«Ο αποκλεισμός επιδεινώνεται από τους κοινωνικούς κανόνες και τη φτώχεια, κυρίως στο Αφγανιστάν και στον Νίγηρα»
Ο αριθμός των παιδιών που πηγαίνουν σχολείο παγκοσμίως είναι σήμερα ο πιο υψηλός που έχει καταγραφεί ποτέ λόγω της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, χαιρετίζει η UNESCO σε έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα, εκφράζοντας ωστόσο λύπη που και ο αριθμός των παιδιών που δεν πηγαίνουν σχολείο παραμένει το ίδιο υψηλός. «Σήμερα, υπάρχουν περισσότερα παιδιά από ποτέ που πηγαίνουν στο σχολείο και που προοδεύουν στη φοίτησή τους», αναφέρει η υπηρεσία του ΟΗΕ στην ετήσια έκθεσή της για την εκπαίδευση στον κόσμο, η οποία παρουσιάστηκε στην πόλη Φορταλέζα της βορειοανατολικής Βραζιλίας. Ο αριθμός των παιδιών στα σχολικά θρανία αυξήθηκε κατά 110 εκατομμύρια μεταξύ 2015 και 2023 για να ανέλθει σε 1,412 δισεκατομμύριο μαθητές.
Τα ποσοστά ολοκλήρωσης των σπουδών έχουν αυξηθεί επίσης από το 2015, αν και με βραδύ ρυθμό, από 85% σε 88% στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και από 53% σε 59% στη δευτεροβάθμια, δηλαδή 40 εκατομμύρια νέοι απόφοιτοι Λυκείου περισσότεροι σε σχέση με πριν από 8 χρόνια. Ο οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για την εκπαίδευση, την επιστήμη και τον πολιτισμό (UNESCO) υπογραμμίζει ωστόσο ότι 251 εκατομμύρια παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο, καταγράφοντας μια μείωση μόλις 1% σε σχέση με το 2015. Ένα τρίτο των παιδιών και των εφήβων στις φτωχές χώρες δεν έχουν πρόσβαση στο σχολείο, έναντι μόλις 3% στις πλουσιότερες χώρες.
«Ο αποκλεισμός επιδεινώνεται από τους κοινωνικούς κανόνες και τη φτώχεια, κυρίως στο Αφγανιστάν και στον Νίγηρα», επισημαίνει η έκθεση. Τουλάχιστον 1,4 εκατομμύριο έφηβες στο Αφγανιστάν απαγορεύτηκε να έχουν πρόσβαση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση μετά την επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία το 2021. Η έκθεση παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας συνάντησης της UNESCO για την εκπαίδευση, η οποία διεξάγεται στο πλαίσιο της βραζιλιάνικης προεδρίας της G20 στα τέλη Νοεμβρίου, και «στοχεύει στην προώθηση του πολυμερούς διαλόγου αναγνωρίζοντας ότι η εκπαίδευση είναι παράγοντας κοινωνικής ισότητας και κινητήρια δύναμη της αειφόρου ανάπτυξης».