Η πραγματικότητα της συνεπιμέλειας

ΕΛΛΑΔΑ

Η πραγματικότητα της συνεπιμέλειας

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Η νέα μορφή της οικογένειας

07.10.2024 | 16:19

Η καθημερινότητα των γυναικών του σήμερα που δε θυμίζει σε τίποτα τις περασμένες δεκαετίες που τις ήθελε κλεισμένες στο σπίτι και απασχολημένες με την ανατροφή των παιδιών, είναι ένας από τους παράγοντες που οδηγούν πολλά ζευγάρια στο διαζύγιο, σύμφωνα με τις έρευνες των τελευταίων ετών. Το διαζύγιο είναι ένα τεράστιο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο απασχολεί σήμερα μεγάλο αριθμό ζευγαριών στην ελληνική και όχι μόνο κοινωνία. Τα ποσοστά μόνο αισιόδοξα δεν είναι. Πριν μια πενταετία το ποσοστό στην Ελλάδα έφτανε στο 23% και αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στο 50%.  Η αύξηση της έντασης του διαζυγίου έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση τόσο των μονογονεϊκών οικογενειών όσο και των παιδιών που μεγαλώνουν σε οικογένειες με έναν θετό και έναν βιολογικό γονέα. Επομένως, οι οικογενειακές δομές στη χώρα μας διαφοροποιούνται όλο και περισσότερο από αυτές του παρελθόντος. Η μικρή σε μέγεθος πυρηνική οικογένεια που προκύπτει από γάμο συνεχίζει να επικρατεί μεν αλλά και νέα οικογενειακά πρότυπα αναδύονται απαιτώντας νέες προσεγγίσεις σχετικά με το σχεδιασμό και την υλοποίηση των προτεραιοτήτων στη διαμόρφωση της όποιας δημογραφικής πολιτικής. Κι αν η συζήτηση γύρω από τις αιτίες λύσης ενός γάμου μοιάζει ατέρμονη, όταν υπάρχουν παιδιά, είμαστε υποχρεωμένοι να στρέψουμε το βλέμμα μας μόνο σε αυτά.

Πολλοί γονείς πιστεύουν ότι το διαζύγιο θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά, κι έτσι, παραμένουν σε δυστυχισμένους ή ακόμα βίαιους γάμους. Τι λέει οι έρευνες; Είναι πάντα καλύτερο να μένουμε μαζί για τα παιδιά; Η βραχυπρόθεσμη απάντηση είναι, συνήθως ναι. Τα παιδιά ευδοκιμούν σε προβλέψιμες, ασφαλείς οικογένειες με δύο γονείς που τα αγαπούν και αγαπούν ο ένας τον άλλον. Ο χωρισμός είναι ανησυχητικός, αγχωτικός και αποσταθεροποιητικός, εκτός εάν υπάρχει γονική κακοποίηση ή σύγκρουση. Μακροπρόθεσμα ωστόσο, το διαζύγιο μπορεί να οδηγήσει σε πιο ευτυχισμένα αποτελέσματα για τα παιδιά. Όταν οι γονείς διαφωνούν ή είναι ασυμβίβαστοι με έναν βαθύ και διαρκή τρόπο, το διαζύγιο μπορεί να είναι μια ανακούφιση για τα παιδιά, μια ευκαιρία να αναπνεύσουν πιο υγιή αέρα, χωρίς τις εντάσεις μιας δυστυχισμένης σχέσης. Όταν οι αλλαγές στη δομή της οικογένειας αντιμετωπίζονται σωστά, τα παιδιά βιώνουν μια προσωρινή αναστάτωση αλλά μπορούν να επιτύχουν μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα και δύναμη. Επομένως, εάν σκέφτεστε την ικανότητα των παιδιών σας να δημιουργούν ευτυχισμένες, παραγωγικές ενήλικες ζωές για τον εαυτό τους  τότε, η απάντηση είναι όχι.

