Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υιοθέτησε με μεγάλη πλειοψηφία σχετική Έκθεση με θέμα «Η οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Σύμφωνα με το Ε.Κ., η Ευρώπη είναι αδιαμφισβήτητα μεταξύ των πρωτοπόρων παγκοσμίως όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των […]
Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υιοθέτησε με μεγάλη πλειοψηφία σχετική Έκθεση με θέμα «Η οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Σύμφωνα με το Ε.Κ., η Ευρώπη είναι αδιαμφισβήτητα μεταξύ των πρωτοπόρων παγκοσμίως όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων. Ωστόσο, προϋπόθεση για να διαπρέψει στους τομείς της ισότητας και της χειραφέτησης των γυναικών είναι η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και στη λήψη οικονομικών αποφάσεων.
Οι πλέον πρόσφατες στατιστικές δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να βρίσκεται στο μέσο της διαδρομής προς την επίτευξη της ισότητας των φύλων. Ο δείκτης για την ισότητα των φύλων του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων δεν έχει καταγράψει από το 2015 σχεδόν καμία πρόοδο στην Ε.Ε., παρά μόνο αμελητέα άνοδο.
Σε πολλές χώρες, οι βασικοί φραγμοί στην οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών είναι κοινωνικοί κανόνες ή νόμοι που εισάγουν διακρίσεις. Παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες διαθέτουν κατά μέσο όρο υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο σε σύγκριση με τους άνδρες, οι διαφορές μεταξύ των φύλων όσον αφορά τις αμοιβές εξακολουθούν να είναι σημαντικές με ποσοστό 16,1 %, όπως και οι διαφορές στις συντάξεις, οι οποίες ανέρχονται στο ανησυχητικό ποσοστό 40,2 %, παρότι οι διαφορές μεταξύ των Κρατών-Μελών είναι σημαντικές.
Μία περισσότερο ισότιμη κατανομή της μη αμειβόμενης οικιακής εργασίας είναι επίσης απαραίτητη για να μπορούν οι γυναίκες να είναι παρούσες στην αγορά εργασίας στον ίδιο βαθμό με τους άνδρες. Όταν οι μη αμειβόμενες οικιακές εργασίες εκτελούνται ταυτοχρόνως και από τα δύο φύλα, θα αποτελούν ένα ισότιμα κατανεμημένο βάρος, ενώ όταν επιτευχθούν οι στόχοι της Βαρκελώνης, θα υπάρχει μία καλύτερη βάση για μία αρκετά βελτιωμένη εξισορρόπηση επαγγελματικής και προσωπικής ζωής η οποία θα επιτρέπει στις γυναίκες να ανταγωνίζονται τους άνδρες επί ίσοις όροις.
Ακολουθούν ορισμένα χαρακτηριστικά στατιστικά στοιχεία:
– οι βελτιωτικές παρεμβάσεις στον τομέα της ισότητας των φύλων μπορούν να δημιουργήσουν έως και 10,5 εκατομμύρια πρόσθετες θέσεις εργασίας στην Ε.Ε. έως το 2050
– υπολογίζεται ότι οι ολοκληρωμένες παρεμβάσεις υπέρ της νομικής και της ουσιαστικής ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών δύνανται να οδηγήσουν το ποσοστό απασχόλησης στην Ε.Ε. σχεδόν στο 80% και την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ε.Ε. σε ποσοστό μεταξύ 6,1% και 9,6%, ενώ η τόνωση της ανάπτυξης στα Κράτη-Μέλη θα ανερχόταν σε ποσοστό μεταξύ 15 % και 45 % μέχρι το 2050
– το 31,5 % των εργαζόμενων γυναικών στην Ε.Ε. εργάζονται υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης έναντι ποσοστού 8,2 % των εργαζόμενων ανδρών
– ποσοστό μόλις υψηλότερο του 50% των γυναικών εργάζονται υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, σε σύγκριση με ποσοστό 71,2% για τους άνδρες, δηλαδή η απόκλιση των ποσοστών πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 25,5%
– η φροντίδα εξαρτώμενων ατόμων αποτελεί αιτία αεργίας για το 20% περίπου των οικονομικά μη ενεργών γυναικών, ενώ για τους άνδρες το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνά το 2%
– το 2015 το μέσο ποσοστό απασχόλησης των γυναικών με ένα παιδί ηλικίας κάτω των έξι ετών ήταν περίπου 9% χαμηλότερο από το ποσοστό των γυναικών χωρίς μικρά παιδιά, ενώ σε ορισμένες χώρες η διαφορά αυτή υπερέβαινε το 30%
– η ισότητα των φύλων και η πολυμορφία στην εκπροσώπηση των εργαζομένων στα διοικητικά συμβούλια εταιρειών αποτελεί βασική δημοκρατική αρχή με θετικές οικονομικές συνέπειες, όπως είναι η χωρίς αποκλεισμούς λήψη στρατηγικών αποφάσεων και η μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων
