Παρά τις αντιδράσεις που εκφράζονται από μερίδα του εκπαιδευτικού κόσμου, το Υπουργείο Παιδείας εμφανίζεται αποφασισμένο να συνεχίσει απρόσκοπτα την εφαρμογή του νόμου για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Την αμετακίνητη στάση της κυβέρνησης επανέλαβε η υπουργός Παιδείας Σοφία Ζαχαράκη, κατά τη συνάντησή της με τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος (ΔΟΕ), στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει υπαναχώρηση. Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύει η εφημερίδα Καθημερινή, περίπου 2.500 εκπαιδευτικοί, οι οποίοι είτε αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία αξιολόγησης είτε παρεμπόδισαν την εφαρμογή της, έχουν ήδη λάβει ειδοποίηση για παραπομπή σε πειθαρχικά συμβούλια. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει τη βούληση του Υπουργείου να διασφαλίσει την εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου που διέπει την εκπαιδευτική αξιολόγηση.
Κατά τη διάρκεια της τρίωρης συνάντησης, τα στελέχη της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας έθεσαν με έμφαση τα ζητήματα που σχετίζονται με την αξιολόγηση και τις κυρώσεις που έχουν ήδη ενεργοποιηθεί για εκατοντάδες εκπαιδευτικούς. Από την πλευρά της, η κυρία Ζαχαράκη επανέλαβε ότι η αξιολόγηση αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, επισημαίνοντας πως ο σκοπός της δεν είναι τιμωρητικός, αλλά βελτιωτικός, με στόχο την ενίσχυση της ποιότητας του δημόσιου σχολείου. Η ίδια διευκρίνισε ότι το Υπουργείο παραμένει ανοιχτό σε τεχνικού χαρακτήρα βελτιώσεις που αφορούν κυρίως τη γραφειοκρατική διάσταση της διαδικασίας, κατόπιν εισηγήσεων που έχουν ζητηθεί από τα στελέχη της εκπαιδευτικής διοίκησης.
Η υπουργός Παιδείας υπογράμμισε ακόμη ότι, παρά τις χρόνιες δυσκολίες που κληροδότησε η οικονομική κρίση, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε ουσιαστικά και σταθερά βήματα ενίσχυσης της δημόσιας παιδείας. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν περισσότεροι από 38.000 μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών, ενισχύοντας τη σταθερότητα του ανθρώπινου δυναμικού στα σχολεία της χώρας». Παράλληλα, επανέλαβε τη δέσμευση της κυβέρνησης για την πρόσληψη 10.000 νέων εκπαιδευτικών εντός του καλοκαιριού, με στόχο να καλυφθούν οι ανάγκες της νέας σχολικής χρονιάς, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και στην δίκαιη κατανομή των θέσεων.