Σε άρθρο-ανάλυση για το μέλλον της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt αναφέρεται στην ανάγκη στρατηγικής αναδιάρθρωσης του ελληνικού τουρισμού, με άνοιγμα σε νέες, εκτός Ευρώπης, αγορές. Όπως σημειώνει, η Ελλάδα οφείλει να εστιάσει περισσότερο σε δυναμικά αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Ινδία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες, ώστε να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του τουριστικού της προϊόντος. Σύμφωνα με τη Handelsblatt, περίπου το 75% των αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα το 2023 προερχόταν από κράτη-μέλη της ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν αναλυτές του τουριστικού κλάδου, η μελλοντική αναπτυξιακή προοπτική δεν βρίσκεται πλέον σε αυτές τις παραδοσιακές αγορές, καθώς πλήττονται από ασθενή οικονομική δραστηριότητα και αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις.
Σε πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, προτείνεται μια πιο ενεργή στροφή του ελληνικού τουρισμού σε αγορές μακρινών ηπείρων. Οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ινδία αναδεικνύονται σε βασικούς στρατηγικούς στόχους, τόσο για την αύξηση των εισπράξεων όσο και για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Όπως επισημαίνεται, οι επισκέπτες από αυτές τις χώρες διαθέτουν υψηλότερη κατά κεφαλήν δαπάνη και μεγαλύτερη διάθεση για ταξίδια εκτός της καλοκαιρινής αιχμής. Η στροφή αυτή θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση του φαινομένου του υπερτουρισμού σε δημοφιλείς περιοχές κατά τους θερινούς μήνες και, ταυτόχρονα, να ενισχύσει την επισκεψιμότητα σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές και θεματικούς προορισμούς.
Πολιτιστικός τουρισμός και εναλλακτικές εμπειρίες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Ινδική αγορά. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Mabrian, το 35% των Ινδών τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα επιλέγουν κυρίως πολιτιστικούς και ιστορικούς προορισμούς, όπως οι αρχαιολογικοί χώροι, ενώ μόλις το 7,7% έρχεται για παραθερισμό στη θάλασσα. Αυτή η τάση καταδεικνύει τη δυνατότητα της Ελλάδας να επενδύσει περισσότερο στον πολιτιστικό και θεματικό τουρισμό, αξιοποιώντας την ιστορική της κληρονομιά. Η κινεζική αγορά εμφανίζει επίσης δυναμική επάνοδο. Αν και οι τουρίστες από την Κίνα δεν έχουν ακόμη επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα –το 2024 αναμένονται περίπου 139.000 επισκέπτες έναντι 217.600 το 2019–, σημειώνεται σημαντική αύξηση κατά 30% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, με αισιόδοξες προοπτικές για το μέλλον.
Η αμερικανική αγορά θεωρείται από τους πλέον αξιόπιστους «συμμάχους» της ελληνικής τουριστικής οικονομίας. Ο αριθμός των Αμερικανών τουριστών αυξήθηκε κατά 42% από το 2022, ενώ καταγράφουν σχεδόν διπλάσιες κατά κεφαλήν δαπάνες σε σύγκριση με τον μέσο όρο των επισκεπτών. Επιπλέον, το 50% των Αμερικανών τουριστών επιλέγουν να ταξιδεύουν στην Ελλάδα εκτός high season – στοιχείο κρίσιμο για τη διασπορά των επισκέψεων μέσα στο έτος και την ενίσχυση της τουριστικής ροής στους φθινοπωρινούς και ανοιξιάτικους μήνες. Η στροφή σε αγορές υψηλής αξίας και χαμηλότερης εποχικότητας εντάσσεται στο νέο μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό για την τουριστική ανάπτυξη της χώρας. Η διαφοροποίηση των πηγών τουριστικής ζήτησης, η προώθηση θεματικών μορφών τουρισμού και η ανάδειξη νέων προορισμών πέρα από τα κορεσμένα hotspots αποτελούν βασικά εργαλεία για τη σταθεροποίηση του κλάδου, τη μείωση της περιβαλλοντικής πίεσης και τη βιώσιμη ενίσχυση των τοπικών οικονομιών.