Μακροπρόθεσμες μελέτες δείχνουν ότι παρόλο που πολλά παιδιά αντιμετωπίζουν βραχυπρόθεσμα προβλήματα και αποτυχίες, η συντριπτική πλειοψηφία ανακάμπτει μετά από ένα ή δύο χρόνια. Συνολικά, τα παιδιά διαζευγμένων γονέων γίνονται καλά προσαρμοσμένοι ενήλικες, εφόσον έχουν τουλάχιστον έναν στοργικό γονέα που παραμένει προσηλωμένος στην ευημερία τους ενώ μπορούν να επωφεληθούν βλέποντας τους γονείς τους να αποφασίζουν για την ευτυχία και την εκπλήρωση. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση θεσμοθέτησε το 2022 τη συνεπιμέλεια, ένα ζήτημα πολύ σύνθετο, που εκτός από ανακούφιση στους πατεράδες, προκάλεσε προβληματισμό και διχασμό μέσα στο νομικό σώμα, αλλά και πολλές ερμηνείες. Η λέξη «υποχρεωτική» δίπλα στη συνεπιμέλεια ήταν το πρώτο (και κυριότερο) στοιχείο που προκάλεσε ενστάσεις και προβληματισμό -φανταστείτε ένα ζευγάρι που διαφωνεί σε βαθμό δικαστικής διαμάχης, να υποχρεωθεί χωρίς να το θέλει, να αναλάβει εξίσου το μεγάλωμα του παιδιού του.

Πόσο καλά θα μπορούσε να εξελιχθεί αυτό;

Με τον νέο νόμο εισήχθη με οριζόντιο τρόπο ο κανόνας της από κοινού και εξίσου επιμέλειας χωρίς ειδικότερη διάκριση, κάτι που δεν μπορεί να λειτουργήσει για την κάθε οικογένεια και κάθε παιδί, καθώς κάθε σχεσιακότητα εν γένει είναι διαφορετική και πρέπει να αξιολογείται ατομικά. Όπως υποστηρίζουν οι επικριτές, πριν τον νόμο ο δικαστής είχε το “ελεύθερο” να αναθέσει την αποκλειστική επιμέλεια στον πιο κατάλληλο γονέα, όμως η νομική υποχρέωση είναι η από κοινού επιμέλεια, ακόμα και αν υπάρχει γονέας που είναι εντελώς ακατάλληλος ή και βίαιος, ή ακόμα και εάν το παιδί λόγω πχ αναπηρίας/ πάθησης, πρέπει για το συμφέρον του να παραμένει με ένα πρόσωπο φροντίδας, διότι οι εναλλαγές θα του προκαλέσουν ψυχοσυναισθηματική επιβάρυνση. Το δικαστήριο μπορεί βέβαια να παρακάμψει την υποχρεωτικότητα, με βάση την υπέρτερη αρχή του συμφέροντος του παιδιού και με βάση αυτή βγαίνουν γενναίες αποφάσεις που κατανέμουν την επιμέλεια στο γονέα που είναι πιο κατάλληλος, ανάλογα και τις ειδικότερες συνθήκες ζωής του ανηλίκου. Δυστυχώς όμως υπάρχουν πάρα πολλές αποφάσεις που βασίζονται στο γράμμα του νόμου για από κοινού και εξίσου επιμέλεια και δεν αξιολογούν ειδικότερα την κάθε περίπτωση, με τραυματικές συνέπειες για τα παιδιά.

Τι είναι η συνεπιμέλεια;

Η συνεπιμέλεια αναφέρεται στην από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας από τους δύο γονείς, ακόμα και μετά το διαζύγιο ή τη διάσταση. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι γονείς πρέπει να συνεργάζονται και να λαμβάνουν από κοινού αποφάσεις για σημαντικά ζητήματα που αφορούν το παιδί. Αυτές οι αποφάσεις μπορεί να αφορούν την εκπαίδευση, την υγεία, τη θρησκεία, τις εξωσχολικές δραστηριότητες και οποιαδήποτε άλλη σημαντική πτυχή της ζωής του παιδιού. Συνεπώς, η συνεπιμέλεια δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το παιδί πρέπει να ζει ίσο χρόνο και με τους δύο γονείς, αλλά ότι και οι δύο γονείς έχουν ίσο λόγο στις αποφάσεις που αφορούν τη ζωή του. Η κατοικία του παιδιού μπορεί να είναι σταθερή με έναν γονέα, ενώ ο άλλος γονέας μπορεί να έχει δικαίωμα επικοινωνίας.

