Σε μια περίοδο παγκόσμιας αστάθειας, η Ελλάδα αποδεικνύει ότι μπορεί να γράψει τη δική της ιστορία επιτυχίας. Η δημοσιονομική της πορεία δεν θυμίζει σε τίποτα τις σκοτεινές εποχές της κρίσης. Το 2024 κλείνει με ένα πρωτογενές πλεόνασμα–έκπληξη ύψους 11,4 δισ. ευρώ, δηλαδή 4,8% του ΑΕΠ, ενώ για πρώτη φορά μετά από χρόνια επιτυγχάνεται και συνολικό πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης (1,3%). Αυτά τα αποτελέσματα δεν είναι απλώς αριθμοί. Είναι το απτό αποτύπωμα μιας συνεκτικής πολιτικής στρατηγικής, που μετουσιώνει τη δημοσιονομική πρόοδο σε απτές κοινωνικές ενισχύσεις. Η κυβέρνηση, με όχημα τη θετική υπεραπόδοση, ανακοίνωσε μόνιμα μέτρα στήριξης ύψους 1 δισ. ευρώ, δίνοντας νέα πνοή σε κρίσιμους τομείς της κοινωνικής πολιτικής.
3 μέτρα
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε τρεις στρατηγικές πρωτοβουλίες, όχι ως αποσπασματικές παρεμβάσεις, αλλά ως συστατικά μιας μακροπρόθεσμης αλλαγής:
-
Στήριξη των ενοικιαστών: Από τον Νοέμβριο του 2025, το κράτος θα επιστρέφει στους πολίτες ένα πλήρες μηνιαίο ενοίκιο κάθε χρόνο. Μαζί με προγράμματα όπως το «Σπίτι μου ΙΙ», η κοινωνική κατοικία και το «Ανακαινίζω», η Πολιτεία στέλνει σαφές μήνυμα πως η πρόσβαση στη στέγη γίνεται ξανά δικαίωμα.
-
Μόνιμη ενίσχυση για 1,5 εκατ. ευάλωτους πολίτες: Συνταξιούχοι με χαμηλές αποδοχές, ανασφάλιστοι υπερήλικες και άτομα με αναπηρία θα λαμβάνουν επιπλέον 250 ευρώ καθαρά κάθε Νοέμβριο, σε μια σταθερή αναγνώριση των αναγκών τους.
-
Αύξηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά 500 εκατ. ευρώ ετησίως: Οι υποδομές, τα κοινωνικά έργα και η απασχόληση γίνονται προτεραιότητες σε μια Ελλάδα που δεν αναπτύσσεται μόνο λογιστικά, αλλά και ουσιαστικά.
Οι επιδόσεις δεν ήρθαν τυχαία. Η ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης, οι μεταρρυθμίσεις και η ανθεκτική ανάπτυξη διαμόρφωσαν ένα θετικό δημοσιονομικό περιβάλλον. Η Standard & Poor’s αναβάθμισε την ελληνική οικονομία στη βαθμίδα BBB με σταθερές προοπτικές, σημειώνοντας ότι η χώρα υπεραπέδωσε σε σχέση με τους στόχους του 2024. Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, η Ελλάδα προβλέπεται να διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,7% κατά μέσο όρο μέχρι το 2028, ενώ η μείωση του καθαρού χρέους προς το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα φτάνει τις 6 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως.
Παράλληλα, η ταμειακή θωράκιση του ΟΔΔΗΧ (με απόθεμα 15% του ΑΕΠ) εξασφαλίζει ηρεμία απέναντι σε μελλοντικές λήξεις χρέους, ενισχύοντας την αξιοπιστία του ελληνικού δημοσίου στις διεθνείς αγορές.
Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, ξεπερνώντας όχι μόνο τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Επενδύσεις, κατανάλωση και τουρισμός συνέβαλαν σε μια δυναμική αναπτυξιακή τροχιά, η οποία μεταφράζεται πλέον σε κοινωνικό όφελος. Η αγορά εργασίας διατηρεί θετικές προοπτικές, με τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις να επιταχύνονται. Η ανεργία συνεχίζει να μειώνεται, εξασφαλίζοντας περισσότερες ευκαιρίες για τους νέους και τους ανέργους.
Η κυβέρνηση δείχνει ότι τα θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσο για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «η επιτυχία των αριθμών πρέπει να γίνεται ευημερία των πολλών». Και αυτό αποδεικνύεται εμπράκτως. Οι μόνιμες παρεμβάσεις του 2025 σηματοδοτούν την αρχή μιας νέας εποχής, όπου η υπευθυνότητα επιβραβεύεται, οι μεταρρυθμίσεις αποδίδουν και η ανάπτυξη αποκτά κοινωνικό πρόσημο. Σε μια Ευρώπη που ακόμα παλεύει με την αβεβαιότητα, η Ελλάδα διαμορφώνει τη δική της αφήγηση: αυτή της ανθεκτικότητας, της προόδου και της αλληλεγγύης. Και αυτό το αφήγημα είναι σήμερα πιο ισχυρό από ποτέ.