Η Νόρα Κατσέλη μίλησε για την περιπέτεια της υγείας της, μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη, αποκαλύπτοντας πώς βίωσε τη δύσκολη αυτή περίοδο και πώς αντέδρασαν οι φίλοι και οι συνάδελφοί της. Σε συνέντευξή της στην εκπομπή «Buongiorno», η ηθοποιός και πρώην βουλευτής εξομολογήθηκε πως πέρασε τέσσερις μήνες στο νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε σε επέμβαση στον εγκέφαλο. «Έλεγαν ότι θα πεθάνω, αλλά δεν τους έκανα τη χάρη», δήλωσε χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως σε τέτοιες στιγμές το πιο σημαντικό είναι να έχει κανείς ψυχική δύναμη και θετική σκέψη. Κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής της, όπως αποκάλυψε, η μόνη της στήριξη προήλθε από τον σύζυγό της και την κόρη της, οι οποίοι στάθηκαν δίπλα της σε κάθε βήμα. Ωστόσο, εξέφρασε την πικρία της για το γεγονός ότι κανείς από τους φίλους ή τους συναδέλφους της δεν επικοινώνησε μαζί της. «Δεν με πήρε κανείς τηλέφωνο να δει αν ζω», ανέφερε με εμφανή απογοήτευση, προσθέτοντας πως αν ήταν ακόμη βουλευτής, πιθανότατα θα είχαν επικοινωνήσει μαζί της για λόγους συμφέροντος.
«Αν ήμουν βουλευτής και είχαν κάποια ανάγκη, θα με έπαιρναν. Τώρα όμως δεν το έκαναν», σημείωσε με νόημα, ενώ τόνισε πως δεν έχει καμία πρόθεση να «επιβάλει» την παρουσία της στον χώρο του θεάματος, ειδικά από τη στιγμή που νιώθει ότι η τηλεόραση δεν την αποδέχεται. Παρότι, όπως αποκάλυψε, δέχτηκε προτάσεις για να επιστρέψει στη μικρή οθόνη, εκείνη αρνήθηκε καθώς φοβόταν πως δεν θα τα κατάφερνε μετά την περιπέτεια της υγείας της. «Φοβόμουν ότι αν δεν μπορούσα να ανταποκριθώ, θα έλεγαν «η καημενούλα»», είπε χαρακτηριστικά.
Παρακολουθώντας τις τρέχουσες τηλεοπτικές παραγωγές, δήλωσε θαυμάστρια του Ανδρέα Γεωργίου και εξέφρασε την επιθυμία της να συμμετάσχει στη σειρά «Famagusta», καθώς έχει ζήσει προσωπικά τα γεγονότα που πραγματεύεται. Κλείνοντας, θυμήθηκε την περίοδο που ζήτησε από τον Νίκο Φώσκολο να παίξει στη «Λάμψη», καθώς χρειαζόταν χρήματα για να μπορέσει να κατέβει στις εκλογές ως υποψήφια βουλευτής. «Πήγαινα στη Βουλή και μου έλεγαν ότι με είδαν στην τηλεόραση. Μου έκανε καλό, γιατί τότε δεν είχα μία», ανέφερε, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά το πώς ο καλλιτεχνικός χώρος συνδέθηκε με την πολιτική της πορεία.