Η Αμφίπολη και ο Λόφος Καστά
Λαθρανασκαφές, ακόμη και στην Αμφίπολη και στο λόφο Καστά (!), με το ταφικό μνημείο, που απασχολεί παγκοσμίως τους αρχαιολόγους, σκόπευαν να πραγματοποιήσουν λαθρανασκαφές, τα μέλη των εγκληματικών οργανώσεων που εξαρθρώθηκαν από την Αστυνομία.

Του Πέτρου Καρσιώτη
Ιδιαίτερα για τη μία από τις τρεις οργανώσεις, αναφέρει η Δίωξη Οργανωμένου Εγκλήματος: «Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές για λαθρανασκαφές στον Τύμβο Καστά και την ευρύτερη περιοχή της Αμφίπολης». Το αμέσως επόμενο στοιχείο, δείχνει ξεκάθαρα ότι οι αρχαιοκάπηλοι, 23 από τους οποίους συνελήφθησαν κι άλλοι 50 κατηγορούνται, δεν βάδιζαν «στα τυφλά». Είχαν στις τάξεις τους, υπάλληλο της Εφορείας Αρχαιοτήτων (!), «ο οποίος, ως ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης, καθοδηγούσε, λόγω της ενασχόλησής του με το χώρο της αρχαιολογίας, την υπόλοιπη ομάδα σε στοχευμένες έρευνες και ανασκαφές», αναφέρεται.





Τα Τ.Ε.Ε.Μ στην έρευνα
Για πρώτη, ίσως, φορά σε παρόμοια έρευνα , πήραν μέρος και αστυνομικοί του Τμήματος Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών! Κι αυτό γιατί μέλη της τρίτης οργάνωσης, είχαν στην κατοχή τους εκρηκτικές ύλες για να ανοίγουν το έδαφος με ισχυρές εκρήξεις… Στις μεταξύ τους συνομιλίες, τα μέλη των οργανώσεων μιλούσαν με συνθηματικά, την πραγματική σημασία, γνώριζαν οι περισσότεροι. Ετσι, «μπιχλιμπίδια» αποκαλούσαν τα αρχαία νομίσματα, «μπερεκέτια» τα ευρήματα από ανασκαφές, «μαύρα» τα χάλκινα αρχαία νομίσματα τα οποία παρουσίαζαν σημάδια διάβρωσης και «κάτι ψιλά» αν τα αρχαία είχαν μικρή εμπορική αξία.


Τα «ψαχτήρια»
Ακόμη τα άτομα, που αναλάμβαναν την έρευνα των χώρων όπου οι πληροφορίες ήθελαν να κρύβουν αρχαίους θησαυρούς, τα αποκαλούσαν «ψαχτήρια»! Η Αστυνομία πληροφορεί ότι οι 3 οργανώσεις, «δραστηριοποιούνταν στην υπεξαίρεση αρχαίων μνημείων, στην αποδοχή και διάθεση μνημείων, που αποτελούν προϊόντα εγκλήματος και στην παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών, με σκοπό την πώληση, σε περιοχές της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας καθώς και της Θεσσαλίας». Ξεκίνησαν τις παράνομες δραστηριότητες τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο του 2024. Για να πετύχουν τον σκοπό τους, προσθέτει η Δίωξη, «πραγματοποιούσαν αναζήτηση αρχαίων, είτε μέσω διενέργειας παράνομων αρχαιολογικών ερευνών και λαθροανασκαφών από τα ίδια τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ή από άλλα συνεργαζόμενα πρόσωπα, είτε μέσω εντοπισμού ατόμων που τα έχουν ιδιοποιηθεί παρανόμως και επιθυμούν να προβούν στην πώληση αυτών».


Ειδικά για τη δράση της πρώτης ομάδας, επισημαίνεται ότι σε «περίπτωση εντοπισμού τέτοιων αντικειμένων, μέλος επιφορτισμένο με το ρόλο αυτό, προέβαινε στη φωτογράφισή τους και έστελνε το φωτογραφικό υλικό, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής στο ηγετικό στέλεχος, προκειμένου να κριθεί τυχόν περαιτέρω εκμετάλλευση και αξιοποίησή τους. Ακολούθως, το ηγετικό στέλεχος, το οποίο είναι σεσημασμένο για ομοειδή αδικήματα, εκμεταλλευόταν τις διασυνδέσεις του με αρχαιοκάπηλους από διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, με σκοπό την περαιτέρω προώθηση των αρχαίων αντικειμένων, τόσο στο εσωτερικό της Χώρας, όσο και στο εξωτερικό». Κατόπιν, εφόσον υπήρχε συμφωνία για το κόστος αγοράς, καταβάλλονταν το χρηματικό ποσό, με σκοπό την μετέπειτα πώληση σε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, σε υψηλότερη αξία, από αυτή, που είχαν ήδη αγοραστεί.

Έγιναν περίπου 40 έρευνες όπου ενδεικτικά, βρέθηκαν:
Πήλινη κεφαλή, μικρό ασημένιο άγαλμα, σταυρός, 18 δαχτυλίδια, 3 βραχιόλια, 17 κοσμήματα, 3 αγαλματίδια, επιτύμβια στήλη οθωμανικής περιόδου και 27 αγγεία.
Κράνος ιλλυρικού τύπου, αρχαϊκής περιόδου.
Χιλιάδες νομίσματα (χρυσά, χάλκινα και ασημένια διαφόρων περιόδων) και μεταλλικά αντικείμενα μικρών διαστάσεων, μεταξύ άλλων, μολύβδινοι πεσσοί σφενδόνης, χάλκινες πόρπες, αιχμές βελών, τμήματα βάσεων αγγείων.
Θρησκευτικές εικόνες.
Δεκάδες συσκευές εντοπισμού και ανίχνευσης μετάλλων, καθώς και διασκόπησης εδάφους.
όπλα (διόπτρα, περίστροφο, πιστόλι κρότου).
Ι.Χ.Ε. τύπου 4*4,
πλήθος κινητών τηλεφώνων.
2 μονόλιμπρα εκρηκτικής ύλης Τ.Ν.Τ., μικτού συνολικού 879 γραμμαρίων, αυτοσχέδια χάρτινη συσκευασία περιέχουσα Τ.Ν.Τ. βάρους 63 γραμμαρίων.
