Καθώς προχωράμε στην ενήλικη ζωή, γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι οι σχέσεις δεν «συμβαίνουν» τόσο εύκολα όσο παλιότερα. Όταν κοιτάζουμε πίσω, θυμόμαστε με νοσταλγία τη δεκαετία των 20: εκείνη την περίοδο όπου οι άνθρωποι γύρω μας ήταν πολλοί, η κοινωνικότητα φυσική και αβίαστη, και κάθε έξοδος μπορούσε να εξελιχθεί σε γνωριμία ή ερωτική ιστορία. Η καθημερινότητά μας τότε ήταν γεμάτη αφορμές για επαφή – από τη σχολή και τις παρέες, μέχρι τα πάρτι και τις αυθόρμητες εξόδους. Εκείνα τα χρόνια δεν κουβαλούσαμε την πίεση του τι σημαίνει αυτή η σχέση, ούτε σκεφτόμασταν αν ο άλλος κάνει για οικογένεια.
Αντίθετα, μετά τα 30, οι κοινωνικές προσδοκίες γίνονται πιο ασφυκτικές. Η φάση της ζωής που σηματοδοτεί γάμους, συγκατοικήσεις, παιδιά και «ωριμότητα», συχνά φορτίζεται από ερωτήματα που ως τότε αγνοούσαμε: Θέλω σχέση ή απλώς αισθάνομαι ότι πρέπει; Θέλω παιδί ή το περιμένουν οι άλλοι; Αυτή η εξωτερική πίεση, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη εσωτερική ανάγκη για αυθεντικότητα, κάνει τις σχέσεις πιο απαιτητικές. Παράλληλα, όσο μεγαλώνουμε, γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτό μας και –ορθώς– έχουμε πιο συγκεκριμένες προσδοκίες. Αναζητούμε ουσιαστική επαφή, σταθερότητα, επικοινωνία και αμοιβαιότητα. Όμως όσο αυξάνονται τα στάνταρ, μειώνεται το περιθώριο για “λάθη” ή «δοκιμές». Δεν χαρίζουμε πια εύκολα χρόνο – και ίσως καλά κάνουμε. Αλλά αυτή η επιλογή κουβαλά και μοναξιά.
Οι έρευνες δείχνουν πως οι γυναίκες, κυρίως μεταξύ 35 και 50, είναι πιο επιλεκτικές, ενώ οι άνδρες διατηρούν χαμηλότερα φίλτρα μέχρι τα 40. Την ίδια στιγμή, όσο μεγαλώνουμε, τα ίδια μας τα συναισθήματα φαίνεται να εξασθενούν: λιγότερο έντονα, λιγότερο διαθέσιμα. Και όσο πιο επιλεκτικοί γινόμαστε, τόσο περισσότερο απομακρυνόμαστε από την αυθόρμητη σύνδεση. Πίσω όμως από όλα αυτά, υπάρχει και κάτι βαθύτερο: η ίδια μας η ανάγκη να προστατέψουμε τον εαυτό μας από τις απογοητεύσεις, οι παλιές πληγές που δεν έχουν επουλωθεί και ο φόβος του «αν αξίζει να ξαναδοκιμάσω». Όσο μεγαλώνουμε, δεν ψάχνουμε απλώς τον άλλον –ψάχνουμε κάποιον που να ταιριάζει σε όσα έχουμε μάθει για εμάς. Και αυτό, αν και ωφέλιμο, κάνει την αγάπη πιο σπάνια και πιο πολύτιμη.