– οι κατά κανόνα γυναικοκρατούμενοι τομείς ή ρόλοι χαρακτηρίζονται γενικά από χαμηλότερους μισθούς σε σχέση με συγκρίσιμους ανδροκρατούμενους τομείς ή ρόλους, γεγονός που αποτελεί παράμετρο της ανισότητας των φύλων όσον αφορά τις αμοιβές και τις συντάξεις, η οποία ανέρχεται σήμερα στο 16 % και 40 %, αντιστοίχως
– σύμφωνα με τη Eurostat, το 24,4 % των γυναικών στην Ε.Ε. αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ οι μητέρες μονογονεϊκών οικογενειών, οι γυναίκες με αναπηρία και οι γυναίκες άνω των 55 ετών διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο ανεργίας και μη συμμετοχής στην αγορά εργασίας
– το συνολικό ετήσιο οικονομικό κόστος του χαμηλότερου ποσοστού απασχόλησης των γυναικών, λαμβανομένων υπόψη των διαφυγόντων κερδών, της μη καταβολής κοινωνικών εισφορών και των πρόσθετων δαπανών δημόσιας χρηματοδότησης, αντιστοιχούσε στο 2,8 % του ΑΕΠ της Ε.Ε. ή σε 370 δισεκατομμύρια ευρώ το 2013, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Eurofound, ενώ το κόστος του αποκλεισμού μίας γυναίκας από την αγορά εργασίας εκτιμάται από το EIGE μεταξύ 1,2 και 2 εκατομμυρίων ευρώ, αναλόγως του μορφωτικού της επιπέδου
– οι γυναίκες αποτελούν το 52 % του συνολικού ευρωπαϊκού πληθυσμού, αλλά μόνο το ένα τρίτο των αυτοαπασχολουμένων ή του συνόλου των ατόμων που ιδρύουν επιχειρήσεις στην Ε.Ε. – ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2014 οι γυναίκες αντιπροσώπευαν μόνο το 20,2 % των μελών των διοικητικών συμβουλίων των μεγαλύτερων εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών με έδρα σε Κράτος-Μέλος της Ε.Ε.
– οι γυναίκες αποτελούν σχεδόν το 60 % των πτυχιούχων στην Ε.Ε., αλλά, λόγω μόνιμων αποτρεπτικών παραγόντων, εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στους τομείς των θετικών επιστημών (π.χ. μαθηματικά, πληροφορική, μηχανική) και στα συναφή επαγγέλματα
– στα νοικοκυριά, στα οποία το μικρότερο παιδί είναι ηλικίας κάτω των επτά ετών, οι άνδρες δαπανούν 41 ώρες εβδομαδιαίως σε αμειβόμενη εργασία και 15 ώρες σε μη αμειβόμενη εργασία, ενώ οι γυναίκες δαπανούν 32 ώρες εβδομαδιαίως σε αμειβόμενη εργασία αλλά 39 ώρες σε μη αμειβόμενη εργασία
Το βασικό συμπέρασμα της Έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι ότι η οικονομική συμμετοχή και η ενδυνάμωση των γυναικών είναι καθοριστικές για την ενίσχυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, δεδομένου ότι τους επιτρέπουν να επιτυγχάνουν οικονομική ανεξαρτησία, να ασκούν επιρροή στην κοινωνία και να έχουν τον έλεγχο της ζωής τους, εξαλείφοντας τη γυάλινη οροφή που εμποδίζει την ισότιμη αντιμετώπισή τους με τους άνδρες στον επαγγελματικό βίο.
Επιπλέον, προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα και η οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών, απαιτείται να αντιμετωπιστούν οι βαθιά ριζωμένες άνισες σχέσεις εξουσίας μεταξύ των φύλων που δημιουργούν διακρίσεις και βία κατά των γυναικών, των κοριτσιών και επίσης των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ.
Τέλος, μεταξύ άλλων, το Ε.Κ. εκτιμά ότι τα οικονομικά μοντέλα και πρακτικές, οι φορολογικές πολιτικές και οι προτεραιότητες ως προς τις δαπάνες, ιδίως σε καιρούς κρίσης, θα πρέπει:
- να περιλαμβάνουν μία προοπτική ισότητας των φύλων
- να λαμβάνουν υπόψη τις γυναίκες ως οικονομικούς παράγοντες και
- να έχουν ως στόχο τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών, προς όφελος των πολιτών, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας στο σύνολό της.
H συγκεκριμένη δημόσια δράση ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων εντάσσεται στo θεματικό πεδίο «Γυναίκες και Οικονομία» και υλοποιείται στο πλαίσιο αξιοποίησης όλων των εργαλείων στον αγώνα για την επίτευξη της ουσιαστικής ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, σύμφωνα και με τις κατευθυντήριες γραμμές των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (Ατζέντα 2030).