Δημοσκοπήσεις: Επιστροφή ψηφοφόρων στη ΝΔ, άνοδος για την Πλεύση, καθίζηση για το ΠΑΣΟΚ
Η πολιτική δυναμική στην Ελλάδα φαίνεται να μεταβάλλεται με γοργούς ρυθμούς, όπως καταγράφουν τρεις πρόσφατες δημοσκοπήσεις (Metron Analysis, MRB, Prorata), που δόθηκαν στη δημοσιότητα το βράδυ της Πέμπτης. Η Νέα Δημοκρατία ανακτά στήριξη από τον χώρο των αναποφάσιστων, η Πλεύση Ελευθερίας καταγράφει σταθερή άνοδο και καθιερώνεται ως η νέα δεύτερη δύναμη, ενώ το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να υφίσταται ένα σαφές πλήγμα, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας όσο και πολιτικής αξιοπιστίας.
Οι μετρήσεις αποτυπώνουν την κορύφωση ενός αντισυστημικού ρεύματος, που ξεκίνησε από τις κινητοποιήσεις με φόντο την τραγωδία των Τεμπών και κορυφώθηκε με τα συλλαλητήρια για τη δεύτερη επέτειο του δυστυχήματος. Το κύμα αυτό μεταφράζεται σε αυξημένα ποσοστά για σχήματα εκτός του παραδοσιακού διπολισμού, με εμφανή αποσυσπείρωση για το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι στα μάτια μεγάλου μέρους των πολιτών εμφανίζονται πλέον ως “συστημικές δυνάμεις”.
Ο Μητσοτάκης μπροστά – αλλά με αντίπαλο τον «Κανένα»
Παρά την ενίσχυση της Νέας Δημοκρατίας, η εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη ως καταλληλότερου για πρωθυπουργού παραμένει εύθραυστη. Στην πρώτη θέση βρίσκεται, όχι άλλος πολιτικός αρχηγός, αλλά ο «Κανένας», υπογραμμίζοντας το έλλειμμα εμπιστοσύνης της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα. Πίσω του ακολουθεί η Ζωή Κωνσταντοπούλου, με ενισχυμένα ποσοστά, ενώ ο Κυριάκος Βελόπουλος καταγράφει τρίτη θέση. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, αν και επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παραμένει χαμηλά και δεν καταφέρνει να πείσει ούτε την εκλογική του βάση.
Το βαθύτερο ρεύμα πίσω από τους αριθμούς
Το πιο ηχηρό συμπέρασμα από τις δημοσκοπήσεις δεν είναι απλώς η μετακίνηση ποσοστών — αλλά το βαθύτερο ρήγμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και το πολιτικό σύστημα. Η επιστροφή δυνάμεων στη Νέα Δημοκρατία δείχνει μια σταδιακή ανασύνταξη του κυβερνητικού στρατοπέδου, αλλά αυτή η επανασυσπείρωση μοιάζει μηχανική και όχι ουσιαστική: προκύπτει λιγότερο από ενθουσιασμό και περισσότερο από την απουσία εναλλακτικής. Η άνοδος της Πλεύσης Ελευθερίας αντικατοπτρίζει ένα δομικό αίτημα ρήξης, όχι μόνο με το παλιό σύστημα, αλλά και με το “νέο” που δεν εμπνέει. Η ρητορική της Ζωής Κωνσταντοπούλου βρήκε πρόσφορο έδαφος σε μια κοινωνία που θεωρεί ότι η αλήθεια για τα Τέμπη αποκρύπτεται. Το γεγονός ότι περνά στη δεύτερη θέση, ενώ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ παραπαίουν, επιβεβαιώνει πως μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος αναζητά κάτι που να θεωρείται «καθαρό», όχι απαραίτητα κυβερνητικό.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπικές αποτυπώσεις, ο μεγάλος χαμένος της συγκυρίας. Η εικόνα του διαρκώς αποδυναμώνεται και δεν καταφέρνει να εμπνεύσει ούτε το ίδιο του το ακροατήριο. Το ΠΑΣΟΚ μοιάζει ιδεολογικά άτολμο και στρατηγικά ακίνητο, χωρίς σαφή αφήγηση για το σήμερα και χωρίς επαφή με τη νέα κοινωνική πραγματικότητα. Η φθορά του μοιάζει πλέον δομική και μη αναστρέψιμη, αν δεν υπάρξει άμεσα ανανέωση πολιτικής πρότασης, προσώπων και ύφους. Αν και η ακρίβεια έχει επιστρέψει στην κορυφή των ανησυχιών των πολιτών, η τραγωδία των Τεμπών εξακολουθεί να προκαλεί έντονο πολιτικό κόστος. Η πλειοψηφία θεωρεί ότι η κυβέρνηση δεν κάνει ό,τι μπορεί για την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, ενώ η ψήφος πολλών πολιτών μετατρέπεται πλέον σε πράξη αποδοκιμασίας και όχι επιλογής διακυβέρνησης. Αυτή η στάση δημιουργεί ένα περιβάλλον συναισθηματικής φόρτισης και ρευστότητας, με άγνωστες συνέπειες για το πολιτικό σύστημα.
Ένα ρεύμα που δεν εξαντλείται – αλλά εξελίσσεται
Το ποσοστό του αντισυστημικού τόξου αγγίζει ξανά, για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία, το 40%. Και φαίνεται πως δεν πρόκειται για παροδικό φαινόμενο. Είναι μια συστημική απάντηση σε μια διαρκή κρίση εμπιστοσύνης. Κόμματα όπως η Νίκη και το ΜεΡΑ25 διατηρούν την κοινοβουλευτική τους προοπτική, αν και το βάθος και η σταθερότητα της στήριξής τους θα κριθούν στο επόμενο κύμα δημοσκοπήσεων. Ταυτόχρονα, κόμματα όπως η Φωνή Λογικής εμφανίζουν σημαντική πτώση, μετά την πιο «συμβιβαστική» στάση τους για το δυστύχημα των Τεμπών, ενώ το ΚΚΕ, παρά την καλή κατάταξή του στον αντισυστημικό άξονα, δείχνει να υφίσταται μικρές φθορές.
Παρά τις επανειλημμένες συζητήσεις για πρόωρες εκλογές, το πολιτικό κλίμα δεν θυμίζει προεκλογική περίοδο. Η κοινωνία δεν φαίνεται να προετοιμάζεται για αλλαγή εξουσίας, αλλά για ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Η πλειοψηφία των πολιτών συνεχίζει να ζητά εκλογές όχι για να επιλέξει, αλλά για να τιμωρήσει. Αν αυτή η διάθεση συσσωρευτεί κι άλλο, το ενδεχόμενο εκλογικού σεισμού δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το επόμενο κύμα δημοσκοπήσεων, μετά το Πάσχα, θα αποκαλύψει αν η δυναμική της Πλεύσης και των μικρότερων σχημάτων είναι πρόσκαιρη ή αν οδηγούμαστε σε βαθύτερες ανακατατάξεις στον πυρήνα του πολιτικού συστήματος.
