Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Αλίμονο σ’ αυτούς που δεν ξέρουν ότι δεν ξέρουν αυτά που δεν ξέρουν.
Σωκράτης
Λίγες ημέρες πριν, δημοσιεύθηκε μία έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την ποιότητα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τα αποτελέσματα για τη χώρα που υπερηφανεύεται πως όταν εκείνη δημιουργούσε πολιτισμό, οι Ευρωπαίοι έτρωγαν βελανίδια, είναι απογοητευτικά, για τους 15χρονους τουλάχιστον κανακάρηδες. Η έρευνα, κατέδειξε ότι ένας στους τρεις Έλληνες αυτής της ηλικίας, τελειώνοντας τη βασική εκπαίδευση έχει χαμηλές επιδόσεις στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τη φυσική, τους βασικούς δηλαδή τομείς της παιδείας. Τι φταίει που τα δεκαπεντάχρονα αδιαφορούν ή δεν κατανοούν αυτά που προσπαθούν να τους μεταδώσουν οι δάσκαλοί τους; Σε πολύ μεγάλο βαθμό, φταίει η ανεπάρκεια και κυρίως η απροθυμία των δασκάλων να μεταδώσουν γνώση.
Φυσικά, το δίκαιο είναι με το μέρος τους ως ένα βαθμό. Η βασική εκπαίδευση είναι υποχρεωτική, σχεδόν καταναγκασμός, και ένα σημαντικό μέρος ευθύνης βαρύνει τους γονείς, οι οποίοι έχουν υποχρέωση να παροτρύνουν τα παιδιά τους ‘να μάθουν γράμματα’ και ας κάνουν όποια δουλειά θέλουν. Θα την κάνουν καλύτερα από έναν … αγράμματο. Το δόγμα των εκπαιδευτικών είναι πολύ παλιό και διαιωνίζεται σιωπηρά, με την συνενοχή και της πολιτείας που δεν ασκεί σ’ αυτούς κάποιο έλεγχο ως προς την αποτελεσματικότητα της δραστηριότητάς τους. “-Όποιος θέλει να μάθει, ας μάθει! Δεν θα σκάσουμε κιόλας!”. Ωστόσο αυτό δεν συμβαίνει. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυρισθεί πως τα Μαθηματικά και η Φυσική αφορούν σε πιο εξειδικευμένες επιστήμες και έτσι το πρόβλημα της αγραμματοσύνης μας περιορίζεται στις υπόλοιπες δραστηριότητες.
Το φαινόμενο ‘αφήστε με να ολοκληρώσω’, από επιστήμονες που στριμώχνονται στα τηλεοπτικά παράθυρα, είναι ένα σύμπτωμα ανικανότητάς τους να εκφραστούν, να συμπυκνώσουν σε λίγες λέξεις την άποψή τους, να γίνουν κατανοητοί.
Νέα παιδιά που αποφοιτούν από δημοσιογραφικές Σχολές δεν γνωρίζουν βασικούς κανόνες Γραμματικής και Συντακτικού! Δεν γνωρίζουν Ορθογραφία! Και όταν ο υπολογιστής τους υποδεικνύει το λάθος αρνούνται και να το διορθώσουν! Αγραμματοσύνη και τεμπελιά μαζί! Αποτέλεσμα, είναι να εκθέτουν το μέσο επικοινωνίας στο οποίο εργάζονται στον κίνδυνο απαξίωσης από τους αναγνώστες.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, της δημοσιογραφίας δηλαδή, αλλά και γενικότερα όσων το αντικείμενο δραστηριότητας είναι η επικοινωνία μέσα από τον γραπτό και προφορικό λόγο, δε γνωρίζουν κάποιοι ακριβώς το αντικείμενο που έχουν σπουδάσει! Ανάγνωση και γραφή. Για να μην μιλήσουμε και για σωστή άρθρωση και εκφορά του λόγου. Για ορθοφωνία δηλαδή.
Όμως η άγνοια και κακοποίηση της ελληνικής γλώσσας δεν αφορά μόνο σε αυτούς. Αφορά και σε όλους εμάς τους υπόλοιπους και επηρεάζει ριζικά τις κοινωνικές μας σχέσεις. Αισθηματικές, φιλικές, επαγγελματικές. Πολλοί άνθρωποι με γοητευτική εμφάνιση γίνονται αντιπαθητικοί, σχεδόν αποκρουστικοί, μόλις αρχίσουν να μιλάνε. Με την πρώτη ατάκα συνήθως σε έχουν απωθήσει ή σε έχουν κερδίσει.
H χώρα, δεν επενδύει στην γνώση, η πνευματική χρεοκοπία βρίσκεται προ των πυλών. Οι Έλληνες είναι ή γίνονται αγράμματοι, γεγονός που εξηγεί γιατί είναι φοβικοί και καταλήγουν να περιθωριοποιούνται. Το χειρότερο όμως είναι πως η κοινωνία παρακολουθεί με εγκληματική απάθεια και αδράνεια την καταστροφή της παιδείας από σπείρες αμαθών και εχθρών της γλώσσας, στους οποίους σκύβει δουλικά το κεφάλι.
Το παράδοξο φαινόμενο του λειτουργικού αναλφαβητισμού, αυτή η μορφή σύγχρονης αμάθειας, δεν είναι μετρήσιμη με ποσοτικούς δείκτες, αλλά παρατηρείται εμπειρικά, στην καθημερινότητα, στον επαγγελματικό χώρο, στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Οι πιο πονηροί, θα σκεφτούν πως κάποιοι θέλουν να φτιάξουν «ανδράποδα», που γνωρίζουν και χειρίζονται μερικές λέξεις μόνο, χωρίς εκφραστικές δεξιότητες, χωρίς ιστορική συνείδηση, χωρίς λογική επάρκεια αρθρωμένου λόγου, χωρίς συναισθηματικό βάθος και αισθητική καλλιέργεια.
Γιατί τέτοια «ανδράποδα» πιο εύκολα χειραγωγούνται, πιο εύκολα φανατίζονται, πιο εύκολα εκμαυλίζονται και πιο εύκολα όμως «πουλιούνται» στο τέλος. «Τι περισσότερο ήξεραν οι εκ των πραγμάτων πιο αγράμματοι από εμάς, παππούδες μας;», θα ρωτούσε κάποιος. Μα ποιος είπε ότι ήξεραν; Απλώς εκείνοι, δεν είχαν άλλη επιλογή. Ήταν υποχρεωμένοι να γυρίσουν στο σπίτι με ψωμί…