Σε ηλικία 91 ετών έφυγε από τη ζωή ο Πετρολούκας Χαλκιάς, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής. Ο δεξιοτέχνης του ηπειρώτικου κλαρίνου άφησε πίσω του μια ανεκτίμητη πολιτιστική παρακαταθήκη, γεμάτη ήχους, μνήμες και συγκίνηση.
Η αρχή από το Δελβινάκι και το πρώτο χειροκρότημα
Γεννημένος το 1934 στο Δελβινάκι Πωγωνίου, μεγάλωσε μέσα σε ήχους μοιρολογιών, λαούτων και πανηγυριών. Ο πατέρας του, μουσικός και ο ίδιος, αρχικά δίσταζε να του επιτρέψει να ακολουθήσει τη μουσική, αλλά το ταλέντο του μικρού Πέτρου δεν άργησε να λάμψει. Σε ηλικία μόλις 11 ετών ξεκίνησε να μαθαίνει κλαρίνο με τον Φίλιππα Ρούντα και γρήγορα καθιερώθηκε ως θαύμα της περιοχής. Σε ηλικία 12 ετών, ένας μετανάστης που είχε επιστρέψει προσωρινά από τις ΗΠΑ και τον άκουσε να παίζει, του έδωσε απλόχερα δολάρια συγκινημένος από τον ήχο του. «Ήταν τα πρώτα μου λεφτά από τη μουσική. Τα πήγα στους γονείς μου και τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν το μέλλον μου», είχε πει σε συνέντευξή του.
Η Αμερική των προκλήσεων και των θρύλων
Το 1960, σε ηλικία 26 ετών, ο Πετρολούκας Χαλκιάς ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να ηχογραφήσει έναν δίσκο. Αν και αρχικά πήγε για λίγο, έμεινε σχεδόν 20 χρόνια, δημιουργώντας σπουδαία καριέρα και κρατώντας πάντα την ηπειρώτικη μουσική ζωντανή στην ομογένεια και στα διεθνή μουσικά σαλόνια. Εκεί ήρθε σε επαφή με τους Μπένι Γκούντμαν και Λούις Άρμστρονγκ. Σε ένα κατάστημα που δοκίμαζε καλαμάκια για το κλαρίνο, οι Αμερικανοί μουσικοί άκουσαν τον ήχο του και εντυπωσιάστηκαν. «Ο Γκούντμαν με ρώτησε αν έχω μάθει τα κομμάτια από εσάς. Και του απάντησα: “Εμείς γεννηθήκαμε πρώτοι. Εσείς τα ακούσατε από εμάς”», είχε αφηγηθεί με υπερηφάνεια.
Δείτε τη συνέντευξη του Πετρολούκα Χαλκιά στο Αντίφωνο από το 30ό λεπτό:
Η επιστροφή στην Ελλάδα και η αναγνώριση
Το 1979 εγκαθίσταται οριστικά στην Ελλάδα και γίνεται η ψυχή των ηπειρώτικων πανηγυριών. Από το αγαπημένο του Πωγώνι και την Καστάνιανη, έως τις πιο μεγάλες σκηνές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, η παρουσία του έγινε σημείο αναφοράς. Τα καλοκαίρια σε χωριά, τους χειμώνες σε ηχογραφήσεις και συλλόγους, ο Χαλκιάς ήταν παντού. Οι δίσκοι του «Μοιρολόγια και Γυρίσματα», «Δρόμοι της Ψυχής» και τόσοι άλλοι, άφησαν εποχή. Οι συνεργασίες του κάλυψαν όλο το φάσμα των Ηπειρωτών τραγουδιστών και κλαρινίστες επαγγελματίες ή ερασιτέχνες τον είχαν ως πρότυπο.
Ο Πετρολούκας δεν ήταν απλώς δεξιοτέχνης· ήταν φιλόσοφος του ήχου. Δεν έγραφε μουσική, αλλά την απομνημόνευε. «Όταν παίζω, τα δάχτυλά μου κινούνται μόνα τους και εντολές δίνει η ψυχή μου», έλεγε. Για εκείνον, η μουσική ήταν βιωματική, αυθεντική, προφορική. Γι’ αυτό και καθήλωνε με μια απλή μελωδία. Δίδαξε δεκάδες μαθητές, μεταλαμπαδεύοντας όχι απλώς τεχνικές, αλλά ήθος, στάση ζωής, σεβασμό στην παράδοση και στον ακροατή. Πίστευε ότι η παράδοση δεν είναι κάτι ξεπερασμένο, αλλά ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται με σεβασμό στη ρίζα.
Παρά τη μουσική του δόξα, η ζωή δεν του χαρίστηκε. Έχασε τη γυναίκα του Μαρία σε τροχαίο δυστύχημα στα Γιάννενα, όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο ίδιος προσέκρουσε σε βράχια. Πριν προλάβει να συνέλθει, ακολούθησε ο θάνατος του γιου του, Μπάμπη, επίσης σπουδαίου κλαρινίστα, σε ηλικία μόλις 53 ετών. Οι τραγωδίες αυτές τον σημάδεψαν. Η μουσική του ταξίδεψε μέχρι και στον Λευκό Οίκο. Ο Κάρολος Παπούλιας, παιδικός του φίλος και ΠτΔ, έδωσε ένα CD του στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον. Ο Κλίντον εντυπωσιάστηκε, μαθαίνοντας ότι αυτός ο μουσικός ζούσε στην Αμερική επί 20 χρόνια, και τον χαρακτήρισε «πολίτη όλου του κόσμου». Μπορεί να έφυγε, αλλά το ηχόχρωμά του θα συνεχίσει να ακούγεται σε κάθε γλέντι, σε κάθε μοιρολόγι, σε κάθε ανάσα της Ηπείρου. Η Ελλάδα έχασε έναν γνήσιο εκφραστή της παράδοσης. Όμως κέρδισε έναν θησαυρό πολιτισμού που δεν σβήνει.