση του καπνίσματος στους υπαίθριους χώρους στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία των πολιτών από τις επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος. Η νέα πρωτοβουλία συνιστά στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις πολιτικές για το περιβάλλον χωρίς καπνό σε βασικούς υπαίθριους χώρους, ώστε να προστατεύονται καλύτερα οι πολίτες στην Ε.Ε., ιδίως τα παιδιά και οι νέοι. Στις περιοχές αυτές περιλαμβάνονται υπαίθριοι χώροι αναψυχής όπου είναι πιθανό να συγκεντρώνονται παιδιά, όπως δημόσιες παιδικές χαρές, λούνα παρκ και πισίνες- υπαίθριοι χώροι που συνδέονται με χώρους υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης- δημόσια κτίρια- εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών- και στάσεις και σταθμοί μεταφορών.
Η πρωτοβουλία συνιστά επίσης στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις πολιτικές για περιβάλλοντα χωρίς καπνό και σε προϊόντα, όπως τα θερμαινόμενα προϊόντα καπνού και τα ηλεκτρονικά τσιγάρα, τα οποία γίνονται δημοφιλή όλο και περισσότερο στους νεαρούς χρήστες. Είχε προηγηθεί η επισήμανση από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) των αρνητικών επιπτώσεων της έκθεσης σε παθητικές εκπομπές από αυτά τα αναδυόμενα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών αναπνευστικών και καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Η Επιτροπή ενθαρρύνει επίσης τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές και να ενισχύουν τη διεθνή συνεργασία, ώστε να μεγιστοποιηθεί ο αντίκτυπος των μέτρων που λαμβάνονται σε ολόκληρη την Ε.Ε.. Η Επιτροπή θα παράσχει στήριξη μέσω άμεσης επιχορήγησης ύψους 16 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα EU4Health, ενώ 80 εκατ. ευρώ από το πρόγραμμα «Ορίζοντας» έχουν ήδη διατεθεί για την ενίσχυση του ελέγχου του καπνού και της νικοτίνης, καθώς και για την πρόληψη του εθισμού. Οι συστάσεις για την καλύτερη προστασία των ανθρώπων από την έκθεση στο παθητικό κάπνισμα απευθύνονται στα κράτη μέλη. Ωστόσο δεδομένου ότι η πολιτική υγείας αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών, καλούνται να εφαρμόσουν τις συστάσεις αυτές μέσω των δικών τους πολιτικών, όπως κρίνουν σκόπιμο, δηλαδή λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες και ανάγκες τους.