Συνεργεία κόβουν και απομακρύνουν τους κορμούς που έσπασαν από τους θυελλώδεις ανέμους
Τα «απόνερα» της κακοκαιρίας Bora προσπαθούν να συμμαζέψουν οι υπηρεσίες των δήμων στη Θεσσαλονίκη, καθώς δεκάδες δέντρα εξακολουθούν και παραμένουν πεσμένα σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα. Συνεργεία κόβουν και απομακρύνουν τους κορμούς που έσπασαν από τους θυελλώδεις ανέμους. Στον δήμο Θεσσαλονίκης εκτιμάται πως εκατοντάδες δένδρα (περίπου το 2%0 έπεσαν σε πλατείες, πεζοδρόμια και πάρκα, με την υπόσχεση, από πλευράς δημοτικής αρχής, πως στη θέση τους θα φυτευτούν καινούργια το συντομότερο δυνατό. Αυτή τη στιγμή επιχειρούν πέρα από τους δημοτικούς υπαλλήλους και δώδεκα ιδιωτικά συνεργεία για να κόβουν, να μαζεύουν και να μεταφέρουν τα κούτσουρα και τα κλαδιά από τους δρόμους. Επιδίωξη είναι έως την ερχόμενη Κυριακή να είναι «καθαρά» τα πάντα λόγω και των Χριστουγέννων.
Παράλληλα, μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται να πραγματοποιηθεί σύσκεψη στο δημαρχιακό μέγαρο με τη συμμετοχή όλων των αρμόδιων φορέων, όπως δασαρχείο, διεύθυνση δασών, ΑΠΘ κ.ά. αναφορικά με το θέμα του πρασίνου, και να συντονιστούν οι επόμενες κινήσεις. «Ήταν πραγματικά πρωτόγνωρο το φαινόμενο και πρέπει να δούμε τι θα κάνουμε στη συνέχεια», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων, Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Κινητικότητας, Πρόδρομος Νικηφορίδης.
Οι λόγοι που δεν άντεξαν τα δένδρα την κακοκαιρία
Τους τρεις λόγους για τους οποίους τα δένδρα της Θεσσαλονίκης δεν άντεξαν στην τελευταία έντονη κακοκαιρία, εξήγησε, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος, Κοσμήτορας Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ. Σύμφωνα με τον καθηγητή, «οι ανεμοριψίες δένδρων, ιδιαίτερα σε αστικά περιβάλλοντα, είναι εξαιρετικά επικίνδυνες καθώς εγκυμονούν κινδύνους για τις περιουσίες των πολιτών και για ανθρώπινους τραυματισμούς». Ο ίδιος διευκρίνισε πως οι κύριοι λόγοι είναι: «Οι μετεωρολογικές συνθήκες, με σημαντικότερη την ένταση και την κατεύθυνση του ανέμου, τα φυσιολογικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του δένδρου, δηλαδή το σχήμα και το μέγεθος του φυλλώματος και οι συνθήκες του εδάφους στις οποίες φύεται το δένδρο».
Ο κ. Δημητρακόπουλος πρόσθεσε πως στα αστικά κέντρα, τα δένδρα θα πρέπει να φυτεύονται σε μεγαλύτερο βάθος -περίπου 1 με 1,5 μέτρο, ώστε το ριζικό σύστημα να φτάνει πιο βαθιά και με μεγάλη προσοχή ώστε οι κορμοί τους να είναι ευθείς και κάθετοι στο έδαφος. Συστήνει, δε, προς τις υπηρεσίες των δήμων να διενεργούνται σωστές κλαδεύσεις στην κόμη των δένδρων, να γίνεται φυτοϋγειονομικός έλεγχος ώστε να διαπιστώνεται, εάν ένα δένδρο είναι καταπονημένο ή έχει προσβληθεί από κάποια ασθένεια, ενώ υπογραμμίζει πως όταν ο κορμός του έχει κλίση μεγαλύτερη από 20% θα πρέπει να κόβεται, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη, διότι εγκυμονεί κινδύνους. «Μακριά από πλατάνια, από λεύκες, από ευκαλύπτους. Συνιστώ να μην φυτεύονται, μπορεί να είναι θαυμάσια και επιβλητικά δένδρα, να μεγαλώνουν γρήγορα, αλλά σπάνε τα κλαδιά τους και ανατρέπονται ευκολότερα. Οι πόλεις χρειάζονται δένδρα που είναι βαθύριζα και τα οποία θα δώσουν μεγαλύτερη αντοχή στους ανέμους, χωρίς να δημιουργούν παράλληλα προβλήματα με φουσκωμένα πεζοδρόμια», συμπλήρωσε ο Κοσμήτορας της Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.