Πριν από το τέλος του μήνα ο Γιάννης Στουρνάρας, θα παρουσιάσει την ετήσια Έκθεση της τράπεζας, στην οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα της οικονομίας του 2017 και οι βασικές εκτιμήσεις για το 2018.
Η Έκθεση ενσωματώνει όλες τις σημαντικές αλλαγές που έχουν μεσολαβήσει, αλλά και εκείνες που πρόκειται να δρομολογηθούν. Αυτήν τη φορά, όμως, θα συμπεριλαμβάνει και τις εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος.
Η διοίκηση της τράπεζας θα εκθέσει, σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Κεφάλαιο», την εκτίμησή της ότι η ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος θα πρέπει να συνδεθεί με την ενεργοποίηση μιας προληπτικής γραμμής στήριξης από τον ESM, η οποία θα λειτουργήσει ως εγγύηση για το αξιόχρεο της οικονομίας, στη θέση του προγράμματος που θα λήξει στις 20 Αυγούστου.
Η “λογική” που συνοδεύει και υποστηρίζει την πρόταση αυτή είναι ότι η ελληνική οικονομία θα πρέπει να έχει στη διάθεσή της μια εγγύηση φερεγγυότητας απέναντι στις αγορές αλλά και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Ο κ. Στουρνάρας έχει εδώ και μήνες κάνει γνωστή την άποψή του, που ανεξάρτητα από τις όποιες επιφυλάξεις έχουν διατυπωθεί στο εσωτερικό της διοίκησης της τράπεζας, θα αφήσει το αποτύπωμά της στις διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση του μοντέλου με το οποίο θα πορευτεί η οικονομία μετά την 20ή Αυγούστου.
Στην ΕΚΤ και στο Εκτελεστικό της Συμβούλιο, παρότι έχουν γίνει κάποιες αναφορές στο ζήτημα αυτό, εντούτοις δεν έχει αποκρυσταλλωθεί κάποια άποψη που να δεσμεύει το σύστημα Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών, μαζί και την ΤτΕ.
Πηγές του “Κ” αναφέρουν, όμως, ότι υπάρχουν προβληματισμοί και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Ο κ. Ντράγκι, ο οποίος δημόσια έχει δηλώσει ότι το θέμα της προληπτικής γραμμής μπορεί να προκύψει μόνο αν το θέσει ως αίτημα η ελληνική κυβέρνηση, φέρεται να έχει κατ’ ιδίαν διατυπώσει την άποψη ότι θα ήταν καλύτερο να συγκεντρωθούν όλες οι προϋποθέσεις για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας μετά την 20ή Αυγούστου, χωρίς τη συμβολή μιας προληπτικής γραμμής στήριξης.
Αντίθετα, άλλα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου έχουν διατυπώσει με σαφή τρόπο τη θέση τους υπέρ της ενεργοποίησης μιας προληπτικής γραμμής στήριξης για την Ελλάδα, με το επιχείρημα ότι χρειάζεται ένα ασφαλές εγγυοδοτικό εργαλείο όταν θα πάψει να ισχύει η προστατευτική ομπρέλα του τρίτου προγράμματος στήριξης.
Στον ESM έχουν ήδη διατυπωθεί οι δηλώσεις Ρέγκλινγκ, σύμφωνα με τις οποίες δεν θα χρειαστεί η ενεργοποίηση προληπτικής γραμμής στήριξης. Να σημειωθεί ότι τόσο από τον ESM όσο και από την Κομισιόν επισημαίνεται ότι θα είναι δύσκολη η έγκριση μιας απόφασης για προληπτική γραμμή στήριξης από πολλά από τα Κοινοβούλια της Ε.Ε. σε μια καθαρά προεκλογική περίοδο πριν από τις Ευρωεκλογές.
Βέβαια, στελέχη της ΤτΕ επιμένουν ότι η προληπτική γραμμή στήριξης από τον ESM δεν χρειάζεται την έγκριση των Κοινοβουλίων, αλλά αρκεί η έγκριση του Εurogroup, κάτι που όμως δεν έχει μέχρι στιγμής διασταυρωθεί.
Από την πλευρά της Κομισιόν κυριαρχεί η εκτίμηση ότι η Ελλάδα θα πρέπει να στηριχθεί σε ένα “υβριδικό πρόγραμμα” έξω από κάθε ήδη προβλεπόμενο σχήμα. Αυτό θα πρέπει να στηριχθεί σε μια συμφωνία-πακέτο η οποία θα δεσμεύσει την Ελλάδα με ένα πλαίσιο “ενισχυμένης εποπτείας”, την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους και τη συγκέντρωση του “μαξιλαριού” διαθεσίμων (18-20 δισ. ευρώ), που θα λειτουργήσει ως μεσοπρόθεσμο εγγυητικό εργαλείο.
Γιατί η ΤτΕ επιμένει στην προληπτική γραμμή
Αρμόδια στελέχη της ΤτΕ στα οποία απευθύνθηκε το “Κ” υποστηρίζουν ότι η θέση της ΤτΕ για την ανάγκη μιας προληπτικής γραμμής στήριξης μετά την 20η Αυγούστου έχει να κάνει με τις σημαντικές συνέπειες που θα έχει η ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Όπως διευκρινίζεται, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να συνεχίσει την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες με εγγύηση τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, καθώς θα έχει λήξει στις 20 Αυγούστου η “εγγύηση” του τρίτου προγράμματος.
Επίσης, η παροχή ELA από την ΤτΕ ως εναλλακτική χρηματοδότηση θα έχει συνέπειες για την ίδια την ΤτΕ, αφού αυτή θα παρέχει χρηματοδότηση στις τράπεζες με εγγύηση κρατικά ομόλογα, για τα οποία, όμως, λόγω της junk διαβάθμισής τους, θα πρέπει ή ίδια να κάνει “προβλέψεις”.
Κάτι τέτοιο θα έχει άμεσες συνέπειες στα ίδια κεφάλαιά της.
Οι υποστηρικτές της άποψης ότι κάτι τέτοιο δεν θα είναι αναγκαίο παρατηρούν ότι οι τράπεζες, όσον αφορά τη ρευστότητά τους, θα υπερκαλύπτονται από τις καταθέσεις του Δημοσίου και δεν θα χρειαστεί να καταφύγουν στον ΕLΑ.