Σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση, ο πρώην υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος μοιράστηκε στιγμές που καθόρισαν τη διαδρομή του στην πολιτική, αλλά και τη βαθιά ανθρώπινη διάστασή της: τη γνωριμία του με τον Παύλο Μπακογιάννη, τις προσωπικές του συζητήσεις με τον Ανδρέα Παπανδρέου, τη νύχτα που τα μαλλιά του γκρίζαραν από το άγχος και τη μοναξιά που βίωσε η οικογένειά του εξαιτίας της δημόσιας ζωής του.
Ο Παύλος που δεν ξαναείδα ποτέ
«Το γραφείο του Παύλου Μπακογιάννη ήταν ακριβώς πάνω από το δικό μου», θυμήθηκε ο κ. Παπαδόπουλος, περιγράφοντας την τελευταία τους συνάντηση λίγες μόλις ώρες πριν τη δολοφονία του από τη 17 Νοέμβρη. «Είχαμε μια μακρά συνεργασία για ένα νομοσχέδιο σχετικά με την τηλεόραση. Καθίσαμε μαζί μέχρι τις τρεις το πρωί, στο προαύλιο. Μου είπε: “Θα τα πούμε αύριο, Αλέκο”. Ίσως ήμουν από τους τελευταίους ανθρώπους που του μίλησαν. Τον εκτέλεσαν την επόμενη μέρα, έξω από το ασανσέρ, έξω από το γραφείο μου…».
Ο Ανδρέας που ήξερε να ακούει — και να δοκιμάζει ανθρώπους
Η πρώτη επαφή με τον Ανδρέα Παπανδρέου ήρθε το 1986, όταν ο Παπαδόπουλος ήταν πρόεδρος της ΕΡΤ2. «Ο Ανδρέας παρακολουθούσε τις ειδήσεις των 8», ανέφερε, για να προσθέσει με νόημα: «Τις ειδήσεις τις έφτιαχνε η Ζαλοκώστα – όχι ο πρόεδρος. Αυτό γινόταν σε όλη την περίοδο του κρατικού μονοπωλίου».
Ο πρώην υπουργός περιέγραψε και ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο από μια κρίσιμη στιγμή για την οικονομία, όταν ο Παπανδρέου του τηλεφώνησε για να του ζητήσει την άποψή του σχετικά με το αν θα έπρεπε να γίνει υποτίμηση της δραχμής. «“Αλέκο, θέλω τη γνώμη σου: να υποτιμήσουμε ή όχι;”, μου είπε. Και του απάντησα: “Δεν είμαι ειδικός, αλλά όχι. Δεν έχουμε παραγωγή. Σε 2-3 μήνες θα έχουν εξατμιστεί τα οφέλη”. Ήξερε τα δεδομένα, ήθελε να δει πώς σκεφτόμαστε. Ζύγιζε ανθρώπους. Τον ενδιέφερε η κρίση, όχι μόνο η απάντηση. Έτσι ήταν κι ο Σημίτης, αλλά πιο συστηματικός, πιο μεθοδικός».
Η νύχτα που τα μαλλιά του γκρίζαραν
Σε μια από τις πιο δραματικές περιγραφές του, ο Αλέκος Παπαδόπουλος αναφέρθηκε σε ένα άγνωστο περιστατικό που έλαβε χώρα τη Μεγάλη Εβδομάδα του 1994, όταν το Υπουργείο Οικονομικών κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια σοβαρή κρίση λόγω αδράνειας του συστήματος. «Ήταν Μεγάλη Τρίτη προς Μεγάλη Τετάρτη. Το πρόβλημα δεν το είχε προκαλέσει το υπουργείο, αλλά έπρεπε να βρούμε λύση. Αν δεν τα καταφέρναμε, από την 1η Ιανουαρίου 1994, η Τράπεζα της Ελλάδος δεν θα μπορούσε πλέον να χρηματοδοτήσει ελλείμματα – λόγω Μάαστριχτ. Δεν υπήρχαν λεφτά. Κοιμήθηκα μόλις μιάμιση ώρα εκείνο το βράδυ και όταν ξύπνησα, τα μαλλιά μου είχαν γκριζάρει αισθητά…».
«Έχω κι εγώ μπαμπά»
Ο πολιτικός βίος όμως είχε το τίμημά του και σε προσωπικό επίπεδο. «Τα παιδιά μου μεγάλωσαν με τη μητέρα τους. Εγώ έλειπα. Τα βράδια γύριζα μία ή δύο τη νύχτα, και τα Σαββατοκύριακα ήμουν συνήθως στη Θεσπρωτία», εξομολογήθηκε. Μοιράστηκε και ένα τρυφερό – αλλά πικρό – περιστατικό από την κόρη του, όταν ήταν στη Β’ Δημοτικού και πήγαινε με τη μητέρα της στη συνάντηση με τη δασκάλα στη Λεόντειο: «Σε κάποια στιγμή, γύρισε και της είπε: “Έχω κι εγώ μπαμπά”».