Συνεπιμέλεια και Εναλλασσόμενη Κατοικία: Τι Ισχύει Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα

Η συνεπιμέλεια και η εναλλασσόμενη κατοικία είναι δύο έννοιες που συχνά δημιουργούν σύγχυση όταν πρόκειται για τη ρύθμιση των σχέσεων γονέων και παιδιών μετά από έναν χωρισμό ή διαζύγιο. Αν και συνδέονται, δεν είναι ταυτόσημες, και η καθεμία εξυπηρετεί διαφορετικούς σκοπούς. Στο πλαίσιο των αλλαγών που έγιναν στον Αστικό Κώδικα της Ελλάδας το 2021, η συνεπιμέλεια προωθείται ως βασική αρχή, με στόχο την καλύτερη διασφάλιση του συμφέροντος του παιδιού. Ας δούμε τις βασικές διαφορές και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας.

Τι είναι η εναλλασσόμενη κατοικία;

Η εναλλασσόμενη κατοικία είναι μια ρύθμιση κατά την οποία το παιδί ζει για προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα με τον κάθε γονέα. Συνήθως, αυτό σημαίνει ότι το παιδί περνά ίσο ή σχεδόν ίσο χρόνο και με τους δύο γονείς. Για παράδειγμα, μπορεί να ζει μια εβδομάδα με τον έναν γονέα και την επόμενη εβδομάδα με τον άλλον. Η εναλλασσόμενη κατοικία απαιτεί τη δυνατότητα των γονέων να συνεργάζονται αρμονικά και να έχουν ένα πρακτικό πλάνο που εξυπηρετεί το παιδί. Επίσης, για να λειτουργήσει ομαλά, συνήθως προϋποθέτει ότι οι γονείς ζουν κοντά ο ένας στον άλλον, ώστε να μην επηρεάζεται η καθημερινότητα του παιδιού, όπως η σχολική του παρακολούθηση ή οι εξωσχολικές δραστηριότητες.

Συνεπιμέλεια και εναλλασσόμενη κατοικία: Ποιες είναι οι διαφορές;

Ενώ η συνεπιμέλεια αφορά την κοινή λήψη αποφάσεων για το παιδί, η εναλλασσόμενη κατοικία αφορά τη φυσική διαμονή του παιδιού. Δηλαδή, μπορεί να υπάρχει συνεπιμέλεια χωρίς να υπάρχει εναλλασσόμενη κατοικία. Για παράδειγμα, το παιδί μπορεί να ζει μόνιμα με τον έναν γονέα, ενώ ο άλλος γονέας να έχει τακτικές συναντήσεις και δικαίωμα συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Αντίθετα, η εναλλασσόμενη κατοικία εφαρμόζεται όταν το παιδί ζει για ίσα χρονικά διαστήματα και με τους δύο γονείς, κάτι που απαιτεί πιο σύνθετη οργάνωση. Παρόλο που η εναλλασσόμενη κατοικία μπορεί να είναι μια μορφή συνεπιμέλειας, δεν είναι η μόνη. Η συνεπιμέλεια μπορεί να ασκηθεί εξίσου με σταθερή κατοικία του παιδιού σε έναν γονέα.

Ηλικία του παιδιού και εφαρμογή της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας

Ένας από τους παράγοντες που εξετάζει το δικαστήριο ή οι γονείς κατά την απόφαση για την κατοικία και τη συνεπιμέλεια είναι η ηλικία του παιδιού. Τα μικρά παιδιά, ιδιαίτερα βρέφη και νήπια, χρειάζονται συνήθως σταθερότητα και ασφάλεια, κάτι που ενδεχομένως να μην εξυπηρετείται εύκολα με την εναλλαγή κατοικίας. Από την άλλη, τα μεγαλύτερα παιδιά μπορεί να προσαρμοστούν καλύτερα σε ένα πρόγραμμα εναλλασσόμενης κατοικίας, ειδικά αν οι γονείς μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά. Επιπλέον, όταν το παιδί έχει φτάσει σε μια ηλικία ωριμότητας (συνήθως μετά τα 12 χρόνια), η γνώμη του λαμβάνεται υπόψη στις δικαστικές αποφάσεις. Αν το παιδί επιθυμεί να ζει περισσότερο με έναν γονέα ή να έχει συγκεκριμένη ρύθμιση κατοικίας, το δικαστήριο εξετάζει σοβαρά αυτή την επιθυμία.

