Το χρονικό
Μπροστά στο αδιέξοδο της αποκάλυψης, στο περιβάλλον και στον εργασιακό χώρο, της απώλειας σημαντικών χρηματικών ποσών, κατέφυγαν στην καταγγελία ληστείας τους, αλλά βρέθηκαν και κατηγορούμενοι. Ο λόγος για μια γυναίκα στη Μυτιλήνη κι έναν υπάλληλο εταιρείας στην Ανδραβίδα Κυλλήνης.
Του Πέτρου Καρσιώτη
Η πρώτη κατήγγειλε στους αστυνομικούς ότι άγνωστοι ληστές εισέβαλαν στο σπίτι της, την έδεσαν σε καρέκλα και τη χτύπησαν στο πρόσωπο. Ο δεύτερος, ότι ακινητοποιήθηκε από άγνωστους με απειλή μαχαιριού και του άρπαξαν, μεταξύ άλλων, πορτοφόλι που περιείχε 150 ευρώ, εισπράξεις της εταιρείας όπου εργαζόταν. Η ληστεία που κατήγγειλε 52χρονη στη Μυτιλήνη φέρεται να διαπράχθηκε, κατά την ίδια, στα τέλη Απριλίου. Ωστόσο, ανακοινώθηκε ότι συνελήφθη η καταγγέλλουσα, σε βάρος της οποίας σχηματίστηκε δικογραφία για το αδίκημα της ψευδούς καταγγελίας. «Είχε προηγηθεί καταγγελία της 52χρονης σε αστυνομικές Αρχές», αναφέρεται, «σύμφωνα με την οποία, μεσημβρινές ώρες, στην παραπάνω περιοχή, τρία άτομα αγνώστων στοιχείων, έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, μπήκαν στην οικία της, την ακινητοποίησαν με την απειλή μαχαιριού, δένοντάς την σε καρέκλα, την τραυμάτισαν στο πρόσωπο με το μαχαίρι και ακολούθως αφαίρεσαν από χώρο του σπιτιού το χρηματικό ποσό των 4.300 ευρώ και κοσμήματα αξίας 500 ευρώ περίπου.»
Κατά τη διερεύνηση των καταγγελλομένων και κυρίως των αντιφάσεων στις οποίες υπέπεσε, προέκυψε ότι η 52χρονη κατήγγειλε ψευδώς το προαναφερόμενο περιστατικό, προκειμένου να αιτιολογήσει στο οικογενειακό της περιβάλλον το γεγονός ότι η ίδια δαπάνησε το συγκεκριμένο χρηματικό ποσό. Αντίστοιχα, συνελήφθη στα Λεχαινά, από αστυνομικούς του Αστυνομικού Τμήματος Ανδραβίδας Κυλλήνης, ο άνδρας, σε βάρος του οποίου σχηματίσθηκε δικογραφία για ψευδή καταγγελία και ψευδή κατάθεση. «Ειδικότερα», λέει για αυτή την περίπτωση η Αστυνομία, «ο κατηγορούμενος, εργαζόμενος ως υπάλληλος σε εταιρεία, κατήγγειλε ψευδώς ότι άγνωστοι δράστες, με την απειλή μαχαιριών, του αφαίρεσαν ένα πορτοφόλι με τις εισπράξεις της εταιρείας, που περιείχε 1.500 ευρώ, δύο τραπεζικές κάρτες, δύο κινητά τηλέφωνα, ένα iPad, φορτιστές κινητών, έγγραφα και ενδύματα». Αξιοποιήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία, αναφέρεται ακόμη, υπό το βάρος των οποίων ο κατηγορούμενος ομολόγησε ότι σκηνοθέτησε τη ληστεία σε βάρος του, για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι είχε απωλέσει τα χρήματα σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Σημειώνεται ότι οι ψευδείς καταγγελίες είναι αδικήματα που τιμωρούνται, καθώς κάποιοι απασχολούν τις αστυνομικές Αρχές στη διερεύνηση και εξιχνίαση των καταγγελιών τους, αποσπώντας τες από άλλα καθήκοντα σε πραγματικές ανάγκες άλλων πολιτών.
