Χιλιάδες στρατιωτικοί εγκαταλείπουν τον βρετανικό στρατό δυσαρεστημένοι με τις αμοιβές τους, αναφέρει η Telegraph. Επικαλούμενη στοιχεία του υπουργείου Άμυνας, η βρετανική εφημερίδα γράφει ότι μόνο από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο, 15.100 στρατιωτικοί αποχώρησαν από τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τους χαμηλούς μισθούς, παρά το γεγονός ότι «αυξήθηκαν κατά 6% το περασμένο καλοκαίρι από την κυβέρνηση των Εργατικών». Πρόκειται για την υψηλότερη αύξηση των τελευταίων 22 ετών, αλλά το 32% των στρατιωτικών εξακολουθούν να δηλώνουν «δυσαρεστημένοι» με την αμοιβή τους. Σύμφωνα με την εφημερίδα, οι νεοσύλλεκτοι των Ενόπλων Δυνάμεων εξακολουθούν να παραμένουν μεταξύ των χαμηλότερα αμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι πραγματικοί μισθοί των Βρετανών στρατιωτικών έχουν αυξηθεί μόνο κατά 1,9% από το 2011, σε σύγκριση με 13,39% για το νεοπροσλαμβανόμενο κατώτερο ιατρικό προσωπικό και 10,14% για τους μηχανοδηγούς.
«Βαθιά και περίπλοκη κρίση»
Συνολικά, στον βρετανικό στρατό υπηρετούν 137.000 άνδρες και γυναίκες. «Ο βρετανικός στρατός φαίνεται να βρίσκεται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο μιας βαθιάς και περίπλοκης κρίσης παρά τις πρώτες (ίσως δειλές) προσπάθειες να αντιστρέψει τη δυνητικά δραματική πορεία του υπουργείου Άμυνας», τονίζει η Telegraph και προσθέτει: «Το πρόβλημα ήδη γνωστό, αλλά γίνεται ακόμη πιο σοβαρό αν υποθέσουμε ότι ο στρατός του Ηνωμένου Βασιλείου (και όλων των Ευρωπαίων εταίρων) θα μπορούσε σύντομα να βρεθεί αντιμέτωπος με μια πολεμική απειλή που προέρχεται από τη Ρωσία».
Σύμφωνα με μια εκτίμηση που διατυπώθηκε πριν από λίγους μήνες από τον υπουργό Άμυνας Αλ Κάρνς -πρώην πεζοναύτη- σε μια σύγκρουση ίσης ή μεγαλύτερης έντασης από αυτή που διεξάγεται επί του παρόντος στην Ουκρανία, ο βρετανικός στρατός δεν θα μπορούσε να πολεμήσει για περισσότερους από έξι συνεχείς μήνες. Το πρόβλημα επιτείνεται και λόγω των επαναλαμβανόμενων απειλών από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δηλώνει έτοιμος να μειώσει τη στρατιωτική του υποστήριξη στη Δυτική Ευρώπη, εάν τα μέλη του ΝΑΤΟ δεν αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες για την άμυνα τουλάχιστον στο 3% του ΑΕΠ.