Είναι σχεδόν κανόνας: όταν φτάνει η πίτσα, η πρώτη μας σκέψη δεν είναι το ρολόι αλλά η μυρωδιά. Η ζεστή, φρεσκοψημένη ζύμη και το τυρί που λιώνει είναι αρκετά για να παρακάμψουμε κάθε διατροφικό πλάνο. Ωστόσο, υπάρχει ένα ερώτημα που παραμένει: υπάρχει ιδανική ώρα για να φάμε μεσημεριανό; Πολλοί ακολουθούν το ένστικτο της πείνας, αλλά αυτό συχνά οδηγεί σε άναρχες επιλογές και υπερκατανάλωση. Η λύση βρίσκεται στον ρυθμό: ένα σταθερό πρόγραμμα γευμάτων, προσαρμοσμένο στο προσωπικό μας ωράριο και τις ανάγκες του οργανισμού, βοηθά όχι μόνο στη διαχείριση της όρεξης αλλά και στη γενικότερη ισορροπία του σώματος. Δεν μπορούμε να μιλάμε για μεσημεριανό χωρίς να αναφερθούμε στο πρωινό. Όταν το παραλείπουμε, ο οργανισμός ξεμένει από ενέργεια και αναζητά πρόχειρες λύσεις στη συνέχεια. Αντίθετα, ένα ισορροπημένο πρωινό –με φυτικές ίνες, πρωτεΐνη και καλά λιπαρά– μας προστατεύει από λιγούρες και διατηρεί σταθερό το σάκχαρο μέχρι το επόμενο κύριο γεύμα.
Οι ειδικοί συμφωνούν πως το μεσημεριανό πρέπει ιδανικά να καταναλώνεται 4 με 5 ώρες μετά το πρωινό. Αν κάποιος τρώει πρωινό στις 7 π.μ., τότε η πιο κατάλληλη ώρα για μεσημεριανό είναι γύρω στις 11 με 12. Αντίστοιχα, με πρωινό στις 9, το μεσημεριανό πηγαίνει πιο κοντά στη 1 ή 2 μ.μ. Αυτή η σταθερότητα βοηθά στην αποφυγή απότομων πτώσεων ενέργειας και μειώνει τις πιθανότητες τσιμπολογήματος μέχρι το βράδυ. Η καθημερινότητα, ωστόσο, σπανίως υπακούει στους διατροφικούς κανόνες. Ραντεβού που τραβάνε, υποχρεώσεις που ξεφυτρώνουν ή μια κοινωνική έξοδος μπορούν να καθυστερήσουν το γεύμα. Δεν πειράζει. Η ευελιξία είναι εξίσου σημαντική με τη συνέπεια. Αν χάσουμε μία φορά την «ιδανική» ώρα, αρκεί να επιστρέψουμε στον ρυθμό μας την επόμενη. Η συνέπεια σε βάθος χρόνου έχει μεγαλύτερη αξία από την απόλυτη προσήλωση.