Γοητευτικός. Μιλούσε πολλές γλώσσες. Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που η Άν Πάρκερ, συνταξιούχος σύμβουλος δημοσίων σχέσεων, πρόσεξε κάτι περίεργο στον τρόπο που οδηγούσε το ραντεβού της. «Κατά διαστήματα, άφηνε το τιμόνι και έγλειφε γρήγορα τα χέρια του», είπε. Η σχέση δεν κράτησε πολύ περισσότερο. Η κυρία Πάρκερ βίωσε αυτό που οι χρήστες των ραντεβού ονομάζουν «the ick» — μια ξαφνική αποστροφή, συνήθως πυροδοτούμενη από κάποια συμπεριφορά, χαρακτηριστικό ή συνήθεια του άλλου. Παρότι ο όρος δεν είναι καινούριος — κατά κάποιους πρωτοεμφανίστηκε στη σειρά “Ally McBeal” τη δεκαετία του 1990 — το «ick» κάνει συχνά την εμφάνισή του στην ποπ κουλτούρα και έχει μεγάλη απήχηση στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με την TikTok, το hashtag #TheIck συγκέντρωσε σχεδόν 225.000 αναρτήσεις τον περασμένο χρόνο. Η φράση έγινε τόσο διαδεδομένη που ώθησε ερευνητές ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Azusa Pacific να διεξάγουν μελέτη, δημοσιευμένη τον Μάιο, η οποία διαπίστωσε ότι πάνω από το ένα τέταρτο των ατόμων που είχαν βιώσει το «ick» το θεώρησαν τόσο σοβαρό ώστε να διακόψουν αμέσως τη σχέση.
Παρότι έχει αστεία χροιά, το «ick» καταγράφει μια πραγματική αβεβαιότητα των ραντεβού: την ύπουλη συνειδητοποίηση ότι ίσως ο άλλος δεν είναι τελικά κατάλληλος για εμάς. Ο καθηγητής ψυχολογίας Μπράιαν Κόλισον λέει ότι είναι δύσκολο να αξιολογήσεις αν ένα «ick» είναι σημαντικό ή επιφανειακό. «Μπορεί να απορρίψεις έναν υπέροχο άνθρωπο για κάτι ασήμαντο, ή να έχεις διαισθητικά εντοπίσει ένα σοβαρότερο πρόβλημα», σημειώνει. Η «New York Times» ζήτησε από αναγνώστες να μοιραστούν προσωπικά παραδείγματα. Η Λι Μαλρέιντι από την Καλιφόρνια ξενέρωσε όταν ο σύντροφός της την κάλεσε από την τουαλέτα. Η Καθλίν ΜακΚιού από το Μέριλαντ απωθήθηκε όταν το ραντεβού της άρχισε να κάνει απροειδοποίητα κινήσεις καράτε. Ο Χουάν Πάμπλο από το Μεξικό απογοητεύτηκε όταν έμαθε ότι μια γυναίκα που τον ενδιέφερε είχε διακοσμήσει το σπίτι της με ψεύτικα βιβλία – κουτιά από χαρτόνι με εκτυπωμένα εξώφυλλα.
Ωστόσο, η ρομαντική έλξη είναι υποκειμενική, εξηγεί η κλινική ψυχολόγος Ιζαμπέλ Μόρλεϊ. «Άλλοι σιχαίνονται όσους ρεύονται δημόσια, άλλοι το βρίσκουν ξεκαρδιστικό.» Τι συμβαίνει όμως πραγματικά όταν νιώθεις «ick»; Οι ειδικοί λένε ότι δεν είναι απαραίτητα σημάδι ότι κάτι πάει στραβά σε εσένα ή στον άλλον. Η Δρ. Μόρλεϊ προτείνει να αναρωτηθείς γιατί συγκεκριμένα σε ενοχλεί κάτι. Μήπως έχεις την τάση να απομακρύνεσαι με την πρώτη δυσφορία; Είναι σημάδι ασυμβατότητας ή απλώς μια ενοχλητική λεπτομέρεια; Αν τα θετικά στοιχεία του άλλου υπερτερούν, καλό είναι να συζητήσεις ανοιχτά το θέμα. «Οι σχέσεις απαιτούν επικοινωνία, προσαρμογή και ευελιξία», λέει η Δρ. Μόρλεϊ. Αν, για παράδειγμα, κάποιος σου τραγουδάει απρόσμενα με κιθάρα κι αυτό σε φέρνει σε δύσκολη θέση, μπορείς να πεις ευγενικά: «Ήταν πολύ γλυκό, αλλά νιώθω άβολα όταν μου τραγουδούν.» Ο Κόλισον τονίζει ότι συχνά μιλάμε για το «ick» με όλους – εκτός από τον άνθρωπο που το προκαλεί.
Κάποιες συμπεριφορές — όπως η αγένεια στους σερβιτόρους ή η επιθετικότητα στον δρόμο — μπορεί να είναι ενδείξεις βαθύτερων θεμάτων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, λένε οι ειδικοί, μπορείς να εμπιστευτείς πλήρως το ένστικτό σου. Αντίθετα, άλλα πράγματα, όπως το να μυρίζει κάποιος σαν ψεύτικο δέρμα, είναι πιο δύσκολο να τα θίξεις χωρίς να προσβάλεις. Αν δεν νιώθεις πρόθυμος να δουλέψεις αυτή τη δυσφορία, είναι θεμιτό να αποχωρήσεις. Η Τζένιφερ Μ. από τη Νέα Υόρκη σοκαρίστηκε όταν είδε έναν υποψήφιο σύντροφο να σκουπίζει τη γλώσσα του με την πετσέτα του φαγητού. «Αηδίασα», θυμάται. Όμως, λέει η καθηγήτρια Σαμάνθα Τζόελ, μια σχέση είναι πολύ περισσότερα από το σύνολο των συνηθειών κάποιου. Αν θες να προσπεράσεις ένα «ick», σκέψου πώς νιώθεις όταν είσαι μαζί του: νιώθεις άνετα; Είσαι ο εαυτός σου;
Αν σε μια κατά τα άλλα υγιή σχέση ένα «ick» είναι μικρό, μπορείς να το ανεχθείς. Αν κάποιος βάζει κέτσαπ στα αυγά του, μπορείς απλώς να μην κοιτάς. Άλλωστε, ποιος από εμάς δεν έχει κάνει ποτέ κάτι που να ξενερώσει κάποιον άλλον; Αν και κάποιοι εγκαταλείπουν αμέσως λόγω του «ick», ο Κόλισον αναφέρει ότι το 32% των συμμετεχόντων στην έρευνά του συνέχισαν τη σχέση. Η Τζένιφερ, μάλιστα, είναι ακόμη μαζί με τον άνθρωπο που σκουπίζει τη γλώσσα του στην πετσέτα.