Η κίνηση αυτή είχε προαναγγελθεί από τον Τραμπ ήδη από την προεκλογική του εκστρατεία, ωστόσο αντιμετωπίζει νομικές προκλήσεις
Μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες πολιτικές δεσμεύσεις του Ντόναλντ Τραμπ παίρνει σήμερα επίσημη μορφή, καθώς – σύμφωνα με ανακοίνωση του Λευκού Οίκου – ο Αμερικανός πρόεδρος αναμένεται να υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα με στόχο την κατάργηση του ομοσπονδιακού υπουργείου Παιδείας. Η κίνηση αυτή, που είχε προαναγγείλει ήδη από την προεκλογική του εκστρατεία, αντιμετωπίζει σφοδρές αντιδράσεις και θα συναντήσει νομικές και θεσμικές αντιστάσεις. Η υπογραφή του διατάγματος αναμένεται να πραγματοποιηθεί σε επίσημη τελετή στην Ουάσινγκτον, παρουσία κυβερνητών πολιτειών, μεταξύ των οποίων και ο Ρον ΝτεΣάντις της Φλόριντα. Παρ’ όλα αυτά, το διάταγμα δεν επαρκεί από μόνο του για να καταργηθεί το υπουργείο· για την πλήρη υλοποίηση της πρόθεσης αυτής απαιτείται η έγκριση του Κογκρέσου, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι διαθέτουν πλειοψηφία 53 εδρών στη Γερουσία, αριθμός ανεπαρκής για την απαιτούμενη υπερψήφιση με 60 ψήφους.
Το ομοσπονδιακό υπουργείο Παιδείας, που ιδρύθηκε το 1979, έχει κεντρικό ρόλο στη διαχείριση της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στον χειρισμό των φοιτητικών δανείων και στη στήριξη μαθητών από ευάλωτα κοινωνικά στρώματα. Αν και μόλις το 13% της σχολικής χρηματοδότησης προέρχεται από ομοσπονδιακούς πόρους, το υπουργείο επιτελεί κρίσιμο ρόλο στη διανομή κονδυλίων και στη χάραξη πολιτικής. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, το νέο διάταγμα στοχεύει στην «αποκέντρωση της εξουσίας» και την επιστροφή των αρμοδιοτήτων στις πολιτείες, στους γονείς και στις τοπικές κοινότητες, «ώστε να διασφαλιστούν καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα». Την ίδια ώρα, προβλέπεται τερματισμός κάποιων προγραμμάτων και μεταφορά άλλων – κυρίως χρηματοοικονομικής φύσης – σε υπουργεία όπως αυτό των Οικονομικών.
Μαζικές απολύσεις και εσωτερική αποδόμηση
Πριν την υπογραφή του διατάγματος, η κυβέρνηση Τραμπ είχε ήδη κινήσει τη διαδικασία συρρίκνωσης του υπουργείου, ανακοινώνοντας την περικοπή σχεδόν του 50% των θέσεων εργασίας. Περίπου 2.100 από τους 4.400 εργαζομένους τέθηκαν σε αναγκαστική άδεια από τις 21 Μαρτίου. Παράλληλα, το Τμήμα Κρατικής Αποτελεσματικότητας (DOGE), υπό την εποπτεία του Έλον Μασκ, έχει ήδη ξεκινήσει σχετικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο γενικής μείωσης δαπανών. Σε εσωτερικό σημείωμα προς το προσωπικό, η υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Τραμπ, Λίντα ΜακΜάχον, χαρακτήρισε τη διαδικασία «μια τελευταία αποστολή». «Έχουμε την ευκαιρία να προσφέρουμε ένα αποτύπωμα με διάρκεια στις επόμενες γενιές μαθητών», ανέφερε.
Η πρωτοβουλία του Τραμπ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, ιδίως από τον εκπαιδευτικό κόσμο. Το συνδικάτο AFT (American Federation of Teachers), σε ανακοίνωσή του, κατηγόρησε τον πρόεδρο πως χρησιμοποιεί πολιτισμικά ζητήματα ως πρόφαση για να υπονομεύσει τη δημόσια εκπαίδευση. «Ο πόλεμος κατά της “αφύπνισης” δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για να στερήσουμε πόρους από παιδιά με αναπηρίες ή μαθητές που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας», σημειώνει. Η AFT κάνει λόγο για ιδεολογικά φορτισμένη επίθεση, σχολιάζοντας πως ο Τραμπ επιδιώκει την αποδόμηση ενός θεσμού τον οποίο κατηγορεί για προώθηση «προοδευτικής ατζέντας» σε θέματα φυλής και φύλου, με απώτερο σκοπό τη διοχέτευση πόρων σε φοροελαφρύνσεις και εκπαιδευτικά κουπόνια. Παρά τη ρητορική περί κατάργησης, το υπουργείο Παιδείας αποτελεί τον μικρότερο οργανισμό στο αμερικανικό υπουργικό συμβούλιο, απορροφώντας λιγότερο από το 2% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Ωστόσο, ο ρόλος του στην παροχή δανείων, στη ρύθμιση της εκπαιδευτικής ισότητας και στη στήριξη ευάλωτων ομάδων θεωρείται από ειδικούς ως κρίσιμος για την κοινωνική κινητικότητα και την πρόσβαση στην εκπαίδευση.
