Τα αμοιβαία μας συμφέροντα απαιτούν συνεργασία, ειδικά τώρα, καθώς η περιοχή μας αντιμετωπίζει συνεχείς πολέμους και άλλες προκλήσεις
Αθήνα και Άγκυρα επιχειρούν να διερευνήσουν τον ελληνοτουρκικό διάλογο προκειμένου να ανοίξει το επόμενο κεφάλαιο, της θετικής ατζέντας και η διατήρηση των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο για να φτάσουν στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών. Το βράδυ της Τρίτης (29/10), ο Τούρκος πρέσβης, προχώρησε σε μια ιδιαίτερα φιλική αναφορά προς την Ελλάδα, κάνοντας λόγο για πολύμηνες προσπάθειες για συνεργασία που θα βγάλει κερδισμένες και τις δύο χώρες: «Η Τουρκία και η Ελλάδα είναι δύο γειτονικές χώρες και σύμμαχοι, που συνδέονται με κοινή γεωγραφία, ιστορία, πολιτισμό και, το πιο σημαντικό, ένα κοινό μέλλον. Τα αμοιβαία μας συμφέροντα απαιτούν συνεργασία, ειδικά τώρα, καθώς η περιοχή μας αντιμετωπίζει συνεχείς πολέμους και άλλες προκλήσεις.
Αυτό το πνεύμα συνεργασίας είναι η κατεύθυνση που επιδιώκουν τώρα ενεργά οι ηγέτες μας. Ο Πρόεδρος Ερντογάν και ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης έχουν συναντηθεί έξι φορές τους τελευταίους 16 μήνες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ενεργοποιήσαμε εκ νέου όλους τους διαύλους διαλόγου, αυξήσαμε τις επαφές υψηλού επιπέδου, πραγματοποιήσαμε πολυάριθμες τεχνικές συναντήσεις και ξεκινήσαμε πολλά κοινά έργα συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβαίας υποστήριξης για τις υποψηφιότητες του άλλου σε διεθνείς οργανισμούς όπως UNSC, IMO και OSCE.. Η συνεργασία μας έχει ήδη αποφέρει απτά οφέλη σε πολλούς τομείς όπως η οικονομία, το εμπόριο, οι επενδύσεις, ο τουρισμός και ο πολιτισμός.
Φέτος, ο όγκος του εμπορίου μας αναμένεται να φτάσει τα 6,2 δισεκατομμύρια δολάρια, με 1,2 εκατομμύρια Τούρκους τουρίστες να επισκέπτονται την Ελλάδα και 700.000 Έλληνες επισκέπτες στην Τουρκία. Τις επόμενες ημέρες, ο υπουργός Εξωτερικών μας, Χακάν Φιντάν, θα επισκεφθεί την Αθήνα και τον επόμενο χρόνο θα φιλοξενήσουμε την επόμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου στην Άγκυρα. Αυτή η θετική δυναμική που χτίζουμε προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε όλα τα εκκρεμή και πολύπλοκα ζητήματά μας που στο παρελθόν οδήγησαν σε εντάσεις και κρίσεις. Αυτό είναι ένα δύσκολο έργο, καθώς υπάρχουν πολιτικά, ψυχολογικά και ιστορικά εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσουμε. Ωστόσο, πάντα πιστεύω ότι τα προβλήματά μας δεν είναι ανυπέρβλητα εφόσον κρατάμε ανοιχτούς τους δρόμους επικοινωνίας μας.
Είμαι βέβαιος ότι μέσω ενός ειλικρινούς και ουσιαστικού διαλόγου βασισμένου στο διεθνές δίκαιο και την καλή γειτονία, σεβόμενοι τα νόμιμα συμφέροντα και δικαιώματα του άλλου και αντλώντας αρμονία και όχι εχθρότητα από την κοινή μας ιστορία, μπορούμε να βρούμε αμοιβαία επωφελείς λύσεις σε όλα τα μακροχρόνια προβλήματά μας. Παραμένουμε προσηλωμένοι στην ενίσχυση των σχέσεών μας με την Ελλάδα και στην καλλιέργεια μιας κουλτούρας συνεργασίας που εξυπηρετεί τα καλύτερα συμφέροντα τόσο των εθνών μας όσο και των μελλοντικών γενεών».