Φυλάκιση Ιμάμογλου: Η Τουρκία ξεγυμνώνει τη δημοκρατία
Η εικόνα είναι πλέον οικεία στην Τουρκία: ένας πολιτικός αντίπαλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν οδηγείται στη φυλακή, οι δρόμοι γεμίζουν οργή και διαμαρτυρίες, ενώ το εξωτερικό… παρακολουθεί σιωπηλό. Η πρόσφατη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, το απέδειξε ξανά. Την ώρα που χιλιάδες πολίτες διαδήλωναν κατά της πολιτικής του φίμωσης, η διεθνής κοινότητα αντέδρασε με αμήχανα βλέμματα ή χλιαρές δηλώσεις. Ο Τούρκος πρόεδρος φαίνεται να γνωρίζει πως, όσο η Τουρκία είναι απαραίτητη σε γεωπολιτικό επίπεδο, κανείς δεν πρόκειται να του βάλει πραγματικά φρένο. Σε μια περίοδο παγκόσμιας αστάθειας – από την Ουκρανία και τη Γάζα έως το Σαχέλ και τον Καύκασο – η Τουρκία του Ερντογάν έχει μετατραπεί σε αναντικατάστατο κρίκο των διεθνών συμμαχιών. Και αυτό του προσφέρει ένα πολύτιμο προνόμιο: να λύνει τους εγχώριους λογαριασμούς του χωρίς εξωτερικό έλεγχο.
Η σύλληψη του Ιμάμογλου, ενός από τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς της αντιπολίτευσης, πυροδότησε αντιδράσεις εντός Τουρκίας, αλλά δεν προκάλεσε ουσιαστική πίεση από το εξωτερικό. Ο Γερμανός καγκελάριος περιορίστηκε σε έναν χαρακτηρισμό περί «απογοητευτικής εξέλιξης». Το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπό την κυβέρνηση Τραμπ, επέλεξε να μην σχολιάσει καθόλου, δηλώνοντας πως πρόκειται για «εσωτερικό θέμα» της Άγκυρας. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία του Ερντογάν έχει μετατραπεί σε παίκτη τόσο κομβικό για τα στρατηγικά συμφέροντα της Δύσης, ώστε η καταπάτηση των δημοκρατικών κανόνων να αντιμετωπίζεται με… διακριτικότητα. Ο Τούρκος πρόεδρος, άλλωστε, ξέρει πώς να πουλάει ακριβά τη γεωπολιτική του θέση.
Η περίπτωση του Ιμάμογλου δεν είναι ίδια με άλλες συλλήψεις πολιτικών αντιπάλων. Πρόκειται για τον άνθρωπο που, το 2019, κατάφερε να κερδίσει την Κωνσταντινούπολη – ένα κάστρο που ηγείτο το AKP για ένα τέταρτο του αιώνα. Η νίκη του τότε ήταν ιστορικό πλήγμα για τον Ερντογάν. Η πρώτη εκλογική του νίκη ακυρώθηκε. Οι εκλογές επαναλήφθηκαν και τις ξανακέρδισε, αυτή τη φορά με μεγαλύτερη διαφορά. Από άγνωστος τοπικός παράγοντας, μετατράπηκε σε εθνικό σύμβολο της αντιπολίτευσης. Η φυλάκισή του, λοιπόν, δεν ήταν απλώς μια ακόμα πράξη καταστολής. Ήταν πολιτικό μήνυμα με αποδέκτη όποιον σκεφτεί να απειλήσει το καθεστώς Ερντογάν, ιδιαίτερα ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2028.
Οι επόμενες εκλογές και το συνταγματικό εμπόδιο
Τυπικά, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν μπορεί να είναι εκ νέου υποψήφιος για την προεδρία το 2028, με βάση το Σύνταγμα. Η παραμονή του στην εξουσία απαιτεί είτε συνταγματική αναθεώρηση είτε πολιτικό τέχνασμα. Και για τα δύο χρειάζεται ευνοϊκούς συσχετισμούς και εκλογική υποστήριξη. Γι’ αυτό και η καταστολή πολιτικών αντιπάλων συνδυάζεται με κινήσεις κατευνασμού, όπως η προσπάθεια επαναπροσέγγισης με Κούρδους ψηφοφόρους. Το καθεστώς επιδιώκει τον πλήρη έλεγχο της πολιτικής σκηνής, αλλά και τη δημιουργία των προϋποθέσεων για μια ενδεχόμενη «συνέχιση» της ηγεσίας Ερντογάν, με ή χωρίς τον ίδιο στο προσκήνιο. Εάν κάτι μπορεί να περιορίσει την αυταρχική πορεία της Τουρκίας, αυτό δεν φαίνεται να είναι οι διεθνείς πιέσεις. Είναι η οικονομική πραγματικότητα. Μετά την ανακοίνωση της κράτησης του Ιμάμογλου, οι αγορές αντέδρασαν σφοδρά: το χρηματιστήριο υπέστη τη μεγαλύτερη πτώση από το 2008, ενώ η τουρκική λίρα βυθίστηκε, αναγκάζοντας την κεντρική τράπεζα να παρέμβει καίγοντας συναλλαγματικά αποθέματα και αυξάνοντας εκ νέου τα επιτόκια.
Η Τουρκία εξαρτάται από τις ξένες επενδύσεις και τον τουρισμό – όχι από πρώτες ύλες. Και το μήνυμα που λαμβάνουν οι διεθνείς αγορές είναι πως η χώρα γίνεται πιο ασταθής, πιο αυταρχική και λιγότερο προβλέψιμη. Ο Ερντογάν φαίνεται αποφασισμένος να αφήσει πίσω του ακόμα και την προσχηματική δημοκρατία των προηγούμενων ετών. Η Τουρκία δεν λειτουργεί πια ως «ανταγωνιστικό αυταρχικό καθεστώς», όπως την περιέγραφαν διεθνείς αναλυτές. Μοιάζει όλο και περισσότερο με ένα πλήρως συγκεντρωτικό κράτος, όπου το κράτος δικαίου παρακάμπτεται, η αντιπολίτευση καταστέλλεται και οι θεσμοί λειτουργούν εργαλειακά. Και όσο η Ευρώπη και οι ΗΠΑ σιωπούν ή εθελοτυφλούν, η πορεία αυτή θα συνεχίζεται χωρίς εμπόδιο.
