Γράφει η Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Οι περισσότεροι άνθρωποι δουλεύουν μόνο τόσο όσο χρειάζεται για να μην απολυθούν και πληρώνονται μόνο τόσο όσο χρειάζεται για να μην παραιτηθούν.
George Carlin
Ο Todd Graves, δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας στον χώρο της εστίασης στις ΗΠΑ, αλλά και με πολλά υποκαταστήματα σε άλλες χώρες, δήλωσε πως δεν θα προσλάμβανε κάποιον ο οποίος αλλάζει εργασία συχνά, μια μάστιγα της εποχής. Στοιχείο, που θα προέκυπτε από το βιογραφικό του και την συνέντευξή του, αν βέβαια θα μπορούσε να έχει δεδομένη την ειλικρίνειά του, κάτι φυσικά που διεκδικούν ως προϋπόθεση όσοι παίρνουν συνεντεύξεις από έναν υποψήφιο εργαζόμενο. Γιατί ως γνωστόν, ο υποψήφιος λέει αυτά που θέλει να ακούσει ο μέλλων εργοδότης του.
Πολλοί αλλάζουν συχνά εργασία με διάφορες προφάσεις, αλλά στην πραγματικότητα επειδή κατά βάθος δεν θέλουν… να δουλέψουν! Άλλοι, το κάνουν επειδή πιστεύουν πως αλλάζοντας συχνά εργασία αποκτούν την ικανότητα να προσαρμόζονται πιο εύκολα σε νέα εργασιακά περιβάλλοντα, από όπου αποκομίζουν νέες γνώσεις, που συνολικά θα τις αξιοποιήσουν όχι για την επιχείρηση, αλλά για την προσωπική τους ανέλιξη, όταν κάποια στιγμή θα έχουν την δυνατότητα για μια δική τους ανάλογη δραστηριότητα. Με αυτόν τον τρόπο, αλλάζοντας εργασιακά περιβάλλοντα, αποκτούν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μια μικρή εμπειρία από την επιχείρηση, η οποία πλέον δεν μπορεί να τους προσφέρει κάτι περισσότερο. Κάτι που οι περισσότεροι εργοδότες το γνωρίζουν και λαμβάνουν…τα μέτρα τους.
Μεταδίδουν δηλαδή την γνώση τους με το σταγονόμετρο, ανάλογα με την απόδοση αλλά και την ηθική δέσμευση του εργαζόμενου να τιμήσει αυτήν την προσφορά γνώσης που αποκτά σε αυτόν τον εργασιακό χώρο. Παράλληλα όμως, οι… προνοητικοί εργοδότες που δεν πιστεύουν στις όποιες ηθικές υποσχέσεις εργαζομένων για εκτίμηση αυτής της προσφοράς και ανταπόδοση, παρακολουθούν την εξέλιξη της τεχνολογίας και υποκαθιστούν με υπολογιστές, όπου αυτό είναι εφικτό, την ανθρώπινη προσφορά. Η εισβολή της τεχνητής νοημοσύνης, απειλεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στο πρόβλημα της νέας γενιάς να βρει εργασία και κυρίως να σταδιοδρομήσει στο ίδιο περιβάλλον που προσλαμβάνεται για πρώτη, ή έστω δεύτερη φορά. Κάτι πολύ σημαντικό για την εργασιακή της ασφάλεια και τη συνταξιοδότησή της.
Γιατί οι σημερινοί νέοι πιστεύουν πως τα μεταπτυχιακά και οι όποιες θεωρητικές γνώσεις έχουν αποκτήσει, τους δίνουν την δυνατότητα να σταδιοδρομήσουν, να διακριθούν σ’ έναν εργασιακό χώρο και φυσικά να διεκδικήσουν αντίστοιχες αμοιβές. Αγνοούν πως κάθε γνώση που αποκτά κάποιος στην σύγχρονη εποχή της ταχύτητας, με το πέρας των σπουδών, είναι ήδη… παρωχημένη. Ένας τίτλος, ένα μεταπτυχιακό, τιμά τον κάτοχό του για τις επιπλέον προσπάθειές του κι όχι για τις επιπλέον γνώσεις του. Η γνώση αποκτάται από την ενασχόληση σε πραγματικές συνθήκες εργασίας. Όλοι οι αυτοί νέοι που αναζητούν εργασία, αφού αναρτήσουν τους πράγματι τιμητικούς τίτλους σε εμφανές σημείο στην εργασία τους αν είναι εφικτό, ή διαφορετικά… στο σαλόνι του σπιτιού τους, οφείλουν να δώσουν έμφαση στα ηθικά τους προσόντα, που αν δεν τα διαθέτουν, πρέπει να τα καλλιεργήσουν. Και ύστερα, να τα επικαλεστούν ως εναλλακτικά των τίτλων τους.
Το σημαντικότερο από όλα και το πρώτο που πρέπει να καταθέσουν είναι η διάθεση για εργασία ακόμη και πέραν του ωραρίου, ώστε να προσαρμοστούν πιο γρήγορα στο εργασιακό περιβάλλον και να δώσουν έμφαση πρώτα σε αυτά που θα πρέπει να προσφέρουν κι όχι στις διεκδικήσεις και τα εργασιακά δικαιώματα. Θα πρέπει δηλαδή κατά κάποιον τρόπο να θεωρηθούν ως ‘μαθητευόμενοι’ για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Κάθε εργοδότης, στην πραγματικότητα έχει ανάγκη από εργαζόμενους που θα βοηθήσουν στην ανανέωση και την επέκταση μιας δραστηριότητας κι όχι απλά στην συντήρηση και διατήρησή της.
Πριν πολλές δεκαετίες, όταν η τεχνολογία ήταν σε υποτυπώδη μορφή και οι επιχειρήσεις είχαν ανάγκη εργατικών χεριών, όπως μου αφηγείται συνταξιούχος της παλιάς γενιάς, όποιος αποχωρούσε από μια εργασία, έβρισκε την επόμενη μέσα σε.. λίγες ώρες. Και η μόνη “συνέντευξη” περιοριζόταν από την πλευρά του εργαζόμενου σε μια λιτή φράση: “Πάρτε με μια εβδομάδα αμισθί, κι’ αν σας κάνω τότε θα συζητήσουμε τα υπόλοιπα”. Καμία λέξη για απολαβές και δικαιώματα. Βέβαια, ένας αξιοπρεπής εργαζόμενος στο διάστημα αυτό ήθελε κι ο ίδιος να δει αν του κάνουν… κι εκείνοι, αλλά, το κρατούσε μυστικό. Αυτές ήταν οι ξεκάθαρες “συνεντεύξεις” της περασμένης γενιάς που κατάφερε να έχει σήμερα μια αξιοπρεπή σύνταξη από την οποία ζουν και επιβιώνουν σχεδόν όλοι αυτοί οι νέοι της εποχής μας, που έχουν την πολυτέλεια να… μην εργάζονται, όσο αναζητούν τη δουλειά που “τους αξίζει”.