Μια δραματική κομεντί από την Ισπανία, σε σκηνοθεσία Μπεν Σάροκ, με τους Μπάρμπαρα Γκοενάγκα, Χοσέμπα Ουσαμπιάγκα και Λάντερ Οταόλα.
από τον Μίμη Νάτσιο
Πικαδέρο (Pikadero)
Ο Γκόρκα (Χοσέμπα Ουσαμπιάγκα) πλησιάζει στα 30, αλλά συνεχίζει να ζει μαζί με τους γονείς του σε μια μικρή πόλη στη χώρα των Βάσκων. Κάνει άμισθη πρακτική στο τοπικό εργοστάσιο παραγωγής εργαλείων μαζί με τον φίλο του τον Ινάκι (Λάντερ Οταόλα), ο οποίος αποφασίζει να φύγει για τη Γερμανία. Γνωρίζεται με την Άνε (Μπάρμπαρα Γκοενάγκα) ερωτεύονται, αλλά αδυνατούν να βρουν ένα ήσυχο μέρος για να ολοκληρώσουν τη σχέση τους. Ο Γκόρκα αναζητά «πικαδέρο», δηλαδή δημόσιο χώρο όπου πηγαίνουν «άστεγα» ζευγάρια για να κάνουν σεξ.
O Σκοτσέζος σκηνοθέτης Μπεν Σάροκ, βραβευμένος με BAFTA (από τη Βρετανική Ακαδημία Κινηματογράφου) για μικρού μήκους ταινία του, γυρίζει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία. Διαλέγει τη χώρα των Βάσκων, καθώς η σύζυγός του και παραγωγός της ταινίας είναι από εκεί. Η ακίνητη κάμερα του Σκοτσέζου αποτυπώνει πολύ προσεγμένα κάδρα και τους πρωταγωνιστές του, οι οποίοι παρά τη νεότητά τους μοιάζουν εγκλωβισμένοι σε μια ζοφερή πραγματικότητα, χωρίς προοπτική διαφυγής. Η πρόθεσή του δεν είναι να κάνει μια πολιτική δήλωση, αλλά να αφηγηθεί μια πραγματική ερωτική ιστορία αυτής της γενιάς.
O Σάροκ αποδεικνύεται ένας πολύς καλός συνεχιστής της σχολής Τζάρμους-Καουρισμάκι, ισορροπεί πολύ καλά ανάμεσα στον ρεαλισμό και στην υπέρβασή του και μας δίνει μια ταινία που έχει ήδη βραβευτεί σε διεθνή φεστιβάλ (Εδιμβούργο, Ζυρίχη, Βρυξέλλες, Κίεβο). Μπορεί η διάρκεια να είναι μεγάλη, αλλά ο θεατής αντιλαμβάνεται γιατί το κάνει αυτό ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Ειδικά ο Έλληνας θεατής, που βιώνει αντίστοιχες καταστάσεις, έχει ένα λόγο παραπάνω να δει αυτή την ταινία.