Πότε εφαρμόζεται η εναλλασσόμενη κατοικία;

Η εναλλασσόμενη κατοικία εφαρμόζεται όταν και οι δύο γονείς μπορούν να προσφέρουν ένα σταθερό και υγιές περιβάλλον στο παιδί. Επίσης, πρέπει να είναι πρακτικά εφικτή, κάτι που εξαρτάται από τη γεωγραφική εγγύτητα των κατοικιών των γονέων, τη δυνατότητα του παιδιού να προσαρμόζεται στις αλλαγές και την αρμονική συνεργασία των γονέων.

Η συνεπιμέλεια και η εναλλασσόμενη κατοικία δεν είναι ταυτόσημες έννοιες, αλλά μπορούν να συνυπάρχουν υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Ενώ η συνεπιμέλεια αφορά την κοινή λήψη αποφάσεων για το παιδί, η εναλλασσόμενη κατοικία είναι μια πιο συγκεκριμένη ρύθμιση που αφορά τη διαμονή του παιδιού. Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, από ποια ηλικία και μετά οφείλει να ξεκινά η εναλλασσόμενη κατοικία με διανυκτέρευση; Ξεκάθαρη απάντηση δεν μπορεί να υπάρξει. Η υγιής αναπτυξιακή πορεία ενός παιδιού και η υγιής σχέση γονέα – παιδιού θα πρέπει να είναι ο κανόνας και οδηγός μας. Καθίσταται ωφέλιμη η συνεπιμέλεια όταν οι γονείς εξακολουθούν να έχουν συγκρουσιακή σχέση και μετά το χωρισμό τους; Σε καμία περίπτωση. Η κλινική εμπειρία δείχνει ότι η συνεπιμέλεια δεν λύνει κανένα από τα προβλήματα, που προϋπήρχαν στο γάμο ή στην απλή επιμέλεια. Δύο χωρισμένοι γονείς που διατηρούν καλή συνεργασία μεταξύ τους, επιλέγουν να ακολουθήσουν ένα καθεστώς συνεπιμέλειας/ εναλλασσόμενης κατοικίας από μόνοι τους και δεν περιμένουν τον δικαστή να τους το επιβάλλει.

Η συνεπιμέλεια προϋποθέτει άψογη συνεργασία και όχι συγκρούσεις, διαφορετικά δε θα ωφεληθεί το παιδί. Σε ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο, οι επιπτώσεις της συνεπιμέλειας στον παιδικό ψυχισμό επηρεάζονται, όχι από τα άρθρα του οικογενειακού δικαίου, αλλά από τον τρόπο και τις αιτίες του διαζυγίου. Ο χωρισμός των γονέων αποτελεί τον κυρίαρχο παράγοντα υψηλού κινδύνου για την ψυχική υγεία των παιδιών κι όχι η συνεπιμέλεια, ειδικά όταν προηγείται ή συντηρείται μια συγκρουσιακή σχέση. Το νέο μοντέλο οικογένειας θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο ευεργετικά για το παιδί, αν οι γονείς παραμερίσουν πικρίες, ματαιώσεις, απογοητεύσεις της συντροφικής τους σχέσης, που έληξε, και δεν τις μεταφέρουν στα παιδιά τους…

Το παράδειγμα της συνεπιμέλειας στη Γαλλία

Στη Γαλλία, ένα στα δέκα παιδιά χωρισμένων γονιών ζει ανάμεσα σε δυο κατοικίες. Αυτό προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία της έρευνας του INSEE (Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής και Οικονομικών Σπουδών), που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2021. Τα υπόλοιπα παιδιά έχουν μια σταθερή κατοικία, δηλαδή η βάση τους βρίσκεται στο σπίτι του ενός γονιού, συνήθως της μητέρας. Αυτή η πρακτική εφαρμόζεται στη Γαλλία από τον Μάρτιο του 2002. Μια δεκαετία μετά, η Ζακλίν Φελίπ, ιδρύτρια του Σωματείου «Το παιδί Πρώτα», υπέγραψε τη «Μαύρη Βίβλο της Συνεπιμέλειας», με τη βοήθεια του παιδοψυχίατρου και ψυχαναλυτή Μορίς Μπερζέ. Σύμφωνα με αυτή, ο νόμος του 2002 δεν υπηρετεί το συμφέρον του παιδιού, αλλά τα συμφέροντα των γονέων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους ως περιουσιακά στοιχεία, τα οποία πρέπει να διαμοιραστούν ισότιμα.

Έτσι, τα παιδιά αναγκάζονται να διεξάγουν μια διπλή ζωή, δίχως σταθερές συναισθηματικές και γεωγραφικές αναφορές-συντεταγμένες, με όλες τις συνέπειες που μπορεί να ενέχει αυτό για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους. Συνεπώς, πρόκειται για «ένα νομοσχέδιο για τους ενήλικες» και όχι για το καλό των παιδιών, καταλήγει η Ζακλίν Φελίπ. Όπως αναφέρει, υπάρχουν περιπτώσεις μητέρων που αναγκάζονταν να διακόψουν τον θηλασμό γιατί ήταν οι «ημέρες του μπαμπά». Το βιβλίο, το οποίο προτάσσει τις ανάγκες του παιδιού, βασίστηκε σε μαρτυρίες γονιών, εκτιμήσεις παιδοψυχίατρων και ψυχαναλυτών και αναλύσεις νομικών. Στόχος, η πολιτική αφύπνιση και τροποποίηση του άρθρου του νόμου.

Παράλληλα, οι ειδικοί ψυχικής υγείας στη Γαλλία αναγνωρίζουν ομόφωνα πως ο ρόλος του πατέρα –εκείνου που επιτελεί την πατρική λειτουργία– είναι θεμελιώδης, εφόσον εκείνος διαμεσολαβεί στη δυαδική σχέση μητέρας-βρέφους και επιφέρει τον –απαραίτητο για την ψυχική υγεία του παιδιού– αποχωρισμό.

Συνεπώς, κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ανάγκη του παιδιού για την πατρική παρουσία και φροντίδα. Ούτε την ανάγκη του παιδιού για κανόνες, δηλαδή την επιβολή κάποιων απαγορεύσεων κατά την πορεία της ανάπτυξής του. Βάσει της ψυχαναλυτικής θεωρίας, μέσα από τις απαγορεύσεις το παιδί εγγράφεται στην κοινωνική ζωή, αφού βρει τη θέση του μέσα στο ασυνείδητο των γονέων. Βασική προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η ύπαρξη ψυχικά υγιών κηδεμόνων και ενός οργανωμένου κοινωνικού συστήματος. Συμπερασματικά, από το γαλλικό παράδειγμα μπορούμε να κρατήσουμε τις παρενέργειες της «εναλλασσόμενης κατοικίας», τη σημασία ύπαρξης σταθερού χώρου κατοικίας και σταθερότητας του βασικού προσώπου φροντίδας, για να μην «διαμοιράζεται» το παιδί σαν περιουσιακό στοιχείο.

Οι «μητέρες της αυταπάρνησης»

Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη πως οι Γαλλίδες μητέρες έχουν κάνει σημαντικά βήματα προόδου στο να ξεπεράσουν την ταύτισή τους με τις «μητέρες της αυταπάρνησης». Αυτό είναι ένα πρότυπο επιβεβλημένο από την πατριαρχική κουλτούρα, ακόμα δημοφιλές στις μεσογειακές χώρες. Οπότε, είναι πιο εύκολο για τις γυναίκες της Β. Ευρώπης να μην είναι ολοκληρωτικά ταυτισμένες με τον μητρικό ρόλο, να επενδύουν περισσότερο στην προσωπική και επαγγελματική τους ζωή και να κρατούν την αναγκαία απόσταση από τα παιδιά τους. Κάτι τέτοιο δίνει αυτομάτως και με φυσικότητα μια άλλη «θέση» στους πατεράδες. Επιπλέον, στη Γαλλία, όπως και στις περισσότερες βορειοευρωπαϊκές χώρες, υπάρχουν ειδικά δικαστήρια και δικαστές εξειδικευμένοι σε θέματα οικογενειακού δικαίου, που «ακούν το παιδί» και ρυθμίζουν τις σχέσεις των μελών της οικογένειας μετά το διαζύγιο. Γιατί τα παιδιά πάντα μας μιλούν, είτε με λέξεις είτε με το σώμα τους (μέσα από τη σωματοποίηση).

Η συνεπιμέλεια σε Σουηδία και Δανία

Σε κράτη όπως η Σουηδία και η Δανία, το διαζύγιο δεν έχει μεγάλη επίπτωση στους κανόνες που ρυθμίζουν την άσκηση της γονικής μέριμνας. Δηλαδή, τα παιδιά μεγαλώνουν και με τους δύο γονείς βάσει της πολιτικής «γονικός ρόλος για μια ζωή, ανεξάρτητα αν η συμβίωση διαλυθεί». Έτσι, η συνεπιμέλεια συνήθως δεν μετεξελίσσεται σε πεδίο αντιπαλότητας μεταξύ αντρών και γυναικών. Ενδεικτικά, στη Σουηδία, κανόνας είναι η «εξίσου κοινή επιμέλεια», δηλαδή συνεπιμέλεια με συναίνεση και όχι υποχρεωτική, από το 1975. Μόνο κατ’ εξαίρεση το δικαστήριο αποφασίζει διαφορετικά. Η συμφωνία της κοινής ανατροφής εφαρμόζεται συνήθως χωρίς αντιδικίες, καθώς ο ρόλος των κοινωνικών υπηρεσιών είναι ιδιαίτερα αυξημένος.

Ανάλογο είναι το τοπίο και στη Δανία, όπου η εξίσου κοινή επιμέλεια αποτελεί επιλογή από το 1980. Ο ρόλος του πατέρα είναι ενισχυμένος εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Σύμφωνα με νόμο του 2007, ο οποίος τροποποιήθηκε το 2009, η εξίσου κοινή επιμέλεια δεν είναι επιβαλλόμενη λύση αλλά προκρινόμενη, δηλαδή σημείο εκκίνησης. Ωστόσο, αυτό που έχει προβληματίσει στη δανέζικη περίπτωση είναι η «προώθηση της συνεργασίας των διαζευγμένων γονέων και η επαφή τους με το παιδί» ακόμα και στην περίπτωση που έχει υπάρξει ιστορικό κακοποίησης.

Γερμανία: Ο λόγος στα παιδιά

Η Γερμανία θέσπισε το 1998 νόμο, σύμφωνα με τον οποίο το διαζύγιο δεν έχει επίπτωση στους κανόνες που ρυθμίζουν την άσκηση της γονικής μέριμνας. Προβλέπεται, δηλαδή, συνεπιμέλεια χωρίς προσφυγή στα δικαστήρια. Η επαφή του παιδιού με τους γονείς μετά το διαζύγιο αποτελεί δικαίωμα του παιδιού και υποχρέωση των γονιών. Στη Γερμανία, οι ειδικοί ψυχικής υγείας και οι νομοθέτες αναγνωρίζουν τη σημασία της φωνής του παιδιού. Γι’ αυτό, τα παιδιά εισακούγονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια από τα ειδικά δικαστήρια, από την ηλικία των 5 ετών. Το μοντέλο συνύπαρξης του παιδιού με τους γονείς συναποφασίζεται, δηλαδή, με το παιδί. Ιδίως αφού ξεκινά τη σχολική εκπαίδευση, το παιδί κρίνεται ότι είναι σε θέση να αποφασίζει για το πώς θα μοιράζει τον διαθέσιμο χρόνο του. Και οι γονείς είναι υποχρεωμένοι να το διευκολύνουν.

Exit